ΚΕΦΑΛΑΙΑ :  21ο 22ο 23ο 24ο 25ο


 ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙO : 21ο

22ο 23ο 24ο 25ο

Από τη Μίλητο ο Παύλος κατευθύνεται στα Ιεροσόλυμα

 

1 ΚΑΙ όταν αποχωριστήκαμε απ' αυτούς, αποπλεύσαμε,  ήρθαμε δε κατευθείαν στην Κω, και την ακόλουθη ημέρα στη Ρόδο, και από εκεί στα Πάταρα.

2 Και βρίσκοντας ένα πλοίο, που επρόκειτο να περάσει στη Φοινίκη, ανεβήκαμε σ' αυτό και αποπλεύσαμε.

3 Και αφού διακρίναμε από μακριά την Κύπρο, και την αφήσαμε αριστερά, πλέαμε προς τη Συρία, και κατεβήκαμε στην Τύρο επειδή, εκεί επρόκειτο το πλοίο να ξεφορτώσει το φορτίο του.

4 Και βρίσκοντας τους μαθητές, μείναμε εκεί επτά ημέρες οι οποίοι έλεγαν στον Παύλο διαμέσου τού Πνεύματος, να μη ανέβει στην Ιερουσαλήμ.

5 Και όταν τελειώσαμε εκείνες τις ημέρες, αφού βγήκαμε έξω, πορευόμασταν, και μας προέπεμπαν όλοι μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά μέχρι έξω από την πόλη και γονατίζοντας επάνω στον γιαλό προσευχηθήκαμε.

6 Και αφού χαιρετήσαμε ο ένας τον άλλον, ανεβήκαμε στο πλοίο, ενώ εκείνοι επέστρεψαν στα ίδια.

7 Κι εμείς, καθώς τελειώσαμε το θαλάσσιο ταξίδι, από την Τύρο φτάσαμε στην Πτολεμαϊδα, και αφού χαιρετήσαμε τους αδελφούς, μείναμε κοντά τους μία ημέρα.

8 Και την επόμενη ημέρα, ο Παύλος και εκείνοι που ήσαν γύρω του, αναχωρώντας ήρθαμε στην Καισάρεια και μπαίνοντας στο σπίτι τού Ευαγγελιστή Φιλίππου, που ήταν ένας από τους επτά, μείναμε κοντά του.

9 Αυτός, μάλιστα, είχε τέσσερις θυγατέρες παρθένες, που προφήτευαν.

10 Και ενώ μέναμε εκεί πολλές ημέρες, κατέβηκε από την Ιουδαία κάποιος προφήτης με το όνομα 'Αγαβος

11 και όταν ήρθε σε μας, πήρε τη ζώνη τού Παύλου, και αφού έδεσε τα δικά του χέρια και τα πόδια, είπε: Αυτά λέει το Πνεύμα το 'Αγιο: Τον άνδρα, του οποίου είναι αυτή η ζώνη, έτσι θα τον δέσουν οι Ιουδαίοι στην Ιερουσαλήμ, και θα τον παραδώσουν στα χέρια τών εθνών.

12 Και καθώς τα ακούσαμε αυτά, τον παρακαλούσαμε κι εμείς και οι ντόπιοι να μη ανέβει στην Ιερουσαλήμ.

13 Ο Παύλος, όμως, αποκρίθηκε: Τι κάνετε κλαίοντας και καταθλίβοντας την καρδιά μου; Επειδή, εγώ όχι μονάχα να δεθώ, αλλά και να πεθάνω στην Ιερουσαλήμ είμαι έτοιμος για χάρη τού ονόματος του Κυρίου Ιησού.

14 Και επειδή δεν πειθόταν, ησυχάσαμε, λέγοντας: Ας γίνει το θέλημα του Κυρίου.

15 'Υστερα δε από τις ημέρες αυτές, αφού ετοιμάσαμε την αποσκευή μας, ανεβαίναμε στην Ιερουσαλήμ.

16 Μαζί μας, μάλιστα, ήρθαν και μερικοί μαθητές από την Καισάρεια, φέρνοντας κάποιον Μνάσωνα, Κύπριον, παλιόν μαθητή, στον οποίο επρόκειτο να φιλοξενηθούμε.

 

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ

1. Επίσκεψη του Παύλου στον Ιάκωβο

17 Και όταν ήρθαμε στα Ιεροσόλυμα, οι αδελφοί μάς δέχθηκαν με χαρά.

18 Και την ακόλουθη ημέρα, ο Παύλος πήγε μαζί με μας στον Ιάκωβο, και ήρθαν όλοι οι πρεσβύτεροι.

19 Και αφού τους χαιρέτησε, διηγείτο ένα προς ένα ξεχωριστά τα όσα ο Θεός έκανε ανάμεσα στα έθνη με τη διακονία του.

20 Και εκείνοι, όταν τα άκουσαν, δόξαζαν τον Κύριο και του είπαν: Βλέπεις, αδελφέ, πόσες μυριάδες είναι από τους Ιουδαίους, που πίστεψαν και όλοι αυτοί είναι ζηλωτές τού νόμου.

21 'Εμαθαν, μάλιστα, για σένα, ότι διδάσκεις όλους τούς Ιουδαίους ανάμεσα στα έθνη να αποστατήσουν από τον Μωυσή, λέγοντας, να μη κάνουν περιτομή στα παιδιά τους ούτε να περπατούν σύμφωνα με τα έθιμα.

2. Η συμβουλή των πρεσβυτέρων για τον καθαρισμό

22 Τι είναι, λοιπόν; Πρόκειται, σίγουρα, να συγκεντρωθεί πλήθος, επειδή θα ακούσουν ότι ήρθες.

23 Κάνε, λοιπόν, τούτο που σου λέμε: Βρίσκονται κοντά μας τέσσερις άνδρες, που έχουν επάνω τους ευχή

24 πάρτ' τους, καθαρίσου μαζί τους, και δαπάνησε γι' αυτούς, για να ξυριστούν στο κεφάλι, και να γνωρίσουν όλοι ότι δεν υπάρχει τίποτε από όσα έμαθαν για σένα, αλλ' ακολουθείς κι εσύ φυλάττοντας τον νόμο.

25 'Οσο για τα έθνη που πίστεψαν, εμείς γράψαμε, καθώς αποφασίσαμε να μη φυλάττουν τίποτε τέτοιο, παρά μονάχα να απέχουν από το ειδωλόθυτο, και το αίμα, και πνικτό ζώο, και πορνεία.

26 Τότε, ο Παύλος, παίρνοντας τους άνδρες, την ακόλουθη ημέρα, αφού καθαρίστηκε μαζί τους, μπήκε μέσα στο ιερό, εξαγγέλλοντας πότε εκπληρώνονται οι ημέρες τού καθαρισμού, οπότε θα γίνει προσφορά για κάθε έναν απ' αυτούς.

3. Ο Παύλος συλλαμβάνεται στην αυλή τού Ναού

27 Και καθώς επρόκειτο να συμπληρωθούν οι επτά ημέρες, οι Ιουδαίοι από την Ασία, μόλις τον είδαν μέσα στο ιερό, τάραξαν ολόκληρο το πλήθος, και έβαλαν τα χέρια τους επάνω του,

28 κράζοντας: 'Ανδρες Ισραηλίτες, βοηθάτε αυτός είναι ο άνθρωπος που διδάσκει όλους παντού ενάντια στον λαό και στον νόμο και σε τούτο τον τόπο κι ακόμα, έφερε και 'Ελληνες μέσα στο ιερό, και βεβήλωσε τούτο τον άγιο τόπο.

29 (Επειδή, είχαν δει προηγουμένως τον Τρόφιμο από την 'Εφεσο μαζί του στην πόλη, τον οποίο, νόμιζαν, ότι ο Παύλος είχε φέρει μέσα στο ιερό).

30 Και τέθηκε σε αναταραχή ολόκληρη η πόλη, και έγινε συρροή τού λαού και πιάνοντας τον Παύλο, τον έσυραν έξω από το ιερό κι αμέσως κλείστηκαν οι θύρες.

31 Και ενώ ζητούσαν να τον θανατώσουν, ανέβηκε η φήμη στον χιλίαρχο του τάγματος ότι, ολόκληρη η Ιερουσαλήμ είναι αναστατωμένη

32 ο οποίος, αφού παρέλαβε αμέσως στρατιώτες και εκατόνταρχους, έτρεξε κάτω σ' αυτούς. Και εκείνοι, όταν είδαν τον χιλίαρχο και τους στρατιώτες, σταμάτησαν να χτυπούν τον Παύλο.

33 Τότε, καθώς πλησίασε ο χιλίαρχος, τον έπιασε, και πρόσταξε να δεθεί με δύο αλυσίδες, και ρωτούσε, ποιος ήταν, και τι είχε κάνει.

34 Κι ανάμεσα στον όχλο, άλλοι φώναζαν κάτι άλλο, και άλλοι άλλο και μη μπορώντας εξαιτίας τού θορύβου να μάθει το βέβαιο, πρόσταξε να φερθεί στο φρούριο.

35 Και όταν έφτασε στα σκαλοπάτια, συνέβηκε να βαστάζεται από τους στρατιώτες εξαιτίας τής βίας τού όχλου.

36 Επειδή, το πλήθος τού λαού ακολουθούσε κράζοντας: Σήκωσέ τον.

4. Ο Παύλος ζητάει την άδεια για να μιλήσει στον λαό

37 Και ενώ επρόκειτο να φερθεί μέσα στο φρούριο, λέει στον χιλίαρχο: Μου είναι επιτρεπτό να σου πω κάτι; Και εκείνος είπε: Ξέρεις Ελληνικά;

38 Δεν είσαι τάχα εσύ ο Αιγύπτιος, που πριν από τούτες τις ημέρες διέγειρες σε αποστασία και έβγαλες έξω στην έρημο τους 4.000 φονιάδες άνδρες;

39 Και ο Παύλος είπε: Εγώ είμαι άνθρωπος Ιουδαίος από την Ταρσό, πολίτης επίσημης πόλης τής Κιλικίας και, σε παρακαλώ, δώσε μου την άδεια να μιλήσω προς τον λαό.

40 Και όταν τού έδωσε την άδεια, ο Παύλος, αφού στάθηκε στα σκαλοπάτια, έσεισε το χέρι στον λαό και καθώς έγινε μεγάλη σιωπή, μίλησε στην Εβραϊκή διάλεκτο, λέγοντας:


ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙO : 22ο

21ο  23ο 24ο 25ο

5. Ο Παύλος απευθύνεται στον λαό  τής Ιερουσαλήμ

1 'Ανδρες αδελφοί και πατέρες, ακούστε την απολογία μου, που αυτή τη στιγμή κάνω προς εσάς.

2 Και ακούγοντας ότι τους μιλούσε στην Εβραϊκή διάλεκτο, έδειξαν περισσότερη ησυχία και είπε:

3 Εγώ μεν είμαι άνθρωπος Ιουδαίος, γεννημένος στην Ταρσό τής Κιλικίας, έχψ δε ανατραφεί σε τούτη την πόλη, κοντά στα πόδια τού Γαμαλιήλ, πήρα την παιδεία σύμφωνα με την ακρίβεια του πατροπαράδοτου νόμου, ήμουν ζηλωτής τού Θεού, όπως όλοι εσείς είστε σήμερα

4 ο οποίος κατέτρεξα τούτη την οδό μέχρι θανάτου, δένοντας με αλυσίδες και παραδίνοντας σε φυλακές και άνδρες και γυναίκες

5 καθώς και ο αρχιερέας δίνει μαρτυρία για μένα, και ολόκληρο το πρεσβυτέριο από τους οποίους παίρνοντας και επιστολές προς τους αδελφούς, πορευόμουν στη Δαμασκό, για να φέρω δεμένους στην Ιερουσαλήμ και εκείνους που ήσαν εκεί, για να τιμωρηθούν.

6 Και οδοιπορώντας, ενώ πλησίαζα στη Δαμασκό, κατά το μεσημέρι, άστραψε ξαφνικά γύρω μου πολύ φως από τον ουρανό

7 και έπεσα στο έδαφος, και άκουσα μια φωνή, που μου έλεγε: Σαούλ, Σαούλ, γιατί με καταδιώκεις;

8 Και εγώ αποκρίθηκα: Ποιος είσαι, Κύριε; Και μου είπε: Εγώ είμαι ο Ιησούς ο Ναζωραίος, που εσύ καταδιώκεις.

9 Αυτοί που ήσαν μαζί μου είδαν μεν το φως, και φοβήθηκαν υπερβολικά τη φωνή, όμως, εκείνου που μου μιλούσε, δεν άκουσαν.

10 Και είπα: Τι να κάνω, Κύριε; Και ο Κύριος μου είπε: Αφού σηκωθείς, πήγαινε στη Δαμασκό και εκεί θα σου λαληθεί για όλα όσα είναι διορισμένα να κάνεις.

11 Και επειδή, από τη λαμπρότητα εκείνου τού φωτός, δεν έβλεπα, χειραγωγούμενος από εκείνους που ήσαν μαζί μου, ήρθα στη Δαμασκό.

12 Και κάποιος Ανανίας, ένας ευσεβής άνθρωπος σύμφωνα με τον νόμο, έχοντας τη μαρτυρία από όλους τούς Ιουδαίους που κατοικούν εκεί,

13 ήρθε σε μένα, και, καθώς στάθηκε από πάνω μου, μου είπε: Σαούλ, αδελφέ, δες ξανά το φως σου και εγώ, κατά την ίδια εκείνη ώρα, ξαναείδα το φως μου μπροστά σ' αυτόν.

14 Και εκείνος είπε: Ο Θεός των πατέρων μας σε διόρισε να γνωρίσεις το θέλημά του, και να δεις τον Δίκαιο, και να ακούσεις φωνή από το στόμα του

15 επειδή, θα είσαι μάρτυρας γι' αυτό προς όλους τούς ανθρώπους, για όσα είδες και άκουσες.

16 Και, τώρα, γιατί βραδύνεις; Αφού σηκωθείς, βαπτίσου και καθαρίσου από τις αμαρτίες σου, με το να  επικαλεστείς το όνομα του Κυρίου.

17 Και όταν επέστρεψα στην Ιερουσαλήμ, ενώ προσευχόμουν μέσα στο ιερό, ήρθα σε έκσταση,

18 και τον είδα να μου λέει: Βιάσου και βγες γρήγορα από την Ιερουσαλήμ επειδή, δεν θα παραδεχθούν τη μαρτυρία σου για μένα.

19 Και εγώ είπα: Κύριε, αυτοί ξέρουν ότι εγώ φυλάκιζα και έδερνα μέσα στις συναγωγές αυτούς που πίστευαν σε σένα 

20 και όταν χυνόταν το αίμα τού μάρτυρά σου, του Στεφάνου, ήμουν και εγώ παρών, και συμφωνούσα  στον φόνο του, και φύλαγα τα ιμάτια εκείνων που τον φόνευαν.

21 Και μου είπε: Πήγαινε επειδή, εγώ θα σε στείλω σε έθνη, μακριά.

6. Ο Παύλος, πριν μαστιγωθεί, επικαλείται το <<Ρωμαίος πολίτης>>

22 Και μέχρι αυτό το σημείο τού λόγου, τον άκουγαν τότε, όμως, ύψωσαν τη φωνή τους, λέγοντας: Σήκωσε από τη γη έναν τέτοιον άνθρωπο επειδή, δεν πρέπει να ζει.

23 Και επειδή αυτοί φώναζαν δυνατά, και τίναζαν τα ιμάτια, και έρριχναν σκόνη στον αέρα,

24 ο χιλίαρχος πρόσταξε να φερθεί στο φρούριο, παραγγέλλοντας να εξεταστεί, μαστιγώνοντάς τον, ώστε να γνωρίσει για ποια αιτία φώναζαν έτσι εναντίον του.

25 Και καθώς τον ξάπλωσαν δεμένον με τα λουριά, ο Παύλος είπε στον εκατόνταρχο, που παραστεκόταν: Είναι τάχα νόμιμο σε σας να μαστιγώνετε έναν άνθρωπο, που είναι Ρωμαίος και ακατάκριτος;

26 Και όταν το άκουσε ο εκατόνταρχος, πήγε και το ανήγγειλε στον χιλίαρχο, λέγοντας: Πρόσεχε τι πρόκειται να κάνεις επειδή, ο άνθρωπος αυτός είναι Ρωμαίος.

27 Αφού δε ήρθε κοντά του ο χιλίαρχος, είπε σ' αυτόν: Πες μου, Ρωμαίος είσαι εσύ; Και εκείνος είπε: Ναι.

28 Και ο χιλίαρχος αποκρίθηκε: Εγώ με πολλά χρήματα απέκτησα αυτή την πολιτογράφηση. Και ο Παύλος είπε: Εγώ, όμως, και γεννήθηκα Ρωμαίος.

29 Αμέσως, λοιπόν, αποσύρθηκαν απ' αυτόν εκείνοι που επρόκειτο να τον βασανίσουν. Και φοβήθηκε, μάλιστα, ο χιλίαρχος, όταν γνώρισε ότι είναι Ρωμαίος, και ότι τον είχε δέσει.

7. Ο Χιλίαρχος καλεί τούς Αρχιερείς και το Συνέδριο

30 Την δε επόμενη ημέρα, θέλοντας να μάθει το βέβαιο, για ποιο ζήτημα κατηγορείται από τους Ιουδαίους, τον έλυσε από τα δεσμά, και πρόσταξε νάρθουν οι αρχιερείς και ολόκληρο το συνέδριό τους και αφού κατέβασε τον Παύλο, τον έστησε μπροστά τους.


ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙO : 23ο

21ο 22ο 24ο 25ο

8. Ο Παύλος μπροστά στο συνέδριο

1 Και ο Παύλος, ατενίζοντας στο συνέδριο, είπε: 'Ανδρες αδελφοί, εγώ έζησα μπροστά στον Θεό με κάθε καλή συνείδηση  μέχρι τούτη την ημέρα.

2 Και ο αρχιερέας Ανανίας πρόσταξε εκείνους που παραστέκονταν κοντά του να χτυπήσουν το στόμα του.

3 Τότε,  ο Παύλος είπε σ' αυτόν: Ο Θεός πρόκειται να σε χτυπήσει, τοίχε ασβεστωμένε κι εσύ κάθεσαι να με κρίνεις σύμφωνα με τον νόμο, και παρανομώντας προστάζεις να με χτυπούν;

4 Και εκείνοι που παραστέκονταν είπαν: Τον αρχιερέα τού Θεού εξυβρίζεις;

5 Και  ο Παύλος είπε: Δεν ήξερα, αδελφοί, ότι είναι αρχιερέας επειδή, είναι γραμμένο: <<'Αρχοντα του λαού σου δεν θα κακολογήσεις>>.

6 Και όταν ο Παύλος κατάλαβε ότι το ένα μέρος είναι από Σαδδουκαίους, και το άλλο από Φαρισαίους, φώναξε δυνατά μέσα στο συνέδριο: 'Ανδρες αδελφοί, εγώ είμαι Φαρισαίος, γιος Φαρισαίου και κρίνομαι για ελπίδα και ανάσταση των νεκρών.

7 Και όταν το είπε αυτό, έγινε σχίσμα ανάμεσα στους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους και το πλήθος διχάστηκε.

8 Επειδή, οι μεν Σαδδουκαίοι λένε ότι δεν υπάρχει ανάσταση, ούτε άγγελος ούτε πνεύμα ενώ οι Φαρισαίοι ομολογούν και τα δύο.

9 Και έγινε μεγάλος θόρυβος και καθώς οι γραμματείς σηκώθηκαν από το μέρος των Φαρισαίων, συζητούσαν θυμωμένα, λέγοντας: Δεν βρίσκουμε κανένα κακό σε τούτο τον άνθρωπο αν, όμως, του μίλησε πνεύμα ή άγγελος, ας μη θεομαχούμε.

10 Και επειδή έγινε μεγάλη διαμάχη, ο χιλίαρχος φοβούμενος μήπως ο Παύλος διασπαραχθεί απ' αυτούς, πρόσταξε να κατέβει το στράτευμα και να τον αρπάξει από ανάμεσά τους, και να τον φέρει στο φρούριο.

11 Και την ερχόμενη νύχτα, ο Κύριος, αφού φάνηκε σ' αυτόν ξαφνικά, είπε: 'Εχε θάρρος, Παύλο, επειδή, όπως έδωσες για μένα μαρτυρία στην Ιερουσαλήμ, έτσι πρέπει να δώσεις μαρτυρία και στη Ρώμη.

9. Οι Ιουδαίοι εξυφαίνουν συνωμοσία ενάντια στον Παύλο

12 Και όταν έγινε ημέρα, μερικοί από τους Ιουδαίους, αφού συνωμότησαν, παρέδωσαν τον εαυτό τους σε ανάθεμα, λέγοντας ούτε να φάνε ούτε να πιουν, μέχρις ότου φονεύσουν τον Παύλο.

13 Και ήσαν περισσότεροι από 40 αυτοί που έκαναν τούτη τη συνωμοσία

14 οι οποίοι, καθώς ήρθαν στους αρχιερείς και τους πρεσβύτερους, είπαν: Αναθεματίσαμε τον εαυτό μας με ανάθεμα, να μη γευθούμε τίποτε, μέχρις ότου φονεύσουμε τον Παύλο.

15 Τώρα, λοιπόν, εσείς μαζί με το συνέδριο διαμηνύστε στον χιλίαρχο, να τον κατεβάσει αύριο σε σας, σαν να θέλετε να μάθετε με περισσότερη ακρίβεια τα όσα σχετίζονται μ' αυτόν κι εμείς, πριν αυτός πλησιάσει, είμαστε έτοιμοι να τον φονεύσουμε.

16 Ακούγοντας, όμως, την ενέδρα ο γιος τής αδελφής τού Παύλου, πήγε, και μπαίνοντας στο φρούριο, το ανήγγειλε στον Παύλο.

17 Και ο Παύλος, αφού προσκάλεσε έναν εκατόνταρχο, είπε: Φέρε τούτον τον νέο στον χιλίαρχο επειδή, έχει κάτι να του αναγγείλει.

18 Εκείνος, λοιπόν, παίρνοντάς τον, τον έφερε στον χιλίαρχο, και λέει: Ο δέσμιος Παύλος με φώναξε, και με παρακάλεσε να φέρω τούτον τον νέο, επειδή έχει κάτι να σου μιλήσει.

19 Και ο χιλίαρχος, αφού τον έπιασε από το χέρι, και αποσύρθηκε ιδιαιτέρως, ρώτησε: Τι είναι εκείνο που έχεις να μου αναγγείλεις;

20 Και εκείνος είπε ότι: Οι Ιουδαίοι συμφώνησαν να σε παρακαλέσουν να κατεβάσεις αύριο τον Παύλο στο συνέδριο, σαν να θέλουν να μάθουν κάτι με περισσότερη ακρίβεια γι' αυτόν

21 εσύ, λοιπόν, μη πειστείς σ' αυτούς, επειδή περισσότεροι από 40 άνδρες απ' αυτούς τον ενεδρεύουν, οι οποίοι παρέδωσαν τον εαυτό τους σε ανάθεμα, ούτε να φάνε ούτε να πιουν, μέχρις ότου τον φονεύσουν και τώρα είναι έτοιμοι, προσμένοντας την υπόσχεση από σένα.

22 Ο χιλίαρχος, λοιπόν, απέλυσε τον νέο, αφού του παρήγγειλε: Μη πεις σε κανέναν ότι αυτά τα φανέρωσες σε μένα.

10. Ο Παύλος, με ρωμαϊκή συνοδεία, στέλνεται στην Καισάρεια

23 Και αφού προσκάλεσε δύο από κάποιους εκατόνταρχους, είπε: Ετοιμάστε 200 στρατιώτες, για να πάνε μέχρι την Καισάρεια, και 70 καβαλάρηδες, και 200 λογχοφόρους, από την τρίτη ώρα τής νύχτας.

24 Ετοιμάστε και ζώα, για να καθίσουν επάνω τους τον Παύλο, και να τον φέρουν με ασφάλεια στον Φήλικα τον ηγεμόνα.

25 Και έγραψε μια επιστολή, που περιείχε τούτο τον τύπο:

26 <<Ο Κλαύδιος Λυσίας προς τον εξοχότατο ηγεμόνα Φήλικα, χαίρε.

27 Τούτο τον άνθρωπο, που συνελήφθη από τους Ιουδαίους, και που επρόκειτο να φονευθεί απ' αυτούς, αφού επενέβηκα μαζί με το στράτευμα, τον έσωσα, μαθαίνοντας ότι είναι Ρωμαίος.

28 Θέλοντας, όμως, να μάθω την αιτία για την οποία τον κατηγορούσαν, τον κατέβασα στο συνέδριό τους

29 και τον βρήκα να κατηγορείται για ζητήματα του νόμου τους, χωρίς όμως να έχει κανένα έγκλημα άξιο θανάτου ή δεσμών.

30 Και επειδή  μου διαμηνύθηκε ότι επρόκειτο να γίνει επιβουλή στον άνθρωπο από τους Ιουδαίους, τον έστειλα αμέσως σε σένα, παραγγέλλοντας και στους κατηγόρους να πουν μπροστά σου τα όσα έχουν εναντίον του υγίαινε>>.

31 Οι μεν στρατιώτες, λοιπόν, σύμφωνα με την προσταγή που τους δόθηκε, παίρνοντας τον Παύλο, τον έφεραν μέσα στη νύχτα στην Αντιπατρίδα.

32 Και την επόμενη ημέρα, αφού άφησαν τους καβαλάρηδες να πάνε μαζί του, επέστρεψαν στο φρούριο

33 οι οποίοι, καθώς μπήκαν μέσα στην Καισάρεια, και εγχείρισαν την επιστολή στον ηγεμόνα, του παρουσίασαν και τον Παύλο.

34 Και  ο ηγεμόνας, αφού διάβασε την επιστολή, και ρώτησε από ποια επαρχία είναι, και άκουσε ότι είναι από την Κιλικία:

35 Θα σε ακούσω, είπε, όταν έρθουν και οι κατήγοροί σου. Και πρόσταξε να φυλάγεται στο πραιτώριο του Ηρώδη.


ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙO : 24ο

21ο 22ο 23ο  25ο

Ο Παύλος και οι κατήγοροί του μπροστά στον Φήλικα

1 ΥΣΤΕΡΑ από πέντε ημέρες κατέβηκε ο αρχιερέας Ανανίας μαζί με τους πρεσβύτερους, και μαζί με κάποιον ρήτορα Τέρτυλλο, οι οποίοι εμφανίστηκαν στον ηγεμόνα εναντίον τού Παύλου.

2 Καθώς δε προσκλήθηκε αυτός, άρχισε ο Τέρτυλλος να κατηγορεί, λέγοντας:

3 Επειδή, απολαμβάνουμε με σένα πολλήν ησυχία, και στο έθνος τούτο γίνονται λαμπρά πράγματα με την πρόνοιά σου σε όλα και παντού, ευγνωμονούμε, εξοχότατε Φήλικα, με κάθε ευχαριστία.

4 Αλλά, για να μη σε απασχολώ περισσότερο, παρακαλώ να μας ακούσεις σύντομα με την επιείκειά σου.

5 Επειδή, βρήκαμε τούτο τον άνθρωπο ότι είναι φθοροποιός, και διεγείρει στάσεις ανάμεσα σε όλους τούς Ιουδαίους ανά την οικουμένη, και είναι πρωτοστάτης τής αίρεσης των Ναζωραίων,

6 ο οποίος δοκίμασε να βεβηλώσει και τον ναό τον οποίο και συλλάβαμε, και σύμφωνα με τον δικό μας νόμο θελήσαμε να τον κρίνουμε.

7 'Ομως, σαν ήρθε ο χιλίαρχος Λυσίας, τον απέσπασε με πολλή βία από τα χέρια μας,

8 προστάζοντας τους κατηγόρους του νάρθουν μπροστά σου από τον οποίο θα μπορέσεις, αφού ο ίδιος τον εξετάσεις, να μάθεις  για όλα τούτα, για τα οποία εμείς τον κατηγορούμε. 

9 Συμφώνησαν, μάλιστα, και οι Ιουδαίοι, λέγοντας, ότι αυτά έτσι έχουν.

Ο Παύλος απολογείται μπροστά στον Φήλικα

10 Τότε, αφού ο ηγεμόνας ένευσε σ' αυτόν να μιλήσει, ο Παύλος αποκρίθηκε: Επειδή σε γνωρίζω ότι από πολλά χρόνια είσαι κριτής σε τούτο το έθνος, απολογούμαι για τον εαυτό μου με περισσότερη ευχαρίστηση

11 δεδομένου ότι, μπορείς να πληροφορηθείς πως δεν είναι περισσότερες από δώδεκα ημέρες, αφότου εγώ ανέβηκα για να προσκυνήσω στην Ιερουσαλήμ.

12 Και ούτε μέσα στο ιερό με βρήκαν να συζητώ με κάποιον ή να οχλαγωγώ ούτε και μέσα στις συναγωγές ούτε και μέσα στην πόλη

13 ούτε μπορούν να φέρουν αποδείξεις για όσα τώρα με κατηγορούν.

14 Ομολογώ, μάλιστα, τούτο σε σένα, ότι σύμφωνα με τον δρόμο που αυτοί λένε αίρεση, έτσι λατρεύω τον Θεό των πατέρων μου, πιστεύοντας σε όλα τα γραμμένα μέσα στον νόμο και στους προφήτες

15 έχοντας ελπίδα στον Θεό, την οποία κι αυτοί οι ίδιοι προσμένουν, ότι πρόκειται να γίνει ανάσταση των νεκρών, και δικαίων και αδίκων.

16 Μάλιστα, φροντίζω κατά τούτο, στο να έχω πάντοτε άπταιστη συνείδηση προς τον Θεό και προς τους ανθρώπους.

17 'Υστερα δε από πολλά χρόνια ήρθα να κάνω στο έθνος μου ελεημοσύνες και προσφορές.

18 Ανάμεσα δε σε τούτους, μερικοί Ιουδαίοι από την Ασία με βρήκαν εξαγνισμένον μέσα στο ιερό, όχι με όχλο ούτε με θόρυβο

19 οι οποίοι έπρεπε να παρασταθούν μπροστά σου, και να με κατηγορήσουν, αν είχαν κάτι εναντίον μου.

20 'Η, αυτοί οι ίδιοι, ας πουν, αν βρήκαν σε μένα κάποιο αδίκημα, όταν παραστάθηκα μπροστά στο συνέδριο

21 εκτός αν είναι γι' αυτή τη μία φωνή, που φώναξα, καθώς στεκόμουν ανάμεσά τους, ότι: Για ανάσταση νεκρών εγώ κρίνομαι σήμερα από σας.

22 'Οταν ο Φήλικας τα άκουσε αυτά ανέβαλε την κρίση τους, επειδή ήξερε με περισσότερη ακρίβεια τα σχετιζόμενα μ' αυτό τον Δρόμο, και είπε: 'Οταν έρθει ο χιλίαρχος Λυσίας, θα αποφασίσω για τη διαφορά σας.

23 Και διέταξε τον εκατόνταρχο να φυλάσσεται  ο Παύλος, και να έχει άνεση, και να μη εμποδίζουν κανέναν από τους οικείους του να τον υπηρετεί ή να έρχεται σ' αυτόν.

Ο Παύλος ξανά μπροστά στον Φήλικα και στη γυναίκα του

24 Και ύστερα από μερικές ημέρες, ο Φήλικας, αφού ήρθε μαζί με τη γυναίκα του, τη Δρουσίλλα, που ήταν Ιουδαία, ξανακάλεσε τον Παύλο, και άκουσε απ' αυτόν για την πίστη στον Χριστό.

25 Και ενώ αυτός μιλούσε για δικαιοσύνη και εγκράτεια και για τη μέλλουσα κρίση, ο Φήλικας, επειδή έγινε έντρομος, απάντησε: Προς το παρόν, πήγαινε, και όταν βρω χρόνο, θα σε ξανακαλέσω.

26 Ταυτόχρονα, όμως, ελπίζοντας ότι θα του δοθούν χρήματα από τον Παύλο, για να τον απολύσει γι' αυτό και, μετακαλώντας τον συχνότερα, μιλούσε μαζί του.

27 'Υστερα δε από τη συμπλήρωση δύο χρόνων, τον Φήλικα διαδέχθηκε ο Πόρκιος Φήστος, και ο Φήλικας, θέλοντας να κάνει χάρη στους Ιουδαίους, άφησε τον Παύλο φυλακισμένον.


ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙO : 25ο

21ο 22ο 23ο 24ο

Οι Ιουδαίοι επιμένουν. Ο Παύλος ανακρίνεται τώρα μπροστά στον Φήστο

1 Ο ΦΗΣΤΟΣ, λοιπόν, όταν ήρθε στην επαρχία, ύστερα από τρεις ημέρες ανέβηκε από την Καισάρεια στα Ιεροσόλυμα.

2 Και εμφανίστηκαν σ' αυτόν ο αρχιερέας και οι πρώτοι από τους Ιουδαίους ενάντια στον Παύλο, και τον παρακαλούσαν,

3 ζητώντας χάρη εναντίον του, να τον μεταφέρει στην Ιερουσαλήμ, ενεδρεύοντας στον δρόμο να τον φονεύσουν.

4 Ο δε Φήστος αποκρίθηκε ότι, ο Παύλος είναι φυλακισμένος στην Καισάρεια, και ότι εκείνος πρόκειται να αναχωρήσει προς τα εκεί.

5 Γι' αυτό, οι δυνατοί ανάμεσά σας, είπε, ας κατέβουν μαζί μου, και αν υπάρχει κάτι σ' αυτόν τον άνθρωπο, ας τον κατηγορήσουν.

6 Και αφού διέμεινε ανάμεσά τους περισσότερο από δέκα ημέρες, κατέβηκε στην Καισάρεια, και την επόμενη ημέρα, αφού κάθησε επάνω στο βήμα, πρόσταξε να φερθεί ο Παύλος.

7 Και όταν ήρθε, στάθηκαν ολόγυρά του οι Ιουδαίοι εκείνοι που είχαν κατέβει από τα Ιεροσόλυμα, επιρρίπτοντας ενάντια στον Παύλο πολλές και βαριές κατηγορίες, που δεν μπορούσαν να αποδείξουν,

8 καθώς εκείνος απολογείτο, ότι: Ούτε στον νόμο των Ιουδαίων ούτε στο ιερό ούτε στον Καίσαρα έπραξα κάποιο αμάρτημα.

Ο Παύλος αναγκάζεται να επικαλεστεί τον Καίσαρα

9 Ο δε Φήστος, θέλοντας να κάνει χάρη στους Ιουδαίους, αποκρινόμενος στον Παύλο, είπε: Θέλεις να ανέβεις στα Ιεροσόλυμα και να κριθείς εκεί γι' αυτά μπροστά μου;

10 Και ο Παύλος είπε: Στο βήμα τού Καίσαρα στέκομαι, όπου πρέπει να κριθώ. Δεν αδίκησα σε τίποτε τους Ιουδαίους, καθώς  κι εσύ κάλλιστα το γνωρίζεις

11 επειδή, αν αδικώ ή έπραξα κάτι άξιο θανάτου, δεν αποφεύγω τον θάνατο αλλά, αν δεν υπάρχει τίποτε από όσα αυτοί με κατηγορούν, κανένας δεν μπορεί να με χαρίσει σ' αυτούς τον Καίσαρα επικαλούμαι.

12 Τότε, ο Φήστος, αφού μίλησε με το συμβούλιο, αποκρίθηκε: Τον Καίσαρα επικαλείσαι; Στον Καίσαρα θα πας.

Ο Παύλος μπροστά στον βασιλιά Αγρίππα

13 Και αφού πέρασαν μερικές ημέρες, ο βασιλιάς Αγρίππας και η Βερνίκη ήρθαν στην Καισάρεια, για να χαιρετήσουν τον Φήστο.

14 Και ενώ έμεναν εκεί πολλές ημέρες, ο Φήστος ανέφερε στον βασιλιά τα σχετιζόμενα με τον Παύλο, λέγοντας: Υπάρχει κάποιος άνθρωπος, που αφέθηκε εδώ φυλακισμένος από τον Φήλικα,

15 για τον οποίο, όταν πήγα στα Ιεροσόλυμα, οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι των Ιουδαίων εμφανίστηκαν σε μένα, ζητώντας καταδίκη εναντίον του

16 στους οποίους αποκρίθηκα ότι, δεν είναι συνήθεια στους Ρωμαίους να παραδίνουν χαριστικά σε θάνατο κανέναν άνθρωπο, πριν ο κατηγορούμενος έχει κατά πρόσωπον τους κατηγόρους του, και λάβει καιρό απολογίας για το έγκλημα

17 όταν, λοιπόν, συγκεντρώθηκαν εδώ, χωρίς να κάνω καμιά αναβολή, την ακόλουθη ημέρα, αφού κάθησα επάνω στο βήμα, πρόσταξα να φερθεί ο άνθρωπος.

18 Για τον οποίο οι κατήγοροι, όταν παραστάθηκαν, δεν έφεραν εναντίον του καμιά κατηγορία από όσα εγώ υπονοούσα

19 αλλά, είχαν εναντίον του μερικά ζητήματα, για τη δική τους δεισιδαιμονία, και για κάποιον Ιησού, που είχε πεθάνει, τον οποίο ο Παύλος έλεγε ότι ζει.

20 Αλλά, καθώς εγώ βρέθηκα σε αμηχανία  γι' αυτό στη συζήτηση, έλεγα, αν θέλει να πάει στην Ιερουσαλήμ, και εκεί να κριθεί γι' αυτά.

21 Επειδή, όμως, ο Παύλος επικαλέστηκε να φυλαχθεί στην κρίση τού Σεβαστού, πρόσταξα να φυλάσσεται μέχρις ότου τον στείλω προς τον Καίσαρα.

22 Και ο Αγρίππας είπε στον Φήστο: Θα ήθελα και εγώ να ακούσω τον άνθρωπο. Και εκείνος είπε: Αύριο θα τον ακούσεις.

23 Την επόμενη ημέρα, λοιπόν, όταν ήρθε ο Αγρίππας και η Βερνίκη με μεγάλη πομπή, και μπήκαν στο ακροατήριο μαζί με τους χιλίαρχους και τους επιφανείς άνδρες τής πόλης, ο Φήστος πρόσταξε και φέρθηκε ο Παύλος.

24 Τότε, ο Φήστος λέει: Βασιλιά Αγρίππα, και όλοι όσοι είστε παρόντες μαζί μας, βλέπετε τούτον, για τον οποίο μού μίλησαν ολόκληρο το πλήθος των Ιουδαίων και στα Ιεροσόλυμα και εδώ, καταβοώντας ότι, αυτός ο άνθρωπος δεν πρέπει πλέον να ζει.

25 Και εγώ, επειδή βρήκα ότι δεν έπραξε τίποτε άξιο θανάτου, κι αυτός ο ίδιος επικαλέστηκε τον Σεβαστό, αποφάσισα να τον στείλω.

26 Για τον οποίο δεν έχω τίποτε βέβαιο για να γράψω στον κύριό μου γι' αυτό, τον έφερα μπροστά σας, και μάλιστα μπροστά σου, βασιλιά Αγρίππα, για να έχω κάτι να γράψω, αφού γίνει η ανάκριση

27 επειδή, μου φαίνεται ακατανόητο, στέλνοντας έναν φυλακισμένο, να μη επισημάνω και τα εναντίον του εγκλήματα.