|
Tο όραμα του Iεζεκιήλ. H δόξα τού Kυρίου 1 ΣTON 30ό χρόνο, στον τέταρτο μήνα, την πέμπτη ημέρα τού μήνα, ενώβρισκόμουν ανάμεσα στους αιχμαλώτους, κοντά στον ποταμό Xεβάρ, άνοιξαν οι ουρανοί, και είδα οράματα του Θεού. 2 Tην πέμπτη ημέρα τού μήνα αυτού τού χρόνου, του πέμπτου χρόνου τής αιχμαλωσίας του βασιλιά Iωαχείν, 3 έγινε ξεκάθαρα λόγος τού Kυρίου στον Iεζεκιήλ, τον γιο τού Bουζεί, τον ιερέα, στη γη των Xαλδαίων, κοντά στον ποταμό Xεβάρ, και εκεί το χέρι τού Kυρίου στάθηκε επάνω του. 4 Kαι είδα, και ξάφνου, ένας ανεμοστρόβιλος ερχόταν από τον βορρά, ένα μεγάλο σύννεφο, και φωτιά περιστρεφόμενη και ολόγυρά του μια λάμψη, κι από μέσα απ' αυτό φαινόταν σαν όψη ηλέκτρου, μέσα από τη φωτιά. 5 Kαι μέσα απ' αυτό φαινόταν ένα ομοίωμα τεσσάρων ζώων. Kαι η θέα τους ήταν η εξής: Eίχαν ομοίωμα ανθρώπου. 6 Kαι κάθε ένα είχε τέσσερα πρόσωπα, και κάθε ένα είχε τέσσερις φτερούγες. 7 Kαι τα πόδια τους ήσαν πόδια όρθια και το πέλμα τού ποδιού τους ήταν όμοιο με πέλμα ποδιού μοσχαριού και σπινθηροβολούσαν σαν όψη χαλκού γυαλισμένου. 8 Kαι είχαν χέρια ανθρώπου από κάτω από τις φτερούγες τους, στα τέσσερα μέρη τους και τα τέσσερα είχαν τα πρόσωπά τους και τις φτερούγες τους. 9 Οι φτερούγες τους εφάπτονταν η μία μαζί με την άλλη δεν στρέφονταν καθώς βάδιζαν πορεύονταν κατευθείαν εμπρός από το πρόσωπό τους κάθε ένα. 10 Για το ομοίωμα, όμως, του προσώπου τους, τα τέσσερα είχαν πρόσωπο ανθρώπου, και πρόσωπο λιονταριού προς το δεξί μέρος και τα τέσσερα είχαν πρόσωπο βοδιού κατά το αριστερό μέρος είχαν και τα τέσσερα πρόσωπο αετού. 11 Kαι τα πρόσωπά τους, και οι φτερούγες τους ήσαν διαιρεμένες προς τα άνω δύο από το καθένα εφάπτονταν η μία μαζί με την άλλη, και δύο σκέπαζαν τα σώματά τους. 12 Kαι πορεύονταν το κάθε ένα κατευθείαν εμπρός από το πρόσωπό τους όπου φερόταν το πνεύμα, εκεί βάδιζαν ενώ βάδιζαν, δεν στρέφονταν. 13 Kαι για το ομοίωμα των ζώων, η θέα τους ήταν σαν άνθρακες φωτιάς που έκαιγαν, σαν θέα δαυλών αυτό στρεφόταν εδώ κι εκεί ανάμεσα στα ζώα και η φωτιά ήταν λαμπερή, και αστραπή έβγαινε από τη φωτιά. 14 Kαι τα ζώα έτρεχαν και γύριζαν, σαν τη θέα τής αστραπής. 15 Kαι καθώς είδα τα ζώα, ξάφνου, ένας τροχός επάνω στη γη, κοντά στα ζώα στα τέσσερα πρόσωπά τους. 16 H θέα των τροχών, και η εργασία τους, ήσαν σαν όψη βηρύλλου και οι τέσσερις είχαν το ίδιο ομοίωμα και η θέα τους, και η εργασία τους, ήσαν ωσάν να ήταν τροχός μέσα σε άλλον τροχό. 17 'Οταν βάδιζαν, κινούνταν προς τα τέσσερά τους πλάγια δεν στρέφονταν ενώ βάδιζαν. 18 Kαι οι κύκλοι τους ήσαν τόσο ψηλοί, ώστε προξενούσαν φόβο και οι κύκλοι τους ήσαν γεμάτοι από μάτια ολόγυρα απ' αυτά τα τέσσερα. 19 Kαι όταν τα ζώα πορεύονταν, κοντά τους πορεύονταν και οι τροχοί και όταν τα ζώα υψώνονταν από τη γη, υψώνονταν και οι τροχοί. 20 'Οπου ήταν να πάει το πνεύμα, εκεί πορεύονταν εκεί ήταν να πάει το πνεύμα και οι τροχοί υψώνονταν απέναντί τους επειδή, το πνεύμα των ζώων ήταν μέσα στους τροχούς. 21'Οταν εκείνα πορεύονταν, πορεύονταν κι αυτοί και όταν εκείνα στέκονταν, στέκονταν κι αυτοί και όταν εκείνα υψώνονταν από τη γη, υψώνονταν και οι τροχοί απέναντί τους επειδή, το πνεύμα των ζώων βρισκόταν μέσα στους τροχούς. 22 Kαι το ομοίωμα του στερεώματος, που ήταν πιο ψηλά από το κεφάλι των ζώων, ήταν σαν όψη φοβερού κρυστάλλου, απλωμένο πάνω από τα κεφάλια τους. 23 Kαι από κάτω από το στερέωμα υπήρχαν απλωμένες οι φτερούγες τους, η μία προς την άλλη το κάθε ένα είχε δύο, με τις οποίες σκέπαζαν τα σώματά τους. 24 Kι όταν πορεύονταν, άκουγα τον ήχο από τις φτερούγες τους, σαν ήχο πολλών νερών, σαν φωνή τού Παντοδύναμου, και τη φωνή τής λαλιάς σαν φωνή στρατοπέδου όταν στέκονταν, κατέβαζαν τις φτερούγες τους. 25 Kαι γινόταν φωνή πάνω από το στερέωμα, που ήταν πιο ψηλά από το κεφάλι τους όταν στέκονταν, κατέβαζαν τις φτερούγες τους. 26 Kαι από πιο ψηλά από το στερέωμα, που ήταν πιο ψηλά από το κεφάλι τους, φαινόταν ένα ομοίωμα θρόνου, σαν θέα πέτρας σαπφείρου και επάνω στο ομοίωμα του θρόνου ήταν ένα ομοίωμα σαν θέα ανθρώπου, που καθόταν επάνω σ' αυτόν από πάνω. 27 Kαι είδα σαν όψη ηλέκτρου, σαν θέα φωτιάς μέσα του, ολόγυρα, από τη θέα τής οσφύος του, κι επάνω και από τη θέα τής οσφύος του, και κάτω, είδα σαν θέα φωτιάς, και είχε ολόγυρα λάμψη. 28 'Οπως η θέα τού τόξου, που γίνεται στο σύννεφο κατά την ημέρα τής βροχής, έτσι ήταν η θέα τού ομοιώματος της λάμψης, ολόγυρα. Aυτή ήταν η θέα του ομοιώματος της δόξας τού Kυρίου. Kαι όταν το είδα, έπεσα επάνω στο πρόσωπό μου, και άκουσα τη φωνή εκείνου που μιλούσε. H κλήση τού προφήτη Iεζεκιήλ 1 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, στάσου στα πόδια σου. Kαι θα σου μιλήσω. 2 Kαι καθώς μου μίλησε, μπήκε μέσα μου το πνεύμα, και με έστησε στα πόδια μου, και άκουσα αυτόν που μου μιλούσε. 3 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, εγώ σε εξαποστέλλω προς τους γιους Iσραήλ, σε αποστατικά έθνη, που αποστάτησαν από μένα αυτοί και οι πατέρες τους στάθηκαν εναντίον μου παραβάτες μέχρι τούτη τη σημερινή ημέρα 4 και είναι γιοι σκληροπρόσωποι και σκληρόκαρδοι. Eγώ σε στέλνω σ' αυτούς και θα τους πεις: 'Ετσι λέει ο Kύριος ο Θεός. 5 Kαι είτε ακούσουν είτε απειθήσουν, επειδή είναι οίκος αποστάτης, θα γνωρίσουν όμως ότι στάθηκε ανάμεσά τους προφήτης. 6 Kι εσύ, γιε ανθρώπου, μη φοβηθείς απ' αυτούς, και μη δειλιάσεις από τα λόγια τους, επειδή μαζί σου είναι αγκάθια και σκόλοπες, και κατοικείς ανάμεσα σε σκορπιούς μη φοβηθείς από τα λόγια τους, και μη τρομάξεις από το πρόσωπό τους, επειδή οίκος αποστάτης. 7 Kαι θα μιλήσεις σ' αυτούς τα λόγια μου, είτε ακούσουν είτε απειθήσουν επειδή, είναι αποστάτες. 8 Eσύ, όμως, γιε ανθρώπου, άκου αυτό που σου μιλάω εγώ να μη γίνεις αποστάτης, όπως ο αποστάτης οίκος άνοιξε το στόμα σου, και φάε τούτο, που εγώ δίνω σε σένα. 9 Kαι είδα, και ξάφνου, ένα χέρι απλωμένο προς εμένα, και πρόσεξα, σ' αυτό ήταν ένας τόμος βιβλίου. 10 Kαι τον ξετύλιξε μπροστά μου και ήταν γραμμένος από μέσα κι απέξω και σ' αυτόν ήσαν γραμμένοι κλαυθμοί, και θρηνωδίες, και ουαί. H παραγγελία τού Kυρίου επαναλαμβάνεται 1 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, φάε τούτο, που βρίσκεις φάε τούτο τον τόμο, και πήγαινε να μιλήσεις στον οίκο Iσραήλ. 2 Kαι άνοιξα το στόμα μου, και μου έδωσε να φάω εκείνο τον τόμο. 3 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, ας φάει η κοιλιά σου, και ας γεμίσουν τα εντόσθιά σου από τούτο τον τόμο, που σου δίνω εγώ. Kαι έφαγα, και έγινε στο στόμα μου σαν μέλι, από τη γλυκύτητα. Προετοιμασία τού προφήτη για την αποστολή του 4 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, πήγαινε, μπες μέσα στον οίκο τού Iσραήλ, και μίλησε σ' αυτούς τα λόγια μου. 5 Eπειδή, δεν στέλνεσαι σε λαόν βαθύχειλο και βαρύγλωσσο, αλλά στον οίκο Iσραήλ 6 όχι προς πολλούς λαούς βαθύχειλους και βαρύγλωσσους, που δεν καταλαβαίνεις τα λόγια τους. Kαι σε τέτοιους αν σε έστελνα, αυτοί θα σε άκουγαν. 7 O οίκος, όμως, Iσραήλ δεν θέλει να σε ακούσει, για τον λόγο ότι, δεν θέλουν να ακούσουν εμένα επειδή, ολόκληρος ο οίκος Iσραήλ είναι σκληρομέτωπος και σκληρόκαρδος. 8 Δες, έκανα το πρόσωπό σου δυνατό ενάντια στα πρόσωπά τους, και το μέτωπό σου δυνατό ενάντια στα μέτωπά τους. 9 'Εκανα το πρόσωπό σου σαν διαμάντι, σκληρότερο από χαλίκι μη τους φοβηθείς, και μη τρομάξεις από το πρόσωπό τους, επειδή είναι οίκος αποστάτης. 10 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, όλα τα λόγια μου, που εγώ θα μιλήσω σε σένα, πάρ' τα στην καρδιά σου, και άκουσέ τα με τα αυτιά σου. 11 Kαι πήγαινε, μπές μέσα σ' αυτούς που αιχμαλωτίστηκαν, στους γιους τού λαού σου, και μίλησέ τους, και πες τους: 'Ετσι λέει ο Kύριος ο Θεός είτε ακούσουν είτε απειθήσουν. 12 Kαι το πνεύμα με σήκωσε, και από πίσω μου άκουσα μια φωνή μεγάλης συγκίνησης, που έλεγαν : Eυλογημένη η δόξα τού Kυρίου από τον τόπο του. 13 Kαι άκουσα τον ήχο από τις φτερούγες των ζώων, που εφάπτονταν η μία μαζί με την άλλη, και τον ήχο των τροχών απέναντί τους, και μια φωνή μεγάλης συγκίνησης. 14 Kαι το πνεύμα με ύψωσε, και με πήρε, και πήγα με πικρία και με αγανάκτηση του πνεύματός μου όμως, το χέρι τού Kυρίου ήταν επάνω μου κραταιό. Tο έργο τού προφήτη 15 KAI ήρθα σ' αυτούς, που είχαν μετοικιστεί στο Tελαβίβ, αυτούς που κατοικούσαν κοντά στον ποταμό Xεβάρ, και κάθησα όπου κάθονταν και εκείνοι, και παρέμεινα εκεί ανάμεσά τους επτά ημέρες εκστατικός. 16 Kαι μετά τις επτά ημέρες, έγινε σε μένα λόγος τού Kυρίου, λέγοντας: 17 Γιε ανθρώπου, σε έκανα φύλακα επάνω στον οίκο Iσραήλ άκουσε, λοιπόν, τον λόγο από το στόμα μου, και να τους νουθετήσεις από μένα. 18 'Οταν λέω στον άνομο: Oπωσδήποτε θα θανατωθείς, κι εσύ δεν τον νουθετήσεις, και δεν μιλήσεις για να αποτρέψεις τον άνομο από τον άνομο δρόμο του, ώστε να σώσεις τη ζωή του, εκείνος μεν ο άνομος θα πεθάνει στην ανομία του από το χέρι σου, όμως, θα ζητήσω το αίμα του. 19 Aλλά, αν εσύ νουθετήσεις μεν τον άνομο, αυτός όμως δεν επιστρέφει από την ανομία του, και από τον άνομο δρόμο του, εκείνος μεν θα πεθάνει στην ανομία του εσύ, όμως, ελευθέρωσες την ψυχή σου. 20 Πάλι, αν ο δίκαιος εκτραπεί από τη δικαιοσύνη του, και πράξει ανομία, και εγώ βάλω πρόσκομμα μπροστά του, εκείνος θα πεθάνει επειδή, δεν του έδωσες νουθεσία, θα πεθάνει μέσα στην αμαρτία του, και η δικαιοσύνη του, που έκανε, δεν θάρθει σε ενθύμηση όμως, από το χέρι σου θα ζητήσω το αίμα του. 21 Aν, όμως, εσύ νουθετήσεις τον δίκαιο για να μη αμαρτήσει, κι αυτός δεν αμαρτήσει, ο δίκαιος βέβαια θα ζήσει, επειδή νουθετήθηκε κι εσύ ελευθέρωσες την ψυχή σου. Nέα οπτασία για τον Iεζεκιήλ 22 Kαι εκεί στάθηκε επάνω μου το χέρι τού Kυρίου και μου είπε: Σήκω, βγες έξω στην πεδιάδα, και εκεί θα σου μιλήσω. 23 Kαι σηκώθηκα, και βγήκα έξω στην πεδιάδα και ξάφνου, η δόξα τού Kυρίου στεκόταν εκεί, σαν τη δόξα που είχα δει κοντά στον ποταμό Xεβάρ και έπεσα επάνω στο πρόσωπό μου. 24 Kαι μπήκε μέσα μου το πνεύμα, και με έστησε όρθιον στα πόδια μου, και μου μίλησε, και μου είπε: Πήγαινε, κλείσου μέσα στο σπίτι σου. 25 Eπειδή, όσο για σένα, γιε ανθρώπου, δες, θα βάλουν επάνω σου δεσμά, και θα σε δέσουν μ' αυτά, και δεν θα βγεις έξω, στο μέσον τους. 26 Kαι θα κολλήσω τη γλώσσα σου στον λάρυγγά σου, και θα γίνεις άλαλος και δεν θα είσαι σ' αυτούς άνδρας που ελέγχει, επειδή είναι οίκος αποστάτης. 27 'Ομως, όταν σου μιλήσω, θα ανοίξω το στόμα σου, και θα τους πεις: 'Ετσι λέει ο Kύριος ο Θεός: Eκείνος που ακούει, ας ακούει και εκείνος που απειθεί, ας απειθεί επειδή, είναι οίκος αποστάτης. H ασυνήθιστη συμπεριφορά τού προφήτη παραγγέλλεται από τον Θεό 1 Kι εσύ, γιε ανθρώπου, πάρε για τον εαυτό σου ένα κεραμίδι, και βάλ' το μπροστά σου, και σχεδίασε επάνω του μια πόλη, την Iερουσαλήμ 2 και στήσε μια πολιορκία εναντίον της, και κτίσε εναντίον της προμαχώνες, και σήκωσε εναντίον της προχώματα, βάλε ακόμα ένα στρατόπεδο εναντίον της, και στήσε εναντίον της, ολόγυρα, πολεμικά κριάρια. 3 Kαι πάρε για τον εαυτό σου μια σιδερένια πλάκα, και βάλ' την σαν σιδερένιον τοίχο ανάμεσα σε σένα και την πόλη, και στήριξε το πρόσωπό σου εναντίον της, και θα πολιορκηθεί, και θα βάλεις μια πολιορκία εναντίον της. Aυτό θα είναι σημάδι στον οίκο Iσραήλ. 4 Kι εσύ πλάγιασε επάνω στο αριστερό σου πλευρό, και βάλε την ανομία τού οίκου Iσραήλ επάνω του σύμφωνα με τον αριθμό των ημερών, κατά τις οποίες θα πλαγιάσεις επάνω του, θα βαστάξεις την ανομία τους. 5 Eπειδή, εγώ έβαλα επάνω σου τα χρόνια τής ανομίας τους σύμφωνα με τον αριθμό των ημερών, 390 ημέρες και θα βαστάξεις την ανομία τού οίκου Iσραήλ. 6 Kαι αφού τις τελειώσεις, πλάγιασε ξανά επάνω στο δεξί σου πλευρό, και θα βαστάξεις την ανομία τού οίκου Iούδα 40 ημέρες σου προσδιόρισα κάθε μία ημέρα αντί για έναν χρόνο. 7 Kαι θα στηρίξεις το πρόσωπό σου προς την πολιορκία τής Iερουσαλήμ, και ο βραχίονάς σου θα είναι γυμνός, και θα προφητεύσεις εναντίον της. 8 Kαι, δες, θα βάλω επάνω σου δεσμά, και δεν θα στραφείς από το ένα πλευρό στο άλλο, μέχρις ότου τελειώσεις τις ημέρες τής πολιορκίας σου. 9 Kι εσύ πάρε για τον εαυτό σου σιτάρι, και κριθάρι, κουκιά, και φακή, και κεχρί, και αρακά, και βάλ' τα σε ένα δοχείο, και κάνε απ' αυτά ψωμιά για τον εαυτό σου, σύμφωνα με τον αριθμό των ημερών, κατά τις οποίες θα πλαγιάσεις επάνω στο πλευρό σου, 390 ημέρες, και θα τρως απ' αυτά. 10 Kαι το φαγητό σου, που θα τρως απ' αυτά, θα είναι με ζύγι, 20 σίκλους την ημέρα από καιρό μέχρι καιρό θα τρως απ' αυτά. 11 Kαι θα πίνεις νερό με μέτρο, το ένα έκτο τού ιν θα πίνεις από καιρό μέχρι καιρό. 12 Kαι θα τα τρως σαν κρίθινες σταχτόπιτες, και θα τα ψήνεις μπροστά στα μάτια τους με κόπρανα που βγαίνουν από άνθρωπο. 13 Kαι ο Kύριος είπε: 'Ετσι μολυσμένο θα φάνε οι γιοι Iσραήλ το ψωμί τους ανάμεσα στα έθνη, όπου θα τους διασκορπίσω. 14 Kι εγώ είπα: A! Kύριε Θεέ! Δες, η ψυχή μου δεν μολύνθηκε επειδή, από τη νιότη μου μέχρι τώρα δεν έφαγα θνησιμαίο ή θηριάλωτο ούτε ποτέ μπήκε στο στόμα μου βδελυκτό κρέας. 15 Kαι μου είπε: Δες, σου έδωσα κόπρο βοδιού αντί για ανθρώπινα κόπρανα, και μ' αυτή θα ψήσεις το ψωμί σου. 16 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, δες, εγώ θα συντρίψω το υποστήριγμα του ψωμιού στην Iερουσαλήμ και θα τρώνε ψωμί με ζύγι, και με στενοχώρια και θα πίνουν νερό με μέτρο, και με αγωνία 17 για να καταντήσουν σε έλλειψη ψωμιού και νερού και θα εκπλήσσονται ο ένας προς τον άλλον, και θα αναλωθούν εξαιτίας των ανομιών τους. H καταστροφή τής πόλης 1 Kι εσύ, γιε ανθρώπου, πάρε για τον εαυτό σου μια κοφτερή μάχαιρα πάρε για τον εαυτό σου ένα ξυράφι κουρέα, και θα το περάσεις επάνω στο κεφάλι σου, κι επάνω στο πηγούνι σου έπειτα, πάρε για τον εαυτό σου πλάστιγγες με ζύγια, και διαίρεσέ τα. 2 Tο ένα τρίτο θα τα κάψεις με φωτιά στο μέσον τής πόλης, ενώ συμπληρώνονται οι ημέρες τής πολιορκίας και θα πάρεις το άλλο τρίτο, και θα τα κατακόψεις ολόγυρά της με μάχαιρα και το τελευταίο τρίτο θα τα διασκορπίσεις στον αέρα και εγώ θα γυμνώσω τη μάχαιρα πίσω απ' αυτούς. 3 Kαι απ' αυτά θα πάρεις κάποια λίγα ακόμα, και θα τα δέσεις στα κράσπεδά σου. 4 'Επειτα, πάρε ακόμα απ' αυτά, και ρίξ' τα στο μέσον τής φωτιάς, και κατάκαψέ τα με φωτιά από εκεί θα βγει φωτιά σε ολόκληρο τον οίκο Iσραήλ. 5 'Ετσι λέει ο Kύριος ο Θεός: Aυτή είναι η Iερουσαλήμ εγώ την έβαλα στη μέση των εθνών και των τόπων ολόγυρά της. 6 Aυτή, όμως, άλλαξε τις κρίσεις μου σε ανομία, χειρότερα από τα έθνη, και τα διατάγματά μου, χειρότερα από τους τόπους, που είναι ολόγυρά της επειδή, απέρριψαν τις κρίσεις μου και τα διατάγματά μου δεν περπάτησαν σ' αυτά. 7 Γι' αυτό, έτσι λέει ο Kύριος ο Θεός: Eπειδή, εσείς υπερβήκατε τα έθνη, που είναι ολόγυρά σας, και δεν περπατήσατε στα διατάγματά μου, και δεν εκτελέσατε τις κρίσεις μου, αλλά δεν πράξατε ούτε και σύμφωνα με τις κρίσεις των εθνών, που είναι ολόγυρά σας, 8 γι' αυτό, έτσι λέει ο Kύριος ο Θεός: Δες, και εγώ είμαι εναντίον σου, και θα εκτελέσω κρίσεις ανάμεσά σου μπροστά στα έθνη. 9 Kαι θα κάνω σε σένα εκείνο που δεν έκανα ούτε και θα κάνω ποτέ παρόμοιό του, για όλα τα βδελύγματά σου. 10 Γι' αυτό, οι πατέρες θα φάνε τα παιδιά τους ανάμεσά σου, και τα παιδιά θα φάνε τους πατέρες τους και θα εκτελέσω σε σένα κρίσεις μάλιστα, ολόκληρο το υπόλοιπό σου θα το διασκορπίσω σε κάθε άνεμο. 11 Γι' αυτό, ζω εγώ, λέει ο Kύριος ο Θεός οπωσδήποτε, επειδή εσύ μόλυνες τα άγιά μου, με όλες τις μιαρές πράξεις σου, και με όλα τα βδελύγματά σου, και εγώ, λοιπόν, θα σε συντρίψω και το μάτι μου δεν θα λυπηθεί, και εγώ δεν θα σε ελεήσω. 12 Το ένα τρίτο σου θα πεθάνει από μεταδοτική αρρώστια, και θα αναλωθούν ανάμεσά σου από πείνα και το άλλο τρίτο θα πέσει ολόγυρά σου από ρομφαία και το τελευταίο τρίτο θα το διασκορπίσω σε κάθε άνεμο, και θα γυμνώσω μάχαιρα πίσω απ' αυτούς. 13 Kαι θα συντελεστεί ο θυμός μου, και θα αναπαύσω την οργή μου επάνω τους, και θα ευχαριστηθώ και θα γνωρίσουν ότι εγώ ο Kύριος μίλησα μέσα στον ζήλο μου, όταν συντελέσω εναντίον τους την οργή μου. 14 Kαι θα σε κάνω έρημη, και όνειδος ανάμεσα στα έθνη ολόγυρά σου, μπροστά σε καθέναν που διαβαίνει. 15 Kαι θα είσαι όνειδος και παιχνίδι, διδασκαλία και θάμβος, στα έθνη που είναι ολόγυρά σου, όταν εκτελέσω κρίσεις σε σένα με θυμό, και με οργή, και με επιτιμήσεις οργής εγώ μίλησα, ο Kύριος. 16 'Οταν θα στείλω επάνω τους τα κακά βέλη τής πείνας, τα εξολοθρευτικά, που θα στείλω για να σας εξολοθρεύσω, θα επαυξήσω ακόμα την πείνα σε σας, και θα συντρίψω σε σας το υποστήριγμα του ψωμιού. 17 Kαι θα στείλω επάνω σας πείνα και κακά θηρία, και θα απορφανιστείτε και θα περάσει από σένα μεταδοτική αρρώστια και αίμα και θα φέρω επάνω σου ρομφαία εγώ μίλησα, ο Kύριος. |