ΚΕΦΑΛΑΙΑ : 11ο 12ο 13ο 14ο 15ο


 ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙO : 11ο

12ο 13ο 14ο 15ο

7. Ο Πέτρος στα Ιεροσόλυμα εκθέτει τα όσα συνέβησαν

1 ΑΚΟΥΣΑΝ δε οι απόστολοι και οι αδελφοί, που ήσαν στην Ιουδαία, ότι και τα έθνη δέχθηκαν τον λόγο τού Θεού.

2 Και όταν ο Πέτρος ανέβηκε στα Ιεροσόλυμα, φιλονικούσαν μαζί του αυτοί που ήσαν από την περιτομή,

3 λέγοντας, ότι: Μπήκες μέσα σε απερίτμητους ανθρώπους, και συνέφαγες μαζί τους.+

4 Ο δε Πέτρος άρχισε, και εξέθετε σ' αυτούς με τη σειρά ^τα όσα συνέβηκαν,^ λέγοντας:

5 Εγώ ήμουν προσευχόμενος στην πόλη Ιόππη* και είδα μέσα σε έκσταση ένα όραμα, κάποιο σκεύος να κατεβαίνει σαν ένα μεγάλο σεντόνι, που, ^δεμένο^ από τις τέσσερις άκρες του, το κατέβαζαν από τον ουρανό, και ήρθε μέχρις εμένα*

6 στο οποίο, καθώς ατένισα, παρατηρούσα και είδα τα τετράποδα της γης, και τα θηρία, και τα ερπετά, και τα πουλιά τού ουρανού.

7 Και άκουσα μια φωνή να λέει σε μένα: Πέτρο, αφού σηκωθείς, σφάξε και φάε.

8 Και είπα: Μη γένοιτο, Κύριε, επειδή κανένα βέβηλο ή ακάθαρτο δεν μπήκε ποτέ στο στόμα μου.

9 Και η φωνή αποκρίθηκε σε μένα από τον ουρανό για δεύτερη φορά: 'Οσα ο Θεός καθάρισε, εσύ μη τα λες βέβηλα.

10 Και τούτο έγινε τρεις φορές και πάλι ανασύρθηκαν όλα στον ουρανό.

11 Και ξάφνου, την ίδια ώρα, τρεις άνθρωποι έφτασαν στο σπίτι, όπου έμενα, αποσταλμένοι σε μένα από την Καισάρεια.

12 Και το Πνεύμα είπε σε μένα να πάω μαζί τους, χωρίς να διστάζω καθόλου ήρθαν, μάλιστα, μαζί μου κι αυτοί οι έξι αδελφοί, και μπήκαμε μέσα στο σπίτι τού ανθρώπου.

13 Και μας ανήγγειλε, πώς είδε τον άγγελο στο σπίτι του, ότι στάθηκε και του είπε: Στείλε ανθρώπους στην Ιόππη, και προσκάλεσε τον Σίμωνα, που επονομάζεται Πέτρος,

14 ο οποίος θα μιλήσει σε σένα λόγια, διαμέσου των οποίων θα σωθείς εσύ και ολόκληρη η οικογένειά σου.

15 Και ενώ άρχισα να μιλάω, το Πνεύμα το 'Αγιο ήρθε επάνω τους, όπως και επάνω σε μας αρχικά.

16 Τότε, θυμήθηκα τον λόγο τού Κυρίου ότι, έλεγε: Ο μεν Ιωάννης βάπτισε με νερό, εσείς όμως θα βαπτιστείτε με Πνεύμα 'Αγιο.

17 Αν, λοιπόν, ο Θεός έδωσε σ' αυτούς την ίση δωρεά, όπως και σ' εμάς, επειδή πίστεψαν στον Κύριο Ιησού Χριστό, εγώ ποιος ήμουν ώστε να μπορέσω να εμποδίσω τον Θεό;

18 'Οταν δε τα άκουσαν αυτά, ησύχασαν και δόξαζαν τον Θεό, λέγοντας: Και στα έθνη, λοιπόν, ο Θεός έδωσε τη μετάνοια για ζωή.

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑ

1. Το Ευαγγέλιο φτάνει στην Αντιόχεια

19 ΕΚΕΙΝΟΙ μεν, λοιπόν, που διασκορπίστηκαν από τον διωγμό ο οποίος έγινε εξαιτίας τού Στεφάνου, πέρασαν μέχρι τη Φοινίκη και την Κύπρο και την Αντιόχεια, χωρίς να κηρύττουν σε κανέναν τον λόγο τού Θεού, παρά μονάχα στους Ιουδαίους.

20 'Ησαν, όμως, μερικοί απ' αυτούς, άνδρες Κύπριοι και Κυρηναίοι, που όταν μπήκαν μέσα στην Αντιόχεια, μιλούσαν στους Ελληνιστές, ευαγγελιζόμενοι σ' αυτούς τον Κύριο Ιησού.

21 Και το χέρι τού Κυρίου ήταν μαζί τους κι ένα μεγάλο πλήθος, αφού πίστεψαν, επέστρεψαν στον Κύριο.

2. Η διακονία τού Βαρνάβα

22 Ακούστηκε, όμως, ο λόγος γι' αυτούς στα αυτιά τής Εκκλησίας, που ήταν στην Ιερουσαλήμ και έστειλαν τον Βαρνάβα για να περάσει μέχρι την Αντιόχεια.

23 Ο οποίος, όταν ήρθε, και είδε τη χάρη τού Θεού, χάρηκε, και παρακινούσε όλους να παραμένουν με σταθερότητα καρδιάς στον Κύριο

24 επειδή, ήταν άνδρας αγαθός και πλήρης από Πνεύμα 'Αγιο και πίστη. Και ένα μεγάλο πλήθος προστέθηκε στον Κύριο.

25 Τότε, ο Βαρνάβας βγήκε έξω προς την Ταρσό για να αναζητήσει τον Σαύλο, και όταν τον βρήκε, τον έφερε στην Αντιόχεια.

26 Και καθώς συνήλθαν στην εκκλησία έναν ολόκληρο χρόνο, δίδαξαν ένα μεγάλο πλήθος, και πρώτα στην Αντιόχεια οι μαθητές ονομάστηκαν  Χριστιανοί.

3. Η βοήθεια προς τους πιστούς στην Ιουδαία

27 Και κατά τις ημέρες εκείνες προφήτες κατέβηκαν από τα Ιεροσόλυμα στην Αντιόχεια.

28 Και καθώς σηκώθηκε ένας απ' αυτούς, με το όνομα 'Αγαβος, φανέρωσε διαμέσου τού Πνεύματος ότι επρόκειτο να γίνει μεγάλη πείνα σε ολόκληρη την οικουμένη η οποία και έγινε επί εποχής τού Καίσαρα Κλαυδίου.

29 Γι' αυτό, οι μαθητές αποφάσισαν κάθε ένας απ' αυτούς, κατά τη δική του κατάσταση, να στείλουν βοήθεια στους αδελφούς που κατοικούσαν στην Ιουδαία

30 πράγμα που έκαναν, στέλνοντάς την προς τους πρεσβύτερους, διαμέσου τού Βαρνάβα και του Σαύλου.


 ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙO : 12ο

11ο  13ο 14ο 15ο

Ο ΔΙΩΓΜΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΗΡΩΔΗ

 

1. Ο Ιάκωβος θανατώνεται. Ο Πέτρος φυλακίζεται

1 ΚΑΙ κατά τον καιρό εκείνο, ο βασιλιάς Ηρώδης επιχείρησε να κακοποιήσει μερικούς από την εκκλησία.

2 Φόνευσε δε με μάχαιρα τον Ιάκωβο, τον αδελφό τού Ιωάννη.

3 Και βλέποντας ότι ήταν αρεστό στους Ιουδαίους, πρόσθεσε να συλλάβει και τον Πέτρο (ήσαν, μάλιστα, οι ημέρες των αζύμων)

4 τον οποίο και, αφού τον έπιασε, τον έβαλε σε φυλακή, παραδίνοντάς τον σε τέσσερις τετράδες στρατιωτών για να τον φυλάττουν, θέλοντας μετά το Πάσχα να τον παραστήσει στον λαό.

5 Ο μεν Πέτρος φυλασσόταν, λοιπόν, μέσα στη φυλακή όμως, από την εκκλησία γινόταν γι' αυτόν ακατάπαυστη προσευχή προς τον Θεό.

2. 'Ενας άγγελος του Κυρίου ελευθερώνει τον Πέτρο

6 Και όταν ο Ηρώδης επρόκειτο να τον παραστήσει, τη νύχτα εκείνη ο Πέτρος κοιμόταν ανάμεσα σε δύο στρατιώτες, δεμένος με δύο αλυσίδες, και φύλακες, μπροστά από τη θύρα, φύλαγαν το δεσμωτήριο.

7 Και τότε! ένας άγγελος του Κυρίου ήρθε ξαφνικά, και μέσα στο οίκημα έλαμψε φως και αφού χτύπησε το πλευρό τού Πέτρου, τον ξύπνησε, λέγοντας: Σήκω γρήγορα. Και οι αλυσίδες του έπεσαν από τα χέρια του.

8 Και ο άγγελος του είπε: Ζώσου, και βάλε τα σανδάλια σου και έκανε έτσι. Και του λέει: Φόρεσε το ιμάτιό σου, και ακολούθα με.

9 Και αφού βγήκε έξω, τον ακολουθούσε, και δεν ήξερε ότι αυτό που γίνεται διαμέσου τού αγγέλου ήταν αληθινό, αλλά νόμιζε ότι βλέπει όραμα.

10 Και αφού πέρασαν την πρώτη και τη δεύτερη φρουρά, ήρθαν στη σιδερένια πύλη, που οδηγεί στην πόλη, η οποία ανοίχτηκε σ' αυτούς από μόνη της και όταν βγήκαν, πέρασαν έναν δρόμο και ο άγγελος αναχώρησε απ' αυτόν αμέσως.

3. Ο Πέτρος επισκέπτεται πρώτα τούς αδελφούς

11 Και ο Πέτρος, όταν ήρθε στον εαυτό του, είπε: Τώρα γνωρίζω, πραγματικά, ότι, ο Κύριος εξαπέστειλε τον άγγελό του, και με ελευθέρωσε από το χέρι τού Ηρώδη, και όλη την ελπίδα τού λαού των Ιουδαίων.

12 Και αφού σκέφθηκε, ήρθε στο σπίτι τής Μαρίας, της μητέρας τού Ιωάννη, που αποκαλείται Μάρκος, όπου ήσαν συγκεντρωμένοι αρκετοί και προσεύχονταν.

13 Και όταν ο Πέτρος χτύπησε δυνατά τη θύρα τού προαυλίου, μια υπηρέτρια, που ονομαζόταν Ρόδη, πλησίασε κοντά για να ακούσει

14 και επειδή γνώρισε τη φωνή τού Πέτρου, από τη χαρά της, δεν άνοιξε την πύλη, αλλά έτρεξε και ανήγγειλε, ότι: Ο Πέτρος στέκεται μπροστά από την πύλη.

15 Και εκείνοι είπαν σ' αυτήν: Παραφρονείς εκείνη, όμως, ισχυριζόταν επίμονα ότι έτσι έχει το πράγμα. Και εκείνοι έλεγαν: Είναι ο άγγελός του.

16 Ο Πέτρος, όμως, επέμενε χτυπώντας δυνατά και όταν άνοιξαν, τον είδαν και εκπλάγηκαν.

17 Και αφού έσεισε το χέρι του για να σιωπήσουν, τους διηγήθηκε πώς ο Κύριος τον έβγαλε από τη φυλακή και είπε: Αναγγείλτε τα αυτά στον Ιάκωβο και στους αδελφούς. Και βγαίνοντας έξω, πήγε σε έναν άλλο τόπο.

18 Αφού δε ξημέρωσε, υπήρξε όχι λίγη ταραχή ανάμεσα στους στρατιώτες, τι άραγε να έγινε ο Πέτρος.

19 Και ο Ηρώδης, όταν τον ζήτησε, και δεν τον βρήκε, αφού ανέκρινε τους φύλακες, πρόσταξε να θανατωθούν και κατεβαίνοντας από την Ιουδαία στην Καισάρεια διέμενε εκεί.

4. Η κρίση τού Θεού επάνω στον Ηρώδη

20 Ο δε Ηρώδης ήταν υπερβολικά οργισμένος ενάντια στους Τυρίους και τους Σιδωνίους εκείνοι, όμως, ήρθαν σ' αυτόν με μια γνώμη, και αφού έπεισαν τον Βλάστο, που ήταν υπεύθυνος για το θησαυροφυλάκιο του βασιλιά, ζητούσαν ειρήνη επειδή, ο τόπος τους τρεφόταν από τη χώρα τού βασιλιά.

21 Και σε μια ορισμένη ημέρα, αφού ο Ηρώδης ντύθηκε με βασιλική στολή, και κάθησε επάνω στον θρόνο, αγόρευε προς αυτούς δημόσια.

22 Και ο λαός συνηγορούσε φωνάζοντας: Φωνή Θεού, και όχι ανθρώπου.

23 Κι αμέσως, ένας άγγελος του Κυρίου τον πάταξε, επειδή δεν έδωσε τη δόξα στον Θεό κι αφού έγινε σκωληκόβρωτος, ξεψύχησε.

24 Ο λόγος, όμως, του Θεού αύξανε και πληθυνόταν.

25 Ο δε Βαρνάβας και ο Σαύλος επέστρεψαν από την Ιερουσαλήμ, αφού εκπλήρωσαν τη διακονία τους, παίρνοντας μαζί τους και τον Ιωάννη, που αποκλήθηκε Μάρκος.


ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙO : 13ο

11ο 12ο  14ο 15ο

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ

 

Το Πνεύμα τού Θεού καλεί στο έργο τον Βαρνάβα και τον Σαύλο

1 ΚΑΙ στην Αντιόχεια, μέσα στην υπάρχουσα εκκλησία, υπήρχαν μερικοί προφήτες και δάσκαλοι, ο Βαρνάβας και ο Συμεών, που αποκαλείτο Νίγερ, και ο Λούκιος ο Κυρηναίος, και ο Μαναήν, που συναναστράφηκε μαζί με τον τετράρχη Ηρώδη, και ο Σαύλος.

2 Και ενώ υπηρετούσαν στον Κύριο και νήστευαν, το Πνεύμα το 'Αγιο είπε: Ξεχωρίστε σε μένα τον Βαρνάβα και τον Σαύλο για το έργο που τους προσκάλεσα.

3 Τότε, αφού νήστεψαν και προσευχήθηκαν, και έβαλαν επάνω σ' αυτούς τα χέρια, τους απέστειλαν.

Ο Βαρνάβας και ο Σαύλος στην Κύπρο

4 Αυτοί, λοιπόν, αφού στάλθηκαν από το Πνεύμα το 'Αγιο, κατέβηκαν στη Σελεύκεια, και από εκεί απέπλευσαν στην Κύπρο.

5 Και όταν ήρθαν στη Σαλαμίνα, κήρυτταν τον λόγο τού Θεού μέσα στις συναγωγές των Ιουδαίων είχαν δε και τον Ιωάννη ως υπηρέτη.

6 Και αφού διαπέρασαν το νησί μέχρι την Πάφο βρήκαν κάποιον  μάγο, έναν Ιουδαίο ψευδοπροφήτη, που ονομαζόταν Βαριησούς,

7 ο οποίος ήταν μαζί με τον ανθύπατο Σέργιο Παύλο, έναν συνετό άνδρα. Αυτός, αφού προσκάλεσε τον Βαρνάβα και τον Σαύλο, ζήτησε να ακούσει τον λόγο τού Θεού.

8 'Ομως, αντιστεκόταν σ' αυτούς ο Ελύμας ο μάγος (επειδή, έτσι ερμηνεύεται το όνομά του), ζητώντας να αποτρέψει τον ανθύπατο από την πίστη.

9 'Ομως, ο Σαύλος, που αποκλήθηκε και  Παύλος, αφού έγινε πλήρης από το Πνεύμα το 'Αγιο, και ατενίζοντας σ' αυτόν,

10 είπε:  Ω, εσύ, που είσαι γεμάτος από κάθε δόλο και κάθε ραδιουργία, γιε  τού διαβόλου, εχθρέ κάθε δικαιοσύνης, δεν θα παύσεις να διαστρέφεις τούς ίσιους δρόμους τού Κυρίου;

11 Και τώρα, δες, το χέρι τού Κυρίου είναι εναντίον σου και θα είσαι τυφλός, χωρίς να βλέπεις τον ήλιο, μέχρι ορισμένον καιρό. Κι αμέσως, έπεσε επάνω του αμαύρωση και σκοτάδι και γυρίζοντας ολόγυρα ζητούσε χειραγωγούς.

12 Τότε, βλέποντας ο ανθύπατος το γεγονός, πίστεψε, μένοντας έκπληκτος με τη διδασκαλία τού Κυρίου.

Από την Κύπρο στην Αντιόχεια της Πισιδίας

13 'Οταν δε ο Παύλος και εκείνοι που ήσαν γύρω του, απέπλευσαν από την Πάφο, ήρθαν στην Πέργη τής Παμφυλίας  και ο Ιωάννης, καθότι αποχωρίστηκε απ' αυτούς, επέστρεψε στα Ιεροσόλυμα.

14 Κι αυτοί, αφού πέρασαν από την Πέργη, έφτασαν στην Αντιόχεια της Πισιδίας, και μπαίνοντας μέσα στη συναγωγή κατά την ημέρα τού σαββάτου, κάθησαν.

15 Και μετά την ανάγνωση του νόμου και των προφητών, έστειλαν σ' αυτούς οι αρχισυνάγωγοι, λέγοντας: 'Ανδρες αδελφοί, αν έχετε κάποιον λόγο προτροπής προς τον λαό, μιλήστε.

16 Και καθώς ο Παύλος σηκώθηκε και έσεισε το χέρι του, είπε: 'Ανδρες Ισραηλίτες, και εκείνοι που φοβάστε τον Θεό, ακούστε.

17 Ο Θεός τούτου τού λαού Ισραήλ διάλεξε τους Πατέρες μας, και ύψωσε τον λαό που παροικούσε στην Αίγυπτο, και με υψωμένον βραχίονα τους έβγαλε απ' αυτή.

18 Και για σχεδόν 40 χρόνια υπέφερε τους τρόπους τους μέσα στην έρημο

19 και αφού κατέστρεψε επτά έθνη μέσα στη γη Χαναάν, τους διαμοίρασε τη γη τους με κλήρο.

20 Και ύστερα απ' αυτά, για περίπου 450 χρόνια, τους έδωσε κριτές μέχρι τον προφήτη Σαμουήλ.

21 Και έπειτα ζήτησαν βασιλιά, και ο Θεός έδωσε σ' αυτούς τον Σαούλ, τον γιο τού Κις, έναν άνδρα από τη φυλή Βενιαμίν, για 40 χρόνια.

22 Και όταν ο Θεός τον καθαίρεσε, σήκωσε σ' αυτούς βασιλιά τον Δαβίδ, για τον οποίο και είπε, δίνοντας τη μαρτυρία: <<Βρήκα τον Δαβίδ, τον γιο τού Ιεσσαί, άνδρα σύμφωνα με την καρδιά μου, που θα κάνει  όλα τα θελήματά μου>>.

23 Από το σπέρμα του, ο Θεός, σύμφωνα με την επαγγελία, σήκωσε στον Ισραήλ σωτήρα, τον Ιησού.

24 Αφού ο Ιωάννης, πριν από την έλευσή του, κήρυξε από πριν βάπτισμα μετάνοιας σε ολόκληρο τον λαό Ισραήλ

25 και ενώ ο Ιωάννης τελείωνε τον δρόμο του, έλεγε: Για ποιον με στοχάζεστε ότι είμαι; Δεν είμαι εγώ αλλά, δέστε, ύστερα από μένα έρχεται εκείνος, του οποίου δεν είμαι άξιος να λύσω το υπόδημα των ποδιών του.

26 'Ανδρες αδελφοί, γιοι τού γένους τού Αβραάμ, και εκείνοι ανάμεσά σας που φοβούνται τον Θεό, σε σας στάλθηκε ο λόγος αυτής τής σωτηρίας.

27 Επειδή, αυτοί που κατοικούν στην Ιερουσαλήμ, και οι άρχοντές τους, αφού δεν γνώρισαν αυτόν μήτε τα λόγια των προφητών, που διαβάζονται κάθε σάββατο, τα εκπλήρωσαν, όταν τον κατέκριναν

28 και ενώ δεν βρήκαν καμιά αιτία θανάτου, ζήτησαν από τον Πιλάτο να θανατωθεί.

29 Και όταν τελείωσαν όλα τα γραμμένα γι' αυτόν, αφού τον κατέβασαν από το ξύλο, τον έβαλαν σε μνήμα.

30 Ο Θεός, όμως, τον ανέστησε από τους νεκρούς

31 ο οποίος, για πολλές ημέρες, φάνηκε σ' αυτούς, που είχαν ανέβει μαζί του από τη Γαλιλαία στην Ιερουσαλήμ, οι οποίοι είναι μάρτυρές του προς τον λαό.

32 Κι εμείς ευαγγελιζόμαστε σε σας την υπόσχεση που έγινε στους Πατέρες, ότι ο Θεός την εκπλήρωσε αυτή σε μας, τα παιδιά τους, ανασταίνοντας τον Ιησού.

33 Καθώς είναι γραμμένο και στον δεύτερο Ψαλμό: <<Υιός μου είσαι εσύ εγώ σήμερα σε γέννησα>>.

34 Μάλιστα, ότι τον ανέστησε από τους νεκρούς, χωρίς να πρόκειται πλέον να επιστρέψει στη φθορά, λέει ως εξής, ότι: <<Θα σας δώσω τα πιστά ελέη τού Δαβίδ>>.

35 Γι' αυτό, σε έναν άλλον ^Ψαλμό^ λέει: <<Δεν θα αφήσεις τον όσιό σου να δει φθορά>>.

36 Επειδή, ο μεν Δαβίδ, αφού υπηρέτησε τη βουλή τού Θεού μέσα στη γενεά του, κοιμήθηκε, και προστέθηκε στους πατέρες του, και είδε φθορά.

37 Εκείνος, όμως, τον οποίο ο Θεός ανέστησε, δεν είδε φθορά.

38 Ας είναι, λοιπόν, γνωστό σε σας, άνδρες αδελφοί, ότι διαμέσου αυτού κηρύττεται προς εσάς άφεση αμαρτιών

39 και από όλα, από όσα δεν μπορέσατε διαμέσου τού νόμου τού Μωυσή να δικαιωθείτε, διαμέσου τούτου, καθένας που πιστεύει, ανακηρύσσεται δίκαιος.

40 Προσέχετε, λοιπόν, να μη συμβεί σε σας αυτό που ειπώθηκε από τους προφήτες:

41 <<Δέστε, καταφρονητές, και θαυμάστε, κι αφανιστείτε επειδή, εγώ εργάζομαι ένα έργο στις ημέρες σας, έργο που δεν θα πιστέψετε, αν κάποιος το διηγηθεί σε σας>>.

42 Κι ενώ έβγαιναν από τη συναγωγή των Ιουδαίων, τα έθνη παρακαλούσαν να κηρυχθούν σ' αυτούς αυτά τα λόγια το επόμενο σάββατο.

43 Και όταν η συναγωγή διαλύθηκε, πολλοί από τους Ιουδαίους και τους ευσεβείς προσήλυτους ακολούθησαν τον Παύλο και τον Βαρνάβα οι οποίοι μιλώντας σ' αυτούς, τους έπειθαν να μένουν με σταθερότητα στη χάρη τού Θεού.

44 Και το ερχόμενο σάββατο όλη σχεδόν η πόλη συγκεντρώθηκε για να ακούσουν τον λόγο τού Θεού.

45 Βλέποντας, όμως, οι Ιουδαίοι τα πλήθη γέμισαν από φθόνο και εναντιώνονταν σ' αυτά που έλεγε ο Παύλος, αντιλέγοντας και κακολογώντας.

46 Ο δε Παύλος και ο Βαρνάβας μιλώντας με θάρρος, είπαν: 'Ηταν αναγκαίο πρώτα σε σας να λαληθεί ο λόγος τού Θεού αλλά, επειδή τον απορρίπτετε, και δεν κρίνετε τον εαυτό σας άξιο της αιώνιας ζωής, δέστε, στρεφόμαστε στα έθνη

47 δεδομένου ότι, έτσι μας πρόσταξε ο Κύριος, λέγοντας : <<Σε έχω θέσει ως φως των εθνών, για να είσαι προς σωτηρία μέχρι το τελευταίο άκρο τής γης>>.

48 Και ακούγοντας οι εθνικοί χαίρονταν και δόξαζαν τον λόγο τού Κυρίου και πίστεψαν όσοι είχαν τάξει τον εαυτό τους για την αιώνια ζωή.

49 Και ο λόγος τού Κυρίου διαδιδόταν διαμέσου ολόκληρης της χώρας.

50 Οι δε Ιουδαίοι παρακίνησαν τις ευλαβείς και επίσημες γυναίκες, και τους πρώτους τής πόλης, και διέγειραν διωγμό ενάντια στον Παύλο και τον Βαρνάβα, και τους έβγαλαν έξω από τα όριά τους.

51 Εκείνοι, όμως, αφού ξετίναξαν μπροστά τους τη σκόνη των ποδιών τους, ήρθαν στο Ικόνιο.

52 Και οι μαθητές γίνονταν πλήρεις από χαρά και Πνεύμα 'Αγιο.


ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙO : 14ο

11ο 12ο 13ο  15ο

Ο Παύλος και ο Βαρνάβας στο Ικόνιο

1 ΚΑΙ στο Ικόνιο, αφού μπήκαν μαζί μέσα στη συναγωγή των Ιουδαίων, μίλησαν με τον ίδιο τρόπο, ώστε ένα μεγάλο πλήθος, και από Ιουδαίους και από 'Ελληνες, πίστεψε.

2 'Οσοι Ιουδαίοι, μάλιστα, δεν πείθονταν, παρόξυναν, και διέστρεψαν τις ψυχές των εθνικών ενάντια στους αδελφούς.

3 Αρκετό καιρό, λοιπόν, διέμειναν μιλώντας με παρρησία για τον Κύριο, ο οποίος έδινε μαρτυρία στον λόγο τής χάρης του, και έδινε να γίνονται σημεία και τέρατα διαμέσου των χεριών τους.

4 Και το πλήθος τής πόλης διχάστηκε και οι μεν ήσαν με το μέρος των Ιουδαίων, οι δε με το μέρος των αποστόλων.

5 Και όταν οι εθνικοί και οι Ιουδαίοι, μαζί με τους δικούς τους άρχοντες, όρμησαν στο να τους βρίσουν και να τους λιθοβολήσουν,

6 μόλις το κατάλαβαν, κατέφυγαν στις πόλεις τής Λυκαονίας, τη Λύστρα και τη Δέρβη, και τα περίχωρα,

7 κι εκεί κήρυτταν το ευαγγέλιο.

Ο Παύλος και ο Βαρνάβας στις πόλεις τής Λυκαονίας

8 Και στα Λύστρα καθόταν κάποιος άνδρας αδύνατος στα πόδια, που ήταν χωλός από την κοιλιά τής μητέρας του, ο οποίος ποτέ δεν είχε περπατήσει.

9 Αυτός άκουγε τον Παύλο να μιλάει ο οποίος, καθώς τον ατένισε, και βλέποντας ότι έχει πίστη για να σωθεί,

10 είπε με δυνατή φωνή: Σήκω επάνω στα πόδια σου όρθιος. Και πηδούσε και περπατούσε.

11 Και τα πλήθη, όταν είδαν αυτό που έκανε ο Παύλος, ύψωσαν τη φωνή τους, λέγοντας στη Λυκαονική γλώσσα : Οι θεοί, που ομοιώθηκαν με ανθρώπους, κατέβηκαν σε μας.

12 Και ονόμαζαν τον μεν Βαρνάβα, Δία τον δε Παύλο, Ερμή, επειδή αυτός ήταν ο αρχηγός τού λόγου.

13 Και ο ιερέας τού Δία, που ήταν μπροστά από την πόλη τους, έφερε ταύρους και στέμματα στις πύλες μαζί με το πλήθος, και ήθελε να προσφέρει θυσία.

14 'Οταν, όμως το άκουσαν οι απόστολοι, ο Βαρνάβας και ο Παύλος, έσχισαν τα ιμάτιά τους, και πήδησαν στο μέσον τού πλήθους, κράζοντας,

15 και λέγοντας: 'Ανδρες, γιατί τα κάνετε αυτά; Κι εμείς άνθρωποι είμαστε, ομοιοπαθείς με σας, κηρύττοντας σε σας, να επιστρέψετε απ' αυτά τα μάταια στον ζωντανό Θεό, ο οποίος δημιούργησε τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα, και όλα όσα είναι μέσα σ' αυτά

16 που στις περασμένες γενεές άφησε όλα τα έθνη να περπατούν στους δρόμους τους

17 παρόλο που δεν άφησε τον εαυτό του χωρίς μαρτυρία, αγαθοποιώντας, δίνοντάς μας από τον ουρανό βροχές και καρποφόρες εποχές, γεμίζοντας με τροφή και ευφροσύνη τις καρδιές μας.

18 Και λέγοντας αυτά, μόλις και εμπόδισαν τα πλήθη, ώστε να μη προσφέρουν σ' αυτούς θυσία.

19 Κι επάνω σ' αυτό, ήρθαν οι Ιουδαίοι από την Αντιόχεια και το Ικόνιο, και αφού έπεισαν τα πλήθη, και λιθοβόλησαν τον Παύλο, τον έσυραν έξω από την πόλη, νομίζοντας ότι πέθανε.

20 'Οταν, όμως, οι μαθητές τον περικύκλωσαν, αφού σηκώθηκε, μπήκε μέσα στην πόλη και την επόμενη ημέρα βγήκε έξω στη Δέρβη μαζί με τον Βαρνάβα.

Ο Παύλος και ο Βαρνάβας στη Δέρβη, και ξανά στη Λύστρα, στο Ικόνιο και στην Αντιόχεια της Πισιδίας

21 Και αφού κήρυξαν το ευαγγέλιο στην πόλη εκείνη και έκαναν αρκετούς μαθητές, επέστρεψαν στη Λύστρα και στο Ικόνιο και στην Αντιόχεια,

22 επιστηρίζοντας τις ψυχές των μαθητών, προτρέποντας να μένουν με σταθερότητα στην πίστη, και διδάσκοντας ότι διαμέσου πολλών θλίψεων πρέπει να μπούμε μέσα στη βασιλεία τού Θεού.

23 Και ενώ χειροτόνησαν σ' αυτούς πρεσβύτερους σε κάθε εκκλησία, αφού προσευχήθηκαν με νηστείες, τους αφιέρωσαν στον Κύριο, στον οποίο είχαν πιστέψει.

Ο Παύλος και ο Βαρνάβας στις πόλεις τής Παμφυλίας

και επιστροφή στην Αντιόχεια της Συρίας

24 Και περνώντας μέσα από την Πισιδία, ήρθαν στην Παμφυλία

25 και αφού κήρυξαν τον λόγο στην Πέργη, κατέβηκαν στην Αττάλεια.

26 Και από εκεί απέπλευσαν στην Αντιόχεια, απ' όπου είχαν παραδοθεί στη χάρη τού Θεού για το έργο που εκτέλεσαν.

27 'Οταν δε ήρθαν και συγκέντρωσαν την εκκλησία, ανήγγειλαν όσα ο Θεός έκανε διαμέσου αυτών, και ότι άνοιξε στα έθνη θύρα πίστης.

28 Και διέμεναν εκεί όχι λίγο καιρό, μαζί με τους μαθητές.


ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙO : 15ο

11ο 12ο 13ο 14ο

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΤΟΜΗΣ. ΕΙΝΑΙ, ΑΡΑΓΕ, ΑΝΑΓΚΑΙΑ;

 

1. Αποστέλλεται αντιπροσωπεία στην Ιερουσαλήμ

1 ΚΑΙ όταν κατέβηκαν μερικοί από την Ιουδαία δίδασκαν τους αδελφούς ότι: Αν δεν κάνετε την περιτομή, σύμφωνα με τη συνήθεια του Μωυσή, δεν μπορείτε να σωθείτε.

2 Αφού, λοιπόν, έγινε αντίσταση και συζήτηση όχι λίγη από τον Παύλο και τον Βαρνάβα προς αυτούς, ενέκριναν να ανέβει ο Παύλος και ο Βαρνάβας και μερικοί άλλοι απ' αυτούς προς τους αποστόλους και πρεσβύτερους  στην Ιερουσαλήμ, για το ζήτημα αυτό.

3 Εκείνοι, λοιπόν, αφού τους κατευόδωσε η εκκλησία, περνούσαν μέσα από τη Φοινίκη και τη Σαμάρεια, αφηγούμενοι την επιστροφή των εθνών και προξενούσαν μεγάλη χαρά σε όλους τούς αδελφούς.

4 Και όταν ήρθαν στην Ιερουσαλήμ, τους υποδέχθηκε η εκκλησία και οι απόστολοι και οι πρεσβύτεροι, και ανήγγειλαν όσα ο Θεός έκανε διαμέσου αυτών.

2. Η Σύσκεψη στα Ιεροσόλυμα

5 Και σηκώθηκαν μερικοί, εκείνοι από την παράταξη των Φαρισαίων, οι οποίοι είχαν πιστέψει, και έλεγαν, ότι: Πρέπει να τους κάνουμε την περιτομή, και να τους παραγγέλλουμε να τηρούν τον νόμο τού Μωυσή.

6 Και συγκεντρώθηκαν οι απόστολοι και οι πρεσβύτεροι για να σκεφθούν για τούτο το πράγμα.

7 'Υστερα από πολλή συζήτηση, αφού ο Πέτρος σηκώθηκε, τους είπε: 'Ανδρες αδελφοί, εσείς ξέρετε ότι ο Θεός διάλεξε μεταξύ μας, εξαρχής, διαμέσου τού στόματός μου τα έθνη να ακούσουν τον λόγο τού ευαγγελίου, και να πιστέψουν.

8 Και ο καρδιογνώστης Θεός έδωσε σ' αυτούς μαρτυρία, χαρίζοντας σ' αυτούς το Πνεύμα το 'Αγιο όπως και σ' εμάς.

9 Και δεν έκανε καμιά διάκριση ανάμεσα σ' εμάς και σ' αυτούς, καθαρίζοντας τις καρδιές τους διαμέσου τής πίστης.

10 Τώρα, λοιπόν, γιατί πειράζετε τον Θεό, επιβάλλοντας ζυγό στον τράχηλο των μαθητών, που ούτε οι πατέρες μας ούτε εμείς δεν μπορέσαμε να βαστάξουμε;

11 Αλλά, διαμέσου τής χάρης τού Κυρίου Ιησού Χριστού πιστεύουμε ότι θα σωθούμε, όπως ακριβώς και εκείνοι.

12 Και ολόκληρο το πλήθος σιώπησε, και άκουγαν τον Βαρνάβα και τον Παύλο να εξιστορούν όσα σημεία και τέρατα ο Θεός έκανε διαμέσου αυτών ανάμεσα στα έθνη.

13 Και αφού αυτοί σιώπησαν, αποκρίθηκε ο Ιάκωβος, λέγοντας: 'Ανδρες αδελφοί, ακούστε με:

14 Ο Συμεών φανέρωσε με ποιον τρόπο ο Θεός επισκέφθηκε κατ' αρχάς τα έθνη, ώστε να πάρει απ' αυτά λαό για το όνομά του.

15 Και με τούτο συμφωνούν τα λόγια των προφητών, όπως είναι γραμμένο:

16 <<Και ύστερα απ' αυτά θα επιστρέψω και θα ανοικοδομήσω τη σκηνή τού Δαβίδ, που έχει πέσει* και τα κατεδαφισμένα της θα τα ανοικοδομήσω, και θα την ανορθώσω

17 για να εκζητήσουν τον Κύριο οι υπόλοιποι των ανθρώπων, και όλα τα έθνη, επάνω στα οποία καλείται το όνομά μου, λέει ο Κύριος, ο οποίος κάνει όλα αυτά>>.

18 Από τον αιώνα είναι γνωστά στον Θεό όλα τα έργα του.

19 Γι' αυτό, εγώ κρίνω να μη παρενοχλούμε αυτούς οι οποίοι από τα έθνη επιστρέφουν στον Θεό

20 αλλά, να τους γράψουμε μία επιστολή να απέχουν από τα μολύσματα των ειδώλων, και από την πορνεία, και το πνικτό, και το αίμα.

21 Επειδή, ο Μωυσής, από τις αρχαίες γενεές, έχει σε κάθε πόλη αυτούς που τον κηρύττουν μέσα στις συναγωγές, μια που διαβάζεται κάθε σάββατο.

3. Η Απόφαση της Σύσκεψης σε μορφή Επιστολής

22 Τότε, φάνηκε εύλογο στους αποστόλους και στους πρεσβύτερους, μαζί με ολόκληρη την εκκλησία, να εκλέξουν από ανάμεσά τους κάποιους άνδρες, και να στείλουν στην Αντιόχεια, μαζί με τον Παύλο και τον Βαρνάβα, τον Ιούδα, που αποκαλείται Βαρσαβάς, και τον Σίλα, άνδρες προεστώτες ανάμεσα στους αδελφούς

23 και διαμέσου αυτών έγραψαν τα εξής: Οι απόστολοι, και οι πρεσβύτεροι και οι αδελφοί, προς τους αδελφούς από τα έθνη, που βρίσκονται στην Αντιόχεια και τη Συρία και την Κιλικία, χαίρετε.

24 Επειδή ακούσαμε ότι μερικοί, που βγήκαν από μας, σας τάραξαν με λόγια, και διαστρέφουν τις ψυχές σας, λέγοντας να κάνετε την περιτομή, και να τηρείτε τον νόμο, στους οποίους εμείς αυτό δεν το παραγγείλαμε

25 φάνηκε εύλογο σε μας, αφού συγκεντρωθήκαμε με την ίδια γνώμη, να εκλέξουμε κάποιους άνδρες, και να τους στείλουμε σε σας, μαζί με τους αγαπητούς μας Βαρνάβα και Παύλο,

26 ανθρώπους που παρέδωσαν τις ψυχές τους υπέρ του ονόματος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

27 Στείλαμε, λοιπόν, τον Ιούδα και τον Σίλα, για να σας αναγγείλουν προφορικά κι αυτοί τα ίδια.

28 Επειδή, φάνηκε εύλογο στο 'Αγιο Πνεύμα και σε μας, να μη επιβάλουμε σε σας κανένα βάρος περισσότερο, εκτός από τούτα τα αναγκαία,

29 να απέχετε από ειδωλόθυτα, και από αίμα, και πνικτό, και πορνεία από τα οποία φυλάγοντας τον εαυτό σας, θα πράξετε καλά υγιαίνετε.

Ο Παύλος και ο Βαρνάβας επιστρέφουν στην Αντιόχεια

30 Αυτοί μεν, λοιπόν, όταν αφέθηκαν, ήρθαν στην Αντιόχεια και αφού συγκέντρωσαν το πλήθος, επέδωσαν την επιστολή.

31 Και όταν τη διάβασαν, χάρηκαν για την παρηγορία που περιείχε .

32 Ο δε Ιούδας και ο Σίλας, που κι αυτοί ήσαν προφήτες, παρηγόρησαν τους αδελφούς με πολλά λόγια, και τους στήριξαν.

33 Και αφού διέμειναν εκεί κάποιο χρονικό διάστημα, στάλθηκαν με ειρήνη από τους αδελφούς προς τους αποστόλους.

34 Στον Σίλα, όμως, φάνηκε εύλογο να μείνει ακόμα εκεί.

35 Ο δε Παύλος και ο Βαρνάβας διέμεναν στην Αντιόχεια, διδάσκοντας και κηρύττοντας, μαζί και με άλλους πολλούς, τον λόγο τού Κυρίου.

ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ

Ο Παύλος και ο Σίλας χωρίζουν εξαιτίας τού Ιωάννη-Μάρκου

36 ΚΑΙ μετά από μερικές ημέρες, ο Παύλος είπε στον Βαρνάβα: Ας επιστρέψουμε τώρα και ας επισκεφθούμε τούς αδελφούς μας σε κάθε πόλη, στις οποίες κηρύξαμε τον λόγο τού Κυρίου, πώς έχουν.

37 Και ο μεν Βαρνάβας στοχάστηκε να πάρει μαζί τον Ιωάννη, που λεγόταν Μάρκος

38 ο Παύλος, όμως, αξίωνε, αυτόν που αποχωρίστηκε απ' αυτούς από την Παμφυλία, και δεν τους ακολούθησε μαζί στο έργο τούτον να μη τον πάρουν μαζί.

39 Συνέβηκε, λοιπόν, ερεθισμός, ώστε χώρισαν ο ένας από τον άλλον και ο μεν Βαρνάβας, παίρνοντας τον Μάρκο, εξέπλευσε για την Κύπρο.

40 Ο δε Παύλος, διαλέγοντας τον Σίλα, αναχώρησε, αφού παραδόθηκε από τους αδελφούς στη χάρη τού Θεού.

41 Και περνούσε μέσα από τη Συρία και την Κιλικία, επιστηρίζοντας τις εκκλησίες.