|
ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙO : 6ο Για τα καθημερινά τραπέζια εκλέγονται επτά διάκονοι 1 Και κατά τις ημέρες αυτές, όταν οι μαθητές πληθύνονταν, έγινε γογγυσμός των Ελληνιστών ενάντια στους Εβραίους, ότι οι χήρες τους παραβλέπονταν στην καθημερινή διακονία. 2 Τότε, οι δώδεκα, αφού προσκάλεσαν το πλήθος των μαθητών, είπαν: Δεν είναι πρέπον να αφήσουμε εμείς τον λόγο τού Θεού, και να υπηρετούμε σε τραπέζια. 3 Σκεφθείτε, λοιπόν, αδελφοί, διαλέξτε από σας επτά άνδρες, που έχουν καλή μαρτυρία, πλήρεις Αγίου Πνεύματος και σοφίας, τους οποίους ας τοποθετήσουμε γι' αυτή την ανάγκη. 4 Ενώ εμείς θα μένουμε διαρκώς στην προσευχή και στη διακονία τού λόγου. 5 Και ο λόγος άρεσε μπροστά σε ολόκληρο το πλήθος και διάλεξαν τον Στέφανο, άνδρα πλήρη πίστης και Αγίου Πνεύματος, και τον Φίλιππο, και τον Πρόχορο, και τον Νικάνορα, και τον Τίμωνα, και τον Παρμενά, και τον Νικόλαο, έναν προσήλυτο από την Αντιόχεια 6 τους οποίους έστησαν μπροστά στους αποστόλους και, αφού προσευχήθηκαν, έβαλαν επάνω τους τα χέρια. 7 Και ο λόγος τού Θεού αύξανε, και ο αριθμός των μαθητών στην Ιερουσαλήμ πληθυνόταν υπερβολικά και μεγάλο πλήθος από τους ιερείς υπάκουε στην πίστη. Ο Στέφανος συλλαμβάνεται 8 ΚΑΙ ο Στέφανος, πλήρης από πίστη και δύναμη, έκανε τέρατα και μεγάλα σημεία ανάμεσα στον λαό. 9 Και μερικοί από τη συναγωγή, που λέγεται των Λιβερτίνων, και των Κυρηναίων, και Αλεξανδρινών, και εκείνων από την Κιλικία, και την Ασία, σηκώθηκαν φιλονικώντας με τον Στέφανο 10 και δεν μπορούσαν να αντισταθούν στη σοφία και στο πνεύμα με το οποίο μιλούσε. 11 Τότε, έβαλαν κρυφά ανθρώπους, που έλεγαν ότι: Τον ακούσαμε να μιλάει βλάσφημα λόγια ενάντια στον Μωυσή και στον Θεό. 12 Και διέγειραν τον λαό και τους πρεσβύτερους και τους γραμματείς, και αφού ήρθαν εναντίον του, τον άρπαξαν, και τον έφεραν στο συνέδριο. 13 Και παρουσίασαν ψευδομάρτυρες, που έλεγαν: Αυτός ο άνθρωπος δεν σταματάει να μιλάει βλάσφημα λόγια ενάντια σ' αυτόν τον άγιο τόπο και τον νόμο. 14 Επειδή, τον ακούσαμε να λέει, ότι: Αυτός ο Ιησούς ο Ναζωραίος θα καταστρέψει τούτο τον τόπο, και θα αλλάξει τα έθιμα που μας παρέδωσε ο Μωυσής. 15 Και ατενίζοντας σ' αυτόν, όλοι εκείνοι που κάθονταν στο συνέδριο, είδαν το πρόσωπό του σαν πρόσωπο αγγέλου. ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙO : 7ο Ο Στέφανος απολογείται μπροστά στο Συνέδριο 1 Και ο αρχιερέας είπε: 'Ετσι έχουν, πραγματικά, όλα αυτά; 2 Και εκείνος είπε: 'Ανδρες αδελφοί και πατέρες, ακούστε: Ο Θεός τής δόξας φάνηκε στον πατέρα μας τον Αβραάμ, όταν ήταν στη Μεσοποταμία, πριν κατοικήσει στη Χαρράν, 3 και του είπε: <<Βγες έξω από τη γη σου και τη συγγένειά σου, και έλα στη γη που θα σου δείξω>>. 4 Τότε, αφού βγήκε έξω από τη γη των Χαλδαίων, κατοίκησε στη Χαρράν. Και από εκεί, μετά τον θάνατο του πατέρα του, τον μετοίκισε σε τούτη τη γη, στην οποία εσείς τώρα κατοικείτε. 5 Και δεν του έδωσε κληρονομιά μέσα σ' αυτή, ούτε ένα βήμα ποδιού υποσχέθηκε, όμως, ότι θα του τη δώσει ως κτήμα του, και στο σπέρμα του ύστερα απ' αυτόν, ενώ παιδί δεν είχε. 6 Και ο Θεός μίλησε σ' αυτόν ως εξής: <<'Οτι το σπέρμα του θα είναι πάροικο μέσα σε ξένη γη, και θα το υποδουλώσουν, και θα το καταθλίψουν ^για^ 400 χρόνια 7 και το έθνος, στο οποίο θα καταδουλωθεί, εγώ θα το κρίνω, είπε ο Θεός και ύστερα απ' αυτά θα βγουν έξω, και θα με λατρεύσουν σε τούτο τον τόπο>>. 8 Και του έδωσε μια διαθήκη περιτομής και έτσι, γέννησε τον Ισαάκ, και του έκανε περιτομή την όγδοη ημέρα και ο Ισαάκ γέννησε τον Ιακώβ, και ο Ιακώβ τούς δώδεκα Πατριάρχες. 9 Και οι Πατριάρχες, επειδή φθόνησαν τον Ιωσήφ, τον πούλησαν στην Αίγυπτο ο Θεός, όμως, ήταν μαζί του. 10 Και τον ελευθέρωσε από όλες τις θλίψεις του, και του έδωσε χάρη και σοφία μπροστά στον Φαραώ, τον βασιλιά τής Αιγύπτου, ο οποίος τον έκανε κυβερνήτη επάνω στην Αίγυπτο και σε όλο το παλάτι του. 11 'Ηρθε, όμως, πείνα επάνω σε ολόκληρη τη γη τής Αιγύπτου και της Χαναάν, και μεγάλη θλίψη και οι πατέρες μας δεν έβρισκαν τροφές. 12 Και ακούγοντας ο Ιακώβ ότι υπήρχε σιτάρι στην Αίγυπτο, έστειλε μια πρώτη φορά τούς πατέρες μας. 13 Και κατά τη δεύτερη φορά ο Ιωσήφ φανερώθηκε στους αδελφούς του, και το γένος τού Ιωσήφ φανερώθηκε στον Φαραώ. 14 Και ο Ιωσήφ, αφού έστειλε, κάλεσε κοντά του τον πατέρα του, τον Ιακώβ, και ολόκληρη τη συγγένειά του, 75 ψυχές. 15 Και ο Ιακώβ κατέβηκε στην Αίγυπτο, και πέθανε εκεί αυτός και οι πατέρες μας. 16 Και μετακομίστηκαν στη Συχέμ, και τέθηκαν στο μνήμα, που ο Αβραάμ, πληρώνοντας ασήμι, είχε αγοράσει από τους γιους τού Εμμώρ, του πατέρα τού Συχέμ. 17 Και καθώς πλησίαζε ο καιρός τής υπόσχεσης, που ο Θεός είχε ορκιστεί στον Αβραάμ, ο λαός αυξήθηκε και πλήθυνε μέσα στην Αίγυπτο 18 μέχρις ότου ένας άλλος βασιλιάς σηκώθηκε, που δεν ήξερε τον Ιωσήφ. 19 Αυτός, αφού σοφίστηκε δόλιους τρόπους ενάντια στο γένος μας, κατέθλιψε τους πατέρες μας, ώστε να κάνει να ρίχνονται στον ποταμό τα βρέφη τους, για να μη μένουν στη ζωή. 20 Κατά τον καιρό εκείνο γεννήθηκε ο Μωυσής, και είχε θείο κάλλος ο οποίος ανατράφηκε τρεις μήνες στο σπίτι τού πατέρα του. 21 Και αφού ρίχτηκε στον ποταμό τον ανέσυρε η θυγατέρα τού Φαραώ, και τον ανέθρεψε για να είναι γιος της. 22 Και ο Μωυσής διδάχθηκε ολόκληρη τη σοφία των Αιγυπτίων και ήταν δυνατός σε λόγια και σε έργα. 23 Και ενώ τελείωνε τον 40ό χρόνο τής ηλικίας του, ήρθε στην καρδιά του να επισκεφθεί τούς αδελφούς του, τους γιους Ισραήλ. 24 Και όταν είδε κάποιον να αδικείται, τον υπερασπίστηκε, και έκανε εκδίκηση για χάρη τού καταθλιβόμενου, χτυπώντας τον Αιγύπτιο. 25 Νόμιζε δε ότι οι αδελφοί του θα καταλάβαιναν ότι ο Θεός διαμέσου αυτού δίνει σ' αυτούς σωτηρία εκείνοι, όμως, δεν κατάλαβαν. 26 Και την ακόλουθη ημέρα φάνηκε σ' αυτούς, ενώ μάχονταν, και τους παρακίνησε σε ειρήνη, λέγοντας: 'Ανθρωποι, εσείς είστε αδελφοί γιατί αδικείτε ο ένας τον άλλον; 27 Και εκείνος που αδικούσε τον πλησίον του, τον έσπρωξε, λέγοντας: Ποιος σε έβαλε άρχοντα ή δικαστή επάνω μας; 28 Μήπως εσύ θέλεις να με φονεύσεις με τον τρόπο που χθες φόνευσες τον Αιγύπτιο; 29 Τότε, ο Μωυσής έφυγε εξαιτίας αυτού τού λόγου, και έγινε πάροικος στη γη Μαδιάμ, όπου γέννησε δύο γιους. 30 Και αφού συμπληρώθηκαν 40 χρόνια, άγγελος του Κυρίου φάνηκε σ' αυτόν στην έρημο του βουνού Σινά, μέσα σε φλόγα μιας βάτου που καιγόταν. 31 Και ο Μωυσής όταν το είδε, θαύμασε για το όραμα και ενώ πλησίαζε για να παρατηρήσει, ήρθε η φωνή τού Κυρίου σ' αυτόν: 32 <<Εγώ είμαι ο Θεός των πατέρων σου, ο Θεός τού Αβραάμ, ο Θεός τού Ισαάκ, και ο Θεός τού Ιακώβ>>. Και, τότε, ο Μωυσής, καθώς έγινε έντρομος, δεν τολμούσε να παρατηρήσει. 33 Και ο Κύριος είπε σ' αυτόν: <<Λύσε το υπόδημα των ποδιών σου επειδή, ο τόπος επάνω στον οποίο στέκεσαι, είναι άγια γη>>. 34 <<Είδα, είδα την ταλαιπωρία τού λαού μου, που είναι στην Αίγυπτο, και άκουσα τον στεναγμό τους, και κατέβηκα για να τους ελευθερώσω και τώρα, έλα, θα σε στείλω στην Αίγυπτο>>. 35 Τούτον τον Μωυσή που αρνήθηκαν, λέγοντας: Ποιος σε κατέστησε άρχοντα ή δικαστή; Τούτον ο Θεός έστειλε αρχηγό και λυτρωτή διαμέσου του αγγέλου που φάνηκε σ' αυτόν στη βάτο. 36 Αυτός τούς έβγαλε, αφού έκανε τέρατα και σημεία μέσα στη γη τής Αιγύπτου, και στην Ερυθρά Θάλασσα, και μέσα στην έρημο για 40 χρόνια. 37 Αυτός είναι ο Μωυσής, που είπε στους γιους Ισραήλ: <<Προφήτην από τους αδελφούς σας θα σηκώσει σε σας ο Κύριος ο Θεός σας, όπως εμένα αυτόν θα ακούτε>>. 38 Αυτός είναι που, στην εκκλησία μέσα στην έρημο, στάθηκε μαζί με τον άγγελο που του μιλούσε στο βουνό Σινά, και μαζί με τους πατέρες μας, και παρέλαβε τα ζωοποιά λόγια, για να τα δώσει σε μας. 39 Στον οποίο οι πατέρες μας δεν θέλησαν να υπακούσουν, αλλά τον απώθησαν, και μέσα στις καρδιές τους στράφηκαν στην Αίγυπτο, 40 λέγοντας στον Ααρών: <<Κάνε σε μας θεούς, που θα προπορεύονται από μας επειδή, αυτός ο Μωυσής, που μας έβγαλε από τη γη τής Αιγύπτου, δεν ξέρουμε τι του συνέβηκε>>. 41 Και κατά τις ημέρες εκείνες κατασκεύασαν ένα μοσχάρι, και πρόσφεραν θυσία στο είδωλο, και ευφραίνονταν στα έργα των χεριών τους. 42 Γι' αυτό, ο Θεός έστρεψε και τους παρέδωσε στο να λατρεύσουν τη στρατιά τού ουρανού, όπως είναι γραμμένο στο βιβλίο των προφητών: <<Μήπως προσφέρατε σε μένα σφάγια και θυσίες 40 χρόνια στην έρημο, ω οίκος Ισραήλ; 43 Μάλιστα, αναλάβατε τη σκηνή τού Μολόχ, και το αστέρι τού θεού σας Ρεμφάν, τα ομοιώματα που κάνατε για να τα προσκυνάτε γι' αυτό, θα σας μετοικίσω πιο πέρα>> από τη Βαβυλώνα. 44 Η σκηνή τού μαρτυρίου ήταν μαζί με τους πατέρες μας μέσα στην έρημο, όπως διέταξε εκείνος που μιλούσε στον Μωυσή για να την κατασκευάσει, σύμφωνα με τον τύπο που είχε δει 45 την οποία και παίρνοντάς την οι πατέρες μας, την έφεραν μαζί με τον Ιησού στη γη των εθνών, που κατέκτησαν, τα οποία ο Θεός έβγαλε μπροστά από τους πατέρες μας, μέχρι τις ημέρες τού Δαβίδ 46 ο οποίος βρήκε χάρη μπροστά στον Θεό, και ευχήθηκε να βρει κατοικία για τον Θεό τού Ιακώβ. 47 Ο Σολομώντας, όμως, του έκτισε οίκο. 48 Αλλά, ο 'Υψιστος δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς, όπως λέει ο προφήτης: 49 <<Ο ουρανός είναι ο θρόνος μου, η δε γη το υποπόδιο των ποδιών μου ποιον οίκο θα οικοδομήσετε σε μένα; λέει ο Κύριος ή, ποιος είναι ο τόπος τής ανάπαυσής μου; 50 'Ολα αυτά δεν τα έκανε το χέρι μου;>>. 51 Σκληροτράχηλοι και απερίτμητοι στην καρδιά και στα αυτιά, εσείς όλοι πάντοτε αντιτάσσεστε ενάντια στο 'Αγιο Πνεύμα όπως οι πατέρες σας, έτσι κι εσείς. 52 Ποιον από τους προφήτες δεν έθεσαν υπό διωγμόν οι πατέρες σας; Μάλιστα, φόνευσαν εκείνους που τους προανήγγειλαν για την έλευση του Δικαίου, του οποίου εσείς τώρα γίνατε προδότες και φονιάδες 53 οι οποίοι πήρατε τον νόμο διαμέσου αγγέλων, και δεν τον φυλάξατε. Ο Στέφανος λιθοβολείται 54 Και όταν τα άκουγαν αυτά κατακόβονταν οι καρδιές τους, και έτριζαν τα δόντια τους εναντίον του. 55 Ο δε Στέφανος, πλήρης καθώς ήταν από Πνεύμα 'Αγιο, ατενίζοντας στον ουρανό, είδε τη δόξα τού Θεού, και τον Ιησού να στέκεται από τα δεξιά τού Θεού, 56 και είπε: Να! θωρώ τους ουρανούς ανοιγμένους, και τον Υιό τού ανθρώπου να στέκεται από τα δεξιά τού Θεού. 57 Τότε, αφού φώναξαν με δυνατή φωνή, έφραξαν τα αυτιά τους, και όρμησαν ως μια ψυχή εναντίον του. 58 Και αφού τον έβγαλαν έξω από την πόλη, τον λιθοβολούσαν. Και οι μάρτυρες απέθεσαν τα ιμάτιά τους στα πόδια ενός νεανία, που ονομαζόταν Σαύλος. 59 Και λιθοβολούσαν τον Στέφανο, που επικαλείτο και έλεγε: Κύριε Ιησού, δέξου το πνεύμα μου. 60 Και αφού γονάτισε, φώναξε με δυνατή φωνή: Κύριε, μη τους λογαριάσεις αυτή την αμαρτία και καθώς το είπε αυτό, κοιμήθηκε. ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙO : 8ο Ο δεύτερος διωγμός. Τα αποτελέσματά του 1 Ο δε Σαύλος ήταν σύμφωνος στον φόνο του. Και κατά την ημέρα εκείνη έγινε μεγάλος διωγμός ενάντια στην εκκλησία που ήταν στα Ιεροσόλυμα και όλοι διασπάρθηκαν στους τόπους τής Ιουδαίας και της Σαμάρειας, εκτός από τους αποστόλους. 2 Τον δε Στέφανο έφεραν στον τάφο μερικοί ευλαβείς άνδρες, και έκαναν γι' αυτόν μεγάλον θρήνο. 3 Ο δε Σαύλος κακοποιούσε την εκκλησία, μπαίνοντας σε κάθε σπίτι, και αφού έσερνε άνδρες και γυναίκες, τους παρέδινε στη φυλακή. 4 Εκείνοι μεν, λοιπόν, που διασπάρθηκαν διαπέρασαν τους τόπους, ευαγγελιζόμενοι τον λόγο. Ο Φίλιππος στη Σαμάρεια 5 Ο ΔΕ Φίλιππος, αφού κατέβηκε στην πόλη τής Σαμάρειας, τους κήρυττε τον Χριστό. 6 Και τα πλήθη ως μια ψυχή πρόσεχαν στα λεγόμενα από τον Φίλιππο, ακούγοντας και βλέποντας τα θαύματα που έκανε. 7 Επειδή, από πολλούς, που είχαν ακάθαρτα πνεύματα, αυτά έβγαιναν φωνάζοντας με δυνατή φωνή και πολλοί παραλυτικοί και χωλοί θεραπεύθηκαν. 8 Και έγινε μεγάλη χαρά σ' εκείνη την πόλη. Ο Σίμωνας, ο μάγος 9 Στην πόλη προϋπήρχε κάποιος άνθρωπος, που ονομαζόταν Σίμωνας, κάνοντας μαγείες, και εκπλήττοντας τον λαό τής Σαμάρειας, λέγοντας για τον εαυτό του ότι είναι κάποιος μεγάλος 10 στον οποίο όλοι έδιναν προσοχή, από μικρόν μέχρι μεγάλον, λέγοντας: Αυτός είναι η μεγάλη δύναμη του Θεού. 11 Του έδιναν, μάλιστα, προσοχή επειδή, για πολύν καιρό, τους είχε καταπλήξει με τις μαγείες. 12 'Οταν, όμως, πίστεψαν στον Φίλιππο, που ευαγγελιζόταν τα αναφερόμενα στη βασιλεία τού Θεού, και το όνομα του Ιησού Χριστού, βαπτίζονταν και άνδρες και γυναίκες. 13 Και ο ίδιος ο Σίμωνας, μάλιστα, πίστεψε, και αφού βαπτίστηκε έμενε πάντοτε μαζί με τον Φίλιππο, και θωρώντας σημεία και μεγάλα θαύματα που γίνονταν έμενε κατάπληκτος. 14 Και οι απόστολοι, που ήσαν στα Ιεροσόλυμα, όταν άκουσαν ότι η Σαμάρεια δέχθηκε τον λόγο τού Θεού, έστειλαν σ' αυτούς τον Πέτρο και τον Ιωάννη 15 οι οποίοι, αφού κατέβηκαν, προσευχήθηκαν γι' αυτούς, για να λάβουν Πνεύμα 'Αγιο. 16 Επειδή, δεν είχε ακόμα επιπέσει σε κανέναν απ' αυτούς, αλλά ήσαν μονάχα βαπτισμένοι στο όνομα του Κυρίου Ιησού. 17 Τότε, έβαζαν επάνω τους τα χέρια, και έπαιρναν Πνεύμα 'Αγιο. 18 Βλέποντας δε ο Σίμωνας ότι, με επίθεση των χεριών των αποστόλων δίνεται το Πνεύμα το 'Αγιο, τους πρόσφερε χρήματα, 19 λέγοντας: Δώστε και σε μένα αυτή την εξουσία, ώστε σε όποιον βάλω επάνω του τα χέρια να παίρνει Πνεύμα 'Αγιο. 20 Και ο Πέτρος είπε σ' αυτόν: Το ασήμι σου ας είναι μαζί με σένα σε απώλεια, επειδή νόμισες ότι η δωρεά τού Θεού αποκτιέται με χρήματα. 21 Εσύ δεν έχεις μερίδα ούτε κλήρο σε τούτο τον λόγο επειδή, η καρδιά σου δεν είναι ευθεία μπροστά στον Θεό. 22 Μετανόησε, λοιπόν, απ' αυτή την κακία σου, και δεήσου στον Θεό, ίσως συγχωρεθεί σε σένα η επινόηση της καρδιάς σου 23 επειδή, σε βλέπω ότι είσαι σε χολή πικρίας και σε δεσμό αδικίας. 24 Και απαντώντας ο Σίμωνας είπε: Δεηθείτε εσείς στον Κύριο για μένα, για να μη έρθει επάνω μου κανένα από όσα είπατε. 25 Εκείνοι, λοιπόν, αφού έδωσαν μαρτυρία και μίλησαν τον λόγο τού Κυρίου, επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ, αφού κήρυξαν το ευαγγέλιο και σε πολλές κωμοπόλεις των Σαμαρειτών. Ο Φίλιππος στέλνεται στον Ευνούχο τής Κανδάκης 26 Και ένας άγγελος του Κυρίου μίλησε στον Φίλιππο, λέγοντας: Σήκω, και πήγαινε κατά το μεσημβρινό μέρος, στον δρόμο που κατεβαίνει από την Ιερουσαλήμ στη Γάζα (αυτός είναι έρημος). 27 Και αφού σηκώθηκε, πήγε. Και ξάφνου, ένας άνθρωπος Αιθίοπας, ευνούχος, άρχοντας της Κανδάκης, της βασίλισσας των Αιθιόπων, που ήταν επιτηρητής σε όλους τούς θησαυρούς της αυτός είχε έρθει για να προσκυνήσει στην Ιερουσαλήμ. 28 Και επέστρεφε, και καθισμένος επάνω στην άμαξά του, διάβαζε τον προφήτη Ησαϊα. 29 Και το Πνεύμα είπε στον Φίλιππο: Πλησίασε, και προσκολλήσου σ' αυτή την άμαξα. 30 Και ο Φίλιππος έτρεξε κοντά, και τον άκουσε να διαβάζει τον προφήτη Ησαϊα, και είπε: 'Αραγε, καταλαβαίνεις αυτά που διαβάζεις; 31 Και εκείνος είπε: Και πώς θα μπορούσα, αν κάποιος δεν με οδηγήσει; Και παρακάλεσε τον Φίλιππο να ανέβει και να καθήσει μαζί του. 32 Και το χωρίο τής γραφής, που διάβαζε, ήταν τούτο: <<Φέρθηκε σαν πρόβατο σε σφαγή, και σαν αρνί άφωνο μπροστά σ' αυτόν που το κουρεύει, έτσι δεν ανοίγει το στόμα του. 33 Μέσα στην ταπείνωσή του η κρίση του αφαιρέθηκε και τη γενεά του ποιος θα τη διηγηθεί; Επειδή, η ζωή του σηκώνεται από τη γη>>. 34 Και ο ευνούχος, αποκρινόμενος στον Φίλιππο, είπε: Σε παρακαλώ, για ποιον το λέει αυτό ο προφήτης; Για τον εαυτό του ή για κάποιον άλλον; 35 Και ο Φίλιππος, ανοίγοντας το στόμα του, και αρχίζοντας από τούτη τη γραφή ευαγγελίστηκε σ' αυτόν τον Ιησού. 36 Και καθώς εξακολουθούσαν τον δρόμο, ήρθαν σε κάποιον τόπο με νερό και ο ευνούχος λέει: Δες, νερό τι με εμποδίζει να βαπτιστώ; 37 Και ο Φίλιππος είπε: Αν πιστεύεις με όλη σου την καρδιά, μπορείς. Και αποκρινόμενος είπε: Πιστεύω ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός τού Θεού. 38 Και πρόσταξε να σταθεί η άμαξα και κατέβηκαν και οι δύο στο νερό, ο Φίλιππος και ο ευνούχος και τον βάπτισε. 39 Και όταν ανέβηκαν από το νερό, το Πνεύμα τού Κυρίου άρπαξε τον Φίλιππο, και ο ευνούχος δεν τον είδε πλέον, αλλά πορευόταν τον δρόμο του χαίροντας. 40 Και ο Φίλιππος βρέθηκε στην 'Αζωτο, και καθώς περνούσε κήρυττε σε όλες τις πόλεις, μέχρις ότου ήρθε στην Καισάρεια. ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙO : 9ο Ο Σαύλος καταδιώκει με μανία τούς Χριστιανούς 1 Ο ΔΕ Σαύλος, πνέοντας ακόμα από απειλή και φόνο ενάντια στους μαθητές τού Κυρίου, ήρθε στον αρχιερέα, 2 και ζήτησε απ' αυτόν επιστολές για τις συναγωγές στη Δαμασκό, προκειμένου, αν βρει μερικούς από ^τούτο^ τον δρόμο, και άνδρες και γυναίκες, να τους φέρει δεμένους στην Ιερουσαλήμ. Ο Ιησούς συναντάει τον Σαύλο. Η μεταστροφή τού Σαύλου πριν από τη Δαμασκό 3 Και καθώς πορευόταν, πλησίαζε στη Δαμασκό, και ξαφνικά άστραψε γύρω του φως από τον ουρανό 4 και πέφτοντας κάτω στη γη, άκουσε μια φωνή να του λέει: Σαούλ, Σαούλ, γιατί με καταδιώκεις; 5 Και είπε: Ποιος είσαι, Κύριε; Και ο Κύριος είπε: Εγώ είμαι ο Ιησούς, τον οποίο εσύ καταδιώκεις είναι σκληρό σε σένα να κλοτσάς σε καρφιά. 6 Εκείνος δε τρέμοντας, και ενώ έγινε έκθαμβος, είπε: Κύριε, τι θέλεις να κάνω; Και ο Κύριος του είπε: Σήκω, και μπες μέσα στην πόλη, και θα σου λαληθεί τι πρέπει να κάνεις. 7 Και οι άνδρες, που τον συνόδευαν, στέκονταν άφωνοι, ακούγοντας μεν τη φωνή, χωρίς όμως να βλέπουν κανέναν. 8 Και ο Σαύλος σηκώθηκε από τη γη και είχε ανοιχτά μάτια του, όμως δεν έβλεπε κανέναν και χειραγωγώντας τον, τον έφεραν μέσα στη Δαμασκό. 9 Και ήταν τρεις ημέρες χωρίς να βλέπει και δεν έφαγε ούτε ήπιε. 10 Υπήρχε δε κάποιος μαθητής στη Δαμασκό, που ονομαζόταν Ανανίας, και ο Κύριος, διαμέσου ενός οράματος, του είπε: Ανανία. Και εκείνος είπε: Εδώ είμαι, Κύριε. 11 Και ο Κύριος του είπε: Αφού σηκωθείς, πήγαινε στην οδό, που λέγεται Ευθεία, και στο σπίτι τού Ιούδα ζήτησε κάποιον που λέγεται Σαύλος, από την Ταρσό επειδή, να, προσεύχεται 12 και διαμέσου ενός οράματος είδε έναν άνθρωπο, που λεγόταν Ανανίας, ότι μπήκε μέσα και έβαλε επάνω του το χέρι, για να ξαναδεί. 13 Και ο Ανανίας αποκρίθηκε: Κύριε, από πολλούς άκουσα γι' αυτόν τον άνδρα, όσα κακά έκανε στους αγίους σου στην Ιερουσαλήμ 14 κι εδώ έχει εξουσία από τους αρχιερείς να δέσει όλους όσους επικαλούνται το όνομά σου. 15 Και ο Κύριος του είπε: Πήγαινε, δεδομένου ότι αυτός είναι ένα εκλεκτό σκεύος σε μένα, για να βαστάξει το όνομά μου μπροστά σε έθνη και βασιλιάδες, και τους γιους Ισραήλ 16 επειδή, εγώ θα του δείξω όσα πρέπει να πάθει για χάρη τού ονόματός μου. 17 Και ο Ανανίας πήγε και μπήκε μέσα στο σπίτι και αφού έβαλε επάνω του τα χέρια, είπε: Σαούλ, αδελφέ, ο Κύριος, ο Ιησούς που φάνηκε σε σένα στον δρόμο, στον οποίο ερχόσουν, με απέστειλε για να ξαναδείς, και να γίνεις πλήρης Πνεύματος Αγίου. 18 Κι αμέσως έπεσαν από τα μάτια του κάτι σαν λέπια, και ξαναείδε αμέσως και καθώς σηκώθηκε, βαπτίστηκε. 19 Και αφού έλαβε τροφή, δυνάμωσε. Ο Σαύλος αρχίζει αμέσως να κηρύττει στη Δαμασκό Και ο Σαύλος έμεινε μερικές ημέρες μαζί με τους μαθητές που ήσαν στη Δαμασκό. 20 Κι αμέσως κήρυττε τον Χριστό μέσα στις συναγωγές, ότι αυτός είναι ο Υιός τού Θεού. 21 Και όλοι όσοι άκουγαν εκπλήττονταν και έλεγαν: Δεν είναι αυτός, που στην Ιερουσαλήμ εξολόθρευσε εκείνους οι οποίοι επικαλούνταν τούτο το όνομα; Και εδώ, γι' αυτό είχε έρθει, για να τους φέρει δεμένους στους αρχιερείς; 22 Και ο Σαύλος ενδυναμωνόταν περισσότερο, και έφερνε σε σύγχυση τους Ιουδαίους που κατοικούσαν στη Δαμασκό, αποδεικνύοντας ότι αυτός είναι ο Χριστός. Η συνωμοσία των Ιουδαίων ενάντια στον Σαύλο 23 Και αφού πέρασαν αρκετές ημέρες, οι Ιουδαίοι έκαναν συμβούλιο για να τον θανατώσουν. 24 Αλλά, η επιβουλή τους γνωστοποιήθηκε στον Σαύλο και παραφύλαγαν τις πύλες ημέρα και νύχτα, για να τον θανατώσουν. 25 Και οι μαθητές, αφού τον πήραν μέσα στη νύχτα, τον κατέβασαν διαμέσου τού τείχους μέσα σε ένα μεγάλο κοφίνι, που χρησιμοποίησαν. Η Εκκλησία στην Ιερουσαλήμ δυσκολεύεται αρχικά να δεχθεί τον Σαύλο 26 Και ο Σαύλος όταν ήρθε στην Ιερουσαλήμ προσπαθούσε να προσκολληθεί στους μαθητές όμως, όλοι τον φοβόνταν, μη πιστεύοντας ότι είναι μαθητής. 27 Ο Βαρνάβας, όμως, αφού τον πήρε, τον έφερε στους αποστόλους, και τους διηγήθηκε πώς είδε τον Κύριο στον δρόμο, και ότι του μίλησε, και πώς στη Δαμασκό κήρυξε με παρρησία στο όνομα του Ιησού. 28 Και ήταν μαζί τους στην Ιερουσαλήμ, μπαίνοντας και βγαίνοντας, κηρύττοντας δε με παρρησία στο όνομα του Κυρίου Ιησού. 29 Και μιλούσε και φιλονικούσε μαζί με τους Ελληνιστές κι εκείνοι καταγίνονταν στο πώς να τον θανατώσουν. 30 Και όταν οι αδελφοί το έμαθαν, τον κατέβασαν στην Καισάρεια, και τον έστειλαν στην Ταρσό. 31 Οι μεν εκκλησίες, λοιπόν, σε ολόκληρη την Ιουδαία και τη Γαλιλαία και τη Σαμάρεια είχαν ειρήνη, οικοδομούμενες και περπατώντας μέσα στον φόβο τού Κυρίου, και πληθύνονταν με την παρηγορία τού Αγίου Πνεύματος. Ο Πέτρος θεραπεύει τον παραλυτικό Αινέα 32 ΚΑΙ ο Πέτρος, καθώς περνούσε από όλα τα μέρη, κατέβηκε προς τους αγίους που κατοικούσαν στη Λύδδα. 33 Και βρήκε κάποιον άνθρωπο με το όνομα Αινέας, ο οποίος ήταν παράλυτος, κατάκοιτος εδώ και οκτώ χρόνια επάνω σε κρεβάτι. 34 Και ο Πέτρος τού είπε: Αινέα, σε γιατρεύει ο Ιησούς ο Χριστός σήκω επάνω, και στρώσε το κρεβάτι σου. Κι αμέσως σηκώθηκε. 35 Και τον είδαν όλοι αυτοί που κατοικούσαν στη Λύδδα και στον Σάρωνα, οι οποίοι επέστρεψαν στον Κύριο. Ο Πέτρος ανασταίνει την Ταβιθά 36 Και στην Ιόππη υπήρχε κάποια μαθήτρια με το όνομα Ταβιθά, που μεταφραζόμενο λέγεται Δορκάδα αυτή ήταν πλήρης από αγαθά έργα και ελεημοσύνες που έκανε 37 και κατά τις ημέρες εκείνες, καθώς ασθένησε, συνέβηκε να πεθάνει και αφού την έλουσαν, την έβαλαν στο ανώγειο. 38 Και επειδή η Λύδδα ήταν κοντά στην Ιόππη, οι μαθητές ακούγοντας ότι ο Πέτρος είναι σ' αυτή, έστειλαν προς αυτόν δύο άνδρες, παρακαλώντας τον να μη βραδύνει να περάσει μέχρι σ' αυτούς 39 και ο Πέτρος, αφού σηκώθηκε, πήγε μαζί τους τον οποίο, όταν ήρθε, τον ανέβασαν στο ανώγειο και παραστάθηκαν μπροστά του όλες οι χήρες κλαίγοντας, και δείχνοντας χιτώνες και ιμάτια, όσα η Δορκάδα εργαζόταν όταν ήταν μαζί τους. 40 Και ο Πέτρος, αφού τους έβγαλε όλους έξω, γονάτισε και προσευχήθηκε και αφού στράφηκε προς το σώμα, είπε: Ταβιθά, αναστήσου. Και εκείνη άνοιξε τα μάτια της, και καθώς είδε τον Πέτρο, ανακάθησε. 41 Και εκείνος τής έδωσε το χέρι, και τη σήκωσε και φωνάζοντας τους αγίους και τις χήρες, την παρέστησε κοντά τους ζωντανή. 42 Και τούτο έγινε γνωστό σε ολόκληρη την Ιόππη και πολλοί πίστεψαν στον Κύριο. 43 Και ο Πέτρος έμεινε αρκετές ημέρες στην Ιόππη, κοντά σε κάποιον Σίμωνα βυρσοδέψη. ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙO : 10ο ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΑΝΟΙΓΕΙ Η ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ 1. Ο Κορνήλιος καλεί τον Πέτρο 1 ΥΠΗΡΧΕ δε κάποιος άνθρωπος στην Καισάρεια, με το όνομα Κορνήλιος, εκατόνταρχος, από το τάγμα που λεγόταν Ιταλικό, 2 ευσεβής και φοβούμενος τον Θεό μαζί με ολόκληρη την οικογένειά του, ο οποίος έκανε πολλές ελεημοσύνες στον λαό, και δεόταν διαρκώς στον Θεό. 3 Αυτός είδε φανερά διαμέσου οράματος, γύρω στην ένατη ώρα τής ημέρας, έναν άγγελο του Θεού, ότι μπήκε μέσα προς αυτόν και του είπε: Κορνήλιε. 4 Και εκείνος, ατενίζοντας σ' αυτόν, και ενώ έγινε έντρομος, είπε: Τι είναι, Κύριε; Και του είπε: Οι προσευχές σου και οι ελεημοσύνες σου ανέβηκαν σε υπόμνηση μπροστά στον Θεό. 5 Και τώρα, στείλε ανθρώπους στην Ιόππη, και προσκάλεσε τον Σίμωνα, που αποκαλείται Πέτρος 6 αυτός φιλοξενείται σε κάποιον Σίμωνα βυρσοδέψη, που έχει το σπίτι του κοντά στη θάλασσα αυτός θα σου μιλήσει τι πρέπει να κάνεις. 2. Ο Θεός προετοιμάζει τον Πέτρο, για να φτάσει το Ευαγγέλιο στους Εθνικούς 7 Και καθώς ο άγγελος, που μιλούσε στον Κορνήλιο, αναχώρησε, φώναξε δύο από τους υπηρέτες του, και έναν ευσεβή στρατιώτη, απ' αυτούς που διέμεναν κοντά του 8 και αφού τους διηγήθηκε τα πάντα, τους έστειλε στην Ιόππη. 9 Και την επόμενη ημέρα, ενώ εκείνοι οδοιπορούσαν και πλησίαζαν στην πόλη, ο Πέτρος, γύρω στην έκτη ώρα, ανέβηκε στην ταράτσα για να προσευχηθεί. 10 Και καθώς πείνασε, ήθελε να φάει, και ενώ ετοίμαζαν, ήρθε επάνω του έκσταση 11 και βλέπει ανοιγμένον τον ουρανό, και κάποιο σκεύος να κατεβαίνει σαν ένα μεγάλο σεντόνι, που ήταν δεμένο από τις τέσσερις άκρες, και το κατέβαζαν επάνω στη γη 12 μέσα σ' αυτό υπήρχαν όλα τα τετράποδα της γης, και τα θηρία, και τα ερπετά, και τα πουλιά τού ουρανού. 13 Και έγινε μια φωνή προς αυτόν: Πέτρο, αφού σηκωθείς, σφάξε και φάε. 14 Και ο Πέτρος είπε: Μη γένοιτο, Κύριε επειδή, ποτέ δεν έφαγα κανένα βέβηλο ή ακάθαρτο. 15 Και ξανά, για δεύτερη φορά, έγινε σ' αυτόν μια φωνή: 'Οσα ο Θεός καθάρισε, εσύ μη τα λες βέβηλα. 16 Και τούτο έγινε τρεις φορές και το σκεύος αναλήφθηκε πάλι στον ουρανό. 3. Οι αποσταλμένοι τού Κορνηλίου στον Πέτρο 17 Και ενώ ο Πέτρος ήταν μέσα του σε απορία, τι τάχα σήμαινε το όραμα που είδε, ξάφνου, οι άνθρωποι που είχαν σταλεί από τον Κορνήλιο, αφού ρώτησαν και έμαθαν το σπίτι τού Σίμωνα, έφτασαν στην πύλη 18 και φωνάζοντας, ρωτούσαν, αν ο Σίμωνας, που επονομαζόταν Πέτρος, φιλοξενείται εδώ. 19 Και ενώ ο Πέτρος συλλογιζόταν για το όραμα, το Πνεύμα είπε σ' αυτόν: Δες, σε ζητούν τρεις άνθρωποι 20 καθώς, λοιπόν, σηκωθείς, κατέβα, και πήγαινε μαζί τους, χωρίς να διστάζεις καθόλου, επειδή εγώ τους έστειλα. 21 Και ο Πέτρος, αφού κατέβηκε στους ανθρώπους, που είχαν σταλεί σ' αυτόν από τον Κορνήλιο, είπε: Δέστε, εγώ είμαι εκείνος που ζητάτε ποια είναι η αιτία για την οποία ήρθατε; 22 Και εκείνοι είπαν: Ο εκατόνταρχος Κορνήλιος, άνδρας δίκαιος και φοβούμενος τον Θεό, και έχοντας μαρτυρία από ολόκληρο το έθνος των Ιουδαίων, διατάχθηκε από τον Θεό διαμέσου ενός αγίου αγγέλου να σε προσκαλέσει στο σπίτι του, και να ακούσει λόγια από σένα. 23 Και αφού, λοιπόν, τους προσκάλεσε μέσα, τους φιλοξένησε. Και την επόμενη ημέρα ο Πέτρος βγήκε μαζί τους, και μερικοί από τους αδελφούς, από εκείνους τής Ιόππης, πήγαν μαζί του 24 και την επόμενη ημέρα μπήκαν μέσα στην Καισάρεια ο δε Κορνήλιος τους περίμενε, αφού ταυτόχρονα κάλεσε τους συγγενείς του και τους σπιτικούς φίλους του. 4. Ο Πέτρος στο σπίτι τού Κορνηλίου 25 Και καθώς ο Πέτρος μπήκε μέσα, ερχόμενος ο Κορνήλιος σε συνάντησή του, έπεσε στα πόδια του, και προσκύνησε. 26 Ο Πέτρος, όμως, τον σήκωσε, λέγοντας: Σήκω επάνω και εγώ ο ίδιος άνθρωπος είμαι. 27 Και συνομιλώντας μαζί του μπήκε μέσα, και βρίσκει πολλούς συγκεντρωμένους. 28 Και τους είπε: Εσείς ξέρετε ότι είναι ασυγχώρητο σε έναν άνθρωπο Ιουδαίο να συναναστρέφεται ή να πλησιάζει σ' έναν αλλόφυλο ο Θεός, όμως, έδειξε σε μένα να μη λέω κανέναν άνθρωπο βέβηλον ή ακάθαρτον 29 γι' αυτό, και όταν προσκλήθηκα, ήρθα χωρίς καμιά αντιλογία ρωτάω, λοιπόν, για ποιον λόγο με προσκαλέσατε; 30 Και ο Κορνήλιος είπε: Εδώ και τέσσερις ημέρες ήμουν σε νηστεία μέχρι αυτή την ώρα, και την ένατη ώρα προσευχόμουν στο σπίτι μου και ξάφνου, στάθηκε μπροστά μου ένας άνδρας, με λαμπρά ενδύματα, 31 και λέει: Κορνήλιε, η προσευχή σου εισακούστηκε, και οι ελεημοσύνες σου ήρθαν σε υπόμνηση μπροστά στον Θεό 32 στείλε, λοιπόν, στην Ιόππη, και προσκάλεσε τον Σίμωνα, που αποκαλείται Πέτρος αυτός φιλοξενείται στο σπίτι τού Σίμωνα, του βυρσοδέψη, κοντά στη θάλασσα, ο οποίος όταν έρθει θα σου μιλήσει. 33 'Εστειλα, λοιπόν, αμέσως σε σένα κι εσύ έκανες καλά ότι ήρθες. Τώρα, λοιπόν, εμείς όλοι παραστεκόμαστε μπροστά στον Θεό, για να ακούσουμε όλα όσα προστάχθηκαν σε σένα από τον Θεό. 5. Ο Πέτρος κηρύττει το Ευαγγέλιο στους Εθνικούς 34 Τότε, καθώς ο Πέτρος άνοιξε το στόμα, είπε: Γνωρίζω στ' αλήθεια ότι, ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης 35 αλλά, σε κάθε έθνος όποιος τον φοβάται, και εργάζεται δικαιοσύνη, είναι σ' αυτόν δεκτός. 36 Τον λόγο που έστειλε στους γιους Ισραήλ, ευαγγελιζόμενος ειρήνη διαμέσου τού Ιησού Χριστού (αυτός είναι ο Κύριος όλων) 37 εσείς ξέρετε αυτό τον λόγο, που κηρύχθηκε σε ολόκληρη την Ιουδαία, αρχίζοντας από τη Γαλιλαία, ύστερα από το βάπτισμα που κήρυξε ο Ιωάννης 38 πώς ο Θεός, τον Ιησού, αυτόν από τη Ναζαρέτ, τον έχρισε με Πνεύμα 'Αγιο και με δύναμη, ο οποίος πέρασε ευεργετώντας και θεραπεύοντας όλους εκείνους που καταδυναστεύονταν από τον διάβολο επειδή, ο Θεός ήταν μαζί του. 39 Κι εμείς είμαστε μάρτυρες όλων όσων έκανε, και στη γη των Ιουδαίων και στην Ιερουσαλήμ τον οποίο φόνευσαν, αφού τον κρέμασαν επάνω σε ξύλο 40 τούτον ο Θεός τον ανέστησε την τρίτη ημέρα, και τον έκανε να εμφανιστεί, 41 όχι σε ολόκληρο τον λαό, αλλά σε μάρτυρες, που ήσαν προσδιορισμένοι από τον Θεό, σε μας, που μαζί του φάγαμε και μαζί του ήπιαμε, μετά την ανάστασή του από τους νεκρούς 42 και μας παρήγγειλε να κηρύξουμε στον λαό, και να δώσουμε μαρτυρία, ότι αυτός είναι ο ορισμένος από τον Θεό κριτής ζωντανών και νεκρών 43 σε τούτον όλοι οι προφήτες δίνουν μαρτυρία, ότι διαμέσου τού ονόματός του θα λάβει άφεση αμαρτιών καθένας που πιστεύει σ' αυτόν. 6. Η δωρεά τού Αγίου Πνεύματος ξεχύνεται και στους Εθνικούς 44 Ενώ ο Πέτρος ακόμα μιλούσε αυτά τα λόγια, το Πνεύμα το 'Αγιο ήρθε επάνω σε όλους αυτούς που άκουγαν τον λόγο. 45 Και οι πιστοί, που ήσαν από την περιτομή, εκπλάγηκαν, όσοι είχαν έρθει μαζί με τον Πέτρο, ότι η δωρεά τού Αγίου Πνεύματος ξεχύθηκε και επάνω στα έθνη. 46 Επειδή, τους άκουγαν να μιλούν γλώσσες, και να μεγαλύνουν τον Θεό. Τότε, ο Πέτρος αποκρίθηκε: 47 Μήπως μπορεί κανείς να εμποδίσει το νερό, ώστε να μη βαπτιστούν αυτοί, οι οποίοι έλαβαν το Πνεύμα το 'Αγιο όπως κι εμείς; 48 Και τους πρόσταξε να βαπτιστούν στο όνομα του Κυρίου. Τότε, τον παρακάλεσαν να παραμείνει μερικές ημέρες. |