ΠΕΡΙΛΗΨΗ – ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ 

Όλα όσα γνωρίζουμε για την επίγεια ζωή του Ιησού Χριστού, θα τα βρούμε μέσα στα τέσσερα Ευαγγελία.

Η ζωή ενός περιοδεύοντος κήρυκα, σε μία γωνία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, δεν ήταν και το καλύτερο θέμα για να ασχοληθούν οι Ρωμαίοι ιστορικοί.

Ο Τάκιτος αναφέρεται με πολύ συντομία στον Ιησού Χριστό και όχι τόσο επεξηγηματικά, κάνοντας αναφορά  στον θάνατο κάποιων Χριστιανών από τον Νέρωνα.

Οι Ιουδαίοι ιστορικοί δεν μας δίνουν και πολλά περισσότερα στοιχεία. Ο Ιώσηπος, ο οποίος ήταν αυτός που έγραψε την ιστορία των Ιουδαίων στο τέλος του 1ου αιώνα μ.Χ., μάς αναφέρει κάποιον θαυματοποιό Μεσσία, που θανατώθηκε από τον Πιλάτο και αργότερα εμφανίστηκε ξανά στους μαθητές Του.

Μέσα στα γραπτά των Ραββίνων διατηρήθηκαν παραδόσεις που ανέφεραν για κάποιον, ο οποίος εξαπατούσε τον λαό με «μαγεία» και διέδιδε ότι δεν είχε έρθει για να καταργήσει τον νόμο αλλά για να συμπληρώσει κάτι. Τον κρέμασαν την παραμονή του Πάσχα, με την κατηγορία της αίρεσης και της παραπλάνησης του λαού. Ακόμα ανέφεραν ότι είχε 5 μαθητές, οι οποίοι «γιάτρευαν» τους αρρώστους.  

Από τις παραδόσεις αυτές παίρνουμε μία μικρή ιδέα για το πώς έβλεπαν οι άλλοι άνθρωποι τον Ιησού Χριστό και βλέπουμε ότι συμφωνούσαν με την άποψη του Ιουδαϊκού Συνεδρίου, που τον καταδίκασε σε θάνατο.

Μία πηγή η οποία αναθέρμανε το ενδιαφέρον για περισσότερες πληροφορίες, όσον αφορά τον Ιησού Χριστό, ήταν το «Ευαγγέλιο του Θωμά», το οποίο ανακαλύφθηκε στο Ναγκ – Χαμαντί στην Αίγυπτο. Το έργο αυτό περιέχει πληροφορίες για τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Οι κύλινδροι της Νεκράς Θάλασσας  κάνουν λόγο για μία αίρεση, που έζησε πριν και κατά την διάρκεια της ζωής του Ιησού Χριστού.

Αυτό σημαίνει ότι η γνώση μας για το Πρόσωπο του Ιησού Χριστού προέρχεται σχεδόν αποκλειστικά από την Καινή διαθήκη, όπου και εκεί τα όρια στενεύουν στα τέσσερα Ευαγγέλια. Ακόμα και οι Επιστολές του Παύλου μάς αναφέρουν λίγα για την καθεαυτή ζωή του Ιησού Χριστού.

Επομένως, οι κυρίως πηγές μας είναι τα Ευαγγέλια, τα οποία γράφτηκαν 30 χρόνια μ.Χ. Το υλικό τους διασώθηκε και μεταδόθηκε με προφορικές και γραπτές αναφορές.

Το περιεχόμενο των Ευαγγελίων διδάχτηκε αρχικά στην Αραμαϊκή,  μία γλώσσα την οποία μιλούσε  και ο Ιησούς Χριστός.

Η Ιστορία του Ιησού, εκτός από το ακαδημαϊκό και ιστορικό της ενδιαφέρον, διατηρήθηκε και εξαιτίας της πρακτικής της σχέσης με τους πρώτους Χριστιανούς π.χ. όταν αντιμετώπιζαν περιπτώσεις κατά τις οποίες έπρεπε να αποφασίσουν πάνω σε θέματα ηθικής. Ένα τέτοιου είδους θέμα αποτελεί ο γάμος και το διαζύγιο, τα οποία είχαν ανάγκη από την διδασκαλία του Ιησού. Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν ήταν και λίγες οι φορές, κατά τις  οποίες οι πρώτοι Χριστιανοί έρχονταν σε σύγκρουση με τους Ιουδαίους σε τέτοια θέματα.

Τα τέσσερα Ευαγγέλια στηρίζονται στην ιστορική μαρτυρία για το Πρόσωπο του Ιησού Χριστού, διατηρώντας το κάθε ένα από αυτά μία διαφορετική πλευρά παρουσίασης, όπως σε μία τετραχρωμία όπου το κάθε χρώμα έχει την δική του θέση και τα τέσσερα  μαζί παρουσιάζουν μία πλήρη απεικόνιση.

          Τα Ευαγγέλια φανερώνουν σε πολλές περιπτώσεις ένα μικρό μέρος της ζωής Του Ιησού Χριστού. Για παράδειγμα, δεν ξέρουμε και πολλά για την περίοδο του Ιησού μέχρι την ηλικία των τριάντα.

Συνεπώς, η ιστορία μέσα στα Ευαγγέλια είναι η ιστορία όπως την είδαν οι Χριστιανοί: κήρυτταν τα χαρμόσυνα νέα. Παρουσίαζαν τον Ιησού ως τον Υιό Του Θεού. Έγραψαν με σκοπό οι αναγνώστες τους να πιστέψουν και να αποκτήσουν την αιώνια ζωή. Γι’ αυτούς ο Ιησούς Χριστός δεν ήταν ένας απλός άνθρωπος ή ένας προφήτης. Ήταν ο Γιος του Θεού, ο Κύριος, τον οποίο ο Θεός  είχε αναστήσει από τους νεκρούς και είναι μαζί με Αυτόν αυτή την στιγμή στους Ουρανούς.

Ένας μη Χριστιανός συγγραφέας μπορεί να τα είχε περιγράψει διαφορετικά.

Κάθε ένας από τους τέσσερις Ευαγγελιστές μάς παρουσιάζει τον Ιησού με τον δικό του τρόπο. Κάθε ένας εμφανίζει μία ξεχωριστή πλευρά του Ιησού Χριστού :

·        Ο Ματθαίος  εστιάζει το ενδιαφέρον του πάνω στην σχέση του Ιησού με την  Ιουδαϊκή πίστη. Κρίνει τους Ιουδαίους για την απιστία τους στην Θρησκεία τους. Δείχνει πως ο Ιησούς ήρθε για να εκπληρώσει την Παλαιά Διαθήκη. Απεικονίζει τον Ιησού κυρίως ως Δάσκαλο.

·        Ο Μάρκος δίνει έμφαση στην δράση μάλλον παρά στην διδασκαλία του Ιησού. Οι Ιουδαίοι περίμεναν έναν Μεσσία, πολιτικό αρχηγό, με μορφή γεμάτη δόξα. Ο Απόστολος Μάρκος παρουσιάζει έναν Μεσσία που έπρεπε να πάθει και να απορριφθεί από τους ανθρώπους, και όπως Εκείνος έπαθε, έτσι και οι μαθητές Του  έπρεπε να είναι έτοιμοι να υποστούν τα ίδια. Μόνο στην δεύτερη έλευσή Του θα φανερωθεί ως Βασιλιάς της Δόξας.

·        Ο Ευαγγελιστής Λουκάς τονίζει τις ευλογίες της σωτηρίας που έφερε ο Ιησούς. Τονίζει με έμφαση τα σημεία τις Παλαιάς Διαθήκης που προφήτευαν για τον Ιησού Χριστό, και τους αποδεικνύει ότι οι γραφές και οι προφητείες εκπληρώνονται στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού.

·        Το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, τέλος, αποκαλύπτει τον Ιησού ως τον ΈΝΑΝ, που στάλθηκε από τον Θεό Πατέρα στον κόσμο για να γίνει Σωτήρας.

 

Από τις παραπάνω περιγραφές και το υλικό, που έχουμε σήμερα, προκύπτει ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ο γιος της παρθένου Μαρίας, που γεννήθηκε στην Βηθλεέμ της Ιουδαίας, λίγο πριν από τον θάνατο του Ηρώδη του Μεγάλου το 4 π.Χ. Πέρασε τα πρώτα χρόνια Του στη Ναζαρέτ, όπου ήταν ο μαραγκός του χωριού.

Όταν ο Ιωάννης ο βαπτιστής άρχισε να κηρύττει δίπλα στον Ιορδάνη  ποταμό το 27 ή το 29 μ.Χ., ο Ιησούς ήρθε και βαπτίσθηκε απ’ αυτόν. Εκείνη την στιγμή πήρε την εντολή, με την σφράγιση (δωρεά) του Αγίου Πνεύματος, να αρχίσει το έργο Του.

Ο Σατανάς προσπάθησε με τις εισηγήσεις του να αποτρέψει τον Ιησού από το έργο Του και την ΚΛΗΣΗ που είχε αλλά με την δύναμη Τού Αγίου Πνεύματος, ο Ιησούς αντιστάθηκε.

Ο Ιησούς άρχισε την διακονία Του κυρίως στην Γαλιλαία. Ακολούθησε μία περίοδος στην Ιουδαία, που περιελάμβανε επισκέψεις, και στην Ιερουσαλήμ, η οποία Ιερουσαλήμ έμελλε να είναι και ο επίλογος στην διακονία Του :  τις μέρες του Πάσχα, περίπου το 30 ή 32 μ.Χ., συλλήφθηκε και θανατώθηκε.

Το μήνυμα Του Ιησού αφορούσε τα Χαρμόσυνα Νέα της Βασιλείας Του Θεού. Στο μυαλό των ανθρώπων οι οποίοι ζούσαν στην εποχή του Ιησού, ο Μεσσίας (Μεσσίας στα Ελληνικά σημαίνει  «ΧΡΙΣΤΟΣ»,δηλαδή αυτός που έχει λάβει το χρίσμα <χρίω)ήταν ένας Πολεμιστής–Βασιλιάς, που θα τους ελευθέρωνε από τους κατακτητές Ρωμαίους.

Ο Ιησούς απέβλεπε στην μελλοντική εκπλήρωση της Βασιλείας του Θεού με τον Εαυτό Του ως Βασιλιά. Τα πρώτα δείγματα του ερχομού της Βασιλείας Του δεν θα ήταν στρατιωτικές νίκες αλλά το κήρυγμα της Σωτηρίας του Ανθρώπου. Ο Ιησούς τούς κάλεσε να μετανοήσουν από τις αμαρτίες τους και να γίνουν μαθητές Του. Αυτός πρόσφερε την συγχώρεση σε όλο τον κόσμο που θα μετανοούσε. Από αυτούς που ανταποκρίθηκαν, ο Ιησούς επέλεξε 12 άτομα για να γίνουν αρχηγοί του νέου λαού του Θεού, που θα έπαιρνε την θέση του Ισραήλ, ο οποίος είχε απορρίψει το θέλημα του Θεού.

Ο Ιησούς δίδαξε ένα νέο τρόπο ζωής (βλέπε την επί του όρους ομιλία Ματθ/5:7). Ήρθε για να εκπληρώσει τον ρόλο του δούλου Του Θεού, που ταπεινώθηκε και πρόσφερε την ζωή Του ως λύτρο για τους ανθρώπους, ώστε να τους σώσει από τον θάνατο.  Μόνο στον πιο στενό  κύκλο των μαθητών Του αποκάλυψε ότι ήταν ο Υιός Του Θεού.

Σε όλο το διάστημα της διακονίας Του, ο Ιησούς ήταν σε συνεχή σύγκρουση με τις θρησκευτικές αρχές εξαιτίας της καυστικής Του κριτικής για τις παραδόσεις  και την υποκρισία τους, που υποκαθιστούσαν τους Νόμους του Μωυσή. Αυτοί φοβήθηκαν μήπως γινόταν το επίκεντρο λαϊκής εξέγερσης ενάντια της Ρώμης, με αποτέλεσμα να οδηγηθούν σε θλιβερά αντίποινα. Με την συνεργασία ενός από τους Ακολούθους Του (Μαθητές), προετοίμασαν την σύλληψή Του.

Στο τελευταίο δείπνο, με την συνηθισμένη τελετή, ο Ιησούς πρόσθεσε δύο νέα στοιχεία : 1) τον ΆΡΤΟ (συμβόλιζε το Σώμα Του, που θα το θυσίαζε για λογαριασμό τους και για όποιον μετάνιωνε πραγματικά), 2) τον ΟΙΝΟΝ (συμβόλιζε το αίμα Του, που θα χυνόταν για τον  ίδιο λόγο και για να επικυρώσει την Νέα Διαθήκη του Θεού με τους ανθρώπους και να τους οδηγήσει στην Βασιλεία Του).

Οι ψευδομάρτυρες απέτυχαν να προσκομίσουν στοιχεία ικανά, τα οποία θα οδηγούσαν στην καταδίκη του Ιησού. Το μόνο αληθές στοιχείο που κατέθεσαν και το οποίο επιβεβαιώθηκε από τον ίδιο τον Ιησού, ήταν το γεγονός ότι ΑΥΤΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΜΕΣΣΙΑΣ ΠΟΥ ΠΕΡΙΜΕΝΑΝ.

Οι Ιουδαίοι (που το θεώρησαν σαν βλασφημία), Τον έφεραν μπροστά στον Ρωμαίο Κυβερνήτη ως πολιτικό επαναστάτη κατά της Ρώμης. Ο Ρωμαίος Κυβερνήτης, παρότι είχε πεισθεί ο ίδιος από τις συνομιλίες με τον Ιησού ότι είναι αθώος, επέτρεψε στο τέλος να Τον θανατώσουν με την Ρωμαϊκή Ποινή την ΣΤΑΥΡΩΣΗ.

Μετά την τρίτη ημέρα του θανάτου Του, οι μαθητές Του, ισχυρίστηκαν ότι ο τάφος Του ήταν άδειος και ότι ο Θεός Τον ανέστησε από τους νεκρούς. Οι μαθητές Του υποστήριξαν επίσης ότι εμφανιζόταν περίπου για 40 μέρες μετά την Ανάστασή Του, σ’ αυτούς. Ο Ιησούς έδωσε την τελευταία Του εντολή στους μαθητές Του, η οποία ήταν: ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΣΕ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ. Η αποχώρησή Του από την γη συμβόλιζε την επιστροφή Του ( Αναλήφθηκε ) και την υπόσχεσή Του για τον δεύτερο ερχομό Του.

Αυτή είναι, εν συντομία, η εικόνα του Ιησού Χριστού μέσα από τα Ευαγγέλια, όπου εμφανίζεται ως κάτι περισσότερο από έναν απλό άνθρωπο. Το μήνυμά Του, τα έργα Του και η προσωπικότητά Του επιβάλλουν σε κάθε έναν αναγνώστη, κάθε έναν από εμάς να πάρουμε θέση απέναντι στο πρόσωπο, το οποίο ονομάζεται ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ. Ο καθένας μας πρέπει να αποφασίσει για το αν θα  απορρίψει ή θα δεχθεί τον ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ.

 

 

ΜΑΤΘΑΙΟΣ

 

ΜΑΤΘΑΙΟΣ = «ΔΩΡΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»

Το όνομά του ήταν Λευί, σ’ εμάς όμως είναι γνωστός με το όνομα Ματθαίος.

Το επάγγελμά του ήταν τελώνης. Ύστερα από προσωπική κλήση, την οποία πήρε από τον Ιησού Χριστό, έγινε ένας από τους 12 μαθητές. Από το επάγγελμά του καταλαβαίνουμε ότι πρέπει να ήταν πολύ μορφωμένος, να γνώριζε γράμματα και ξένες γλώσσες. Αραμαϊκά, Ελληνικά και Εβραϊκά θα ήταν μερικές από τις γλώσσες, τις οποίες θα μιλούσε ο Ευαγγελιστής Ματθαίος.

Το Ευαγγέλιο το έγραψε το 50 μ.Χ., πρώτα στην Αραμαϊκή γλώσσα, προς εξυπηρέτηση των εκκλησιών της Παλαιστίνης, με σκοπό να δείξει ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ο Μεσσίας που περίμεναν, και ότι στο πρόσωπό Του εκπληρώθηκαν οι γραφές. Αργότερα, ο ίδιος ο Ευαγγελιστής Ματθαίος  μετάφρασε και στην Ελληνική γλώσσα το Ευαγγέλιό του, το οποίο ονομάστηκε «το σπουδαιότερο βιβλίο της παγκόσμιας λογοτεχνίας».

 

ΜΑΡΚΟΣ

 

Είναι το συντομότερο Ευαγγέλιο και πιθανώς το πρώτο που γράφτηκε γύρω στο 45μ.Χ. Το πλήρες όνομά του είναι Ιωάννης Μάρκος.

Στο σπίτι του γίνονταν οι πρώτες συναθροίσεις της Εκκλησίας.

Ο Πέτρος στην Α΄ Επιστολή του, στο  5ο κεφάλαιο και στο 13ο εδάφιο αναφέρεται σε κάποιο πνευματικό του παιδί, τον Ιωάννη Μάρκο.

Πιστεύεται ότι το Ευαγγέλιο το έγραψε στην Ιταλία, ύστερα από επιμονή των πιστών της Ρώμης για να καταγραφούν όλα όσα ο Πέτρος εξιστορούσε από προσωπική του γνώση για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού.

Ο Ιωάννης Μάρκος συχνά μέσα στο Ευαγγέλιό του, με ασυνήθιστη ζωντάνια, επεξηγεί τις Ιουδαϊκές συνήθειες. Από αυτό καταλαβαίνουμε ότι πρέπει να απευθυνόταν σε μη Ιουδαίους αναγνώστες.

 

ΛΟΥΚΑΣ

 

Ο συγγραφέας του βιβλίου αυτού είναι ο μόνος  από τους συγγραφείς της Καινής Διαθήκης., ο οποίος δεν είναι Ιουδαίος. Δίνει την πλησιέστερη βιογραφία του Ιησού Χριστού απ’ όλες όσες έχουμε. Καταγόταν από την Αντιόχεια της Συρίας.

Ο Απόστολος Παύλος ήταν μάλλον  αυτός ο οποίος τον έφερε στην Πίστη και του οποίου έμενε πιστός συνεργάτης.

Παρόλο που το Ευαγγέλιο δεν αναφέρει το όνομα του συγγραφέα, όλες οι μαρτυρίες δείχνουν ότι είναι ο Λουκάς. Ήταν γιατρός και σύντροφος στα Ιεραποστολικά ταξίδια του Παύλου.

 Ο τρόπος που περιγράφονται οι αρρώστιες και οι ασθένειες στο Ευαγγέλιο, το ευρύτατο λεξιλόγιο, ο τρόπος που διαλέγει και ταξινομεί το υλικό που έχει, όλα αυτά δείχνουν έναν μορφωμένο άνθρωπο.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης το ότι είναι γνώστης της Ελληνικής και Ιουδαϊκής ιστορίας, αφού χρησιμοποιεί ελληνικούς τίτλους και αναφορές από την Ελληνική έκδοση της Παλαιάς Διαθήκης.

Θέμα του: η ακριβής αναφορά του τι συνέβη στην Παλαιστίνη τα κρίσιμα χρόνια της ζωής του Ιησού Χριστού. Το Ευαγγέλιό του δείχνει τον Ιησού Χριστό ως τον Σωτήρα του ανθρώπου, τον Σωτήρα τον οποίον περίμεναν. Επίσης μάς αφήνει να δούμε με τα δικά μας μάτια και να γνωρίσουμε τον ΑΝΘΡΩΠΟ Ιησού.

Εκτός από το Ευαγγέλιό του, έγραψε και το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων.  Και τα δύο μαζί θεωρούνται ένα δίτομο συγγραφικό έργο, το οποίο  αφιέρωσε σε κάποιον εθνικό με το όνομα Θεόφιλος.

Πέθανε ,όπως πιστεύεται, σε ηλικία 84 ετών.

Ο χρόνος συγγραφής του βιβλίου αυτού θεωρείται το 63 μ.Χ., πολύ πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ.

 

ΙΩΑΝΝΗΣ

 

Το Ευαγγέλιο του Ιωάννη είναι το τελευταίο το οποίο γράφτηκε, και διαφορετικό από τα άλλα τρία.

Θέμα του:  Οδηγεί τον αναγνώστη στην Πίστη. Παρουσιάζει τον Ιησού Χριστό έτσι όπως πραγματικά είναι : ο Ευλογητός Υιός του Θεού, τον οποίο έστειλε στη γη ο Πατέρας για την σωτηρία κάθε ανθρώπου.

Συγγραφέας : ο αγαπημένος μαθητής του Ιησού Χριστού, ο Ιωάννης. Ήταν ένας από τους 12. Πατέρας του ήταν ο Ζεβεδαίος και  αδελφός του ο  Ιάκωβος. Ο Ιωάννης μπορεί να ήταν και ξάδελφος του Ιησού, αν δεχθούμε ότι η μητέρα του η Σαλώμη ήταν αδελφή της μητέρας του Ιησού, της Μαρίας.(Μάρκος 15/40, Ιωάννης 19/25).

Πιστεύεται ότι το Ευαγγέλιο το έγραψε σε μεγάλη ηλικία ή το υπαγόρευσε ( λόγω ηλικίας) στην Έφεσο ( σημερινή Τουρκία).

Μαζί με τον Πέτρο αποτέλεσαν τους  πρώτους μαθητές.

Είχε το προνόμιο να είναι από αυτούς που είδαν τον Ιησού στη Μεταμόρφωση. Ενδέχεται επίσης  να είναι ο ανώνυμος μαθητής του Ιωάννη του Βαπτιστή, στον οποίο αναφέρεται ο Ιωάννης στο Ευαγγέλιό του (Ιωάννης 1/35). Ο Ιησούς εμπιστεύτηκε στον Ιωάννη τη μητέρα Του, καθώς βρισκόταν στον Σταυρό. 

Χρονολογία συγγραφής  του Ευαγγελίου : το 90 μ.Χ.

 

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

 

Οι Πράξεις των Αποστόλων αποτελούν τον δεύτερο τόμο του κατά Λουκά Ευαγγελίου.

Συγγραφέας, λοιπόν,  ο γιατρός Λουκάς

Θεωρείται από τα  ακριβέστερα ιστορικά  γραπτά. Από τις περιγραφές του και από τον τρόπο παρουσίασης καταλαβαίνουμε ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο (συγγραφέα) ο οποίος πρέπει να ήταν αυτήκοος κι αυτόπτης μάρτυρας των όσων περιγράφει.

Το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων καλύπτει μία περίοδο 30 χρόνων, από την ήμερα της Πεντηκοστής μέχρι την φυλάκιση του Αποστόλου Παύλου στην Ρώμη.

Θέμα: η εξάπλωση του Χριστιανισμού σε όλη την βόρεια Μεσόγειο –διαμέσου της σημερινής Συρίας, Τουρκίας και Ελλάδας. Η νεογέννητη Εκκλησία ξεπερνά τα εθνικά σύνορα του Ισραήλ για να γίνει μία παγκόσμια κίνηση.

Ο Συγγραφέας θα πρέπει να έγραψε το βιβλίο γύρω στο 63μ.Χ. Αυτό συμπεραίνεται  από το ότι δε γίνεται καμία αναφορά μέσα στο βιβλίο για τους Διωγμούς του Νέρωνα ή την Ιουδαϊκή εξέγερση που έλαβαν χώρα το 66–70μ.Χ., ούτε αναφέρει  τον θάνατο του Αποστόλου Παύλου το 67 μ.Χ.

 

ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ

 

Οι Επιστολές αποτελούν το ένα τρίτο της Καινής Διαθήκης. Συνδυάζουν τη διδασκαλία σχετικά με τον Θεό και το Χριστιανικό μήνυμα, με συμβουλές για την ζωή και την συμπεριφορά, τα προβλήματα της πρώτης εκκλησίας και πώς εκείνη τα αντιμετώπισε.

Χωρίζονται στις εξής ομάδες:

·        1η ομάδα : Οι Α΄ και Β΄ Θεσσαλονικείς, οι οποίες ασχολούνται με την δεύτερη έλευση του Ιησού Χριστού.

·        2η ομάδα : η προς Ρωμαίους, προς Γαλάτες, Α΄ και Β΄ Κορινθίους ασχολούνται με το Ευαγγέλιο, το οποίο κήρυττε ο Απόστολος Παύλος.

·        3η ομάδα : προς Εφεσίους, προς Κολοσσαείς, προς Φιλιππησίους, και προς Φιλήμονα. Αυτές οι επιστολές ονομάζονται και «Επιστολές της Φυλακής», αφού ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος αναφέρει ότι ήταν φυλακισμένος στη διάρκεια της συγγραφής τους.

·        4η ομάδα : προς Τίτον Επιστολή καθώς και οι  Α΄ και Β΄ Τιμόθεον. Οι Επιστολές αυτές αναφέρονται σε πρακτικά θέματα της ηγεσίας της εκκλησίας και της οργάνωσής της.

·        Οι υπόλοιπες αναφέρονται ως «Καθολικές Επιστολές».

 

Προς ΡΩΜΑΙΟΥΣ

 

Συγγραφέας της Επιστολής : ο Απόστολος Παύλος.

Θέμα : «τα κεντρικά θέματα της Χριστιανικής Πίστης». Ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος θα πει : «το Ευαγγέλιο είναι δύναμη Θεού προς σωτηρία σε κάθε έναν που πιστεύει».

Ο Απόστολος Παύλος γράφει αυτή την Επιστολή από την Κόρινθο το 55–58μ.Χ.

Η Επιστολή γράφτηκε αφού τελείωσε η διακονία του Απόστολου Παύλου στις Ανατολικές περιοχές και λίγο πριν ξεκινήσει για τις Δυτικές (Ισπανία–Ιταλία).

 

Προς ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α΄

 

Συγγραφέας αυτής της Επιστολής : ο Απόστολος Παύλος.

Θέμα : Τα διάφορα προβλήματα που αποκάλυψε η οικογένεια Χλόη,  τα οποία δημιουργήθηκαν στην Κόρινθο μετά την αναχώρηση του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος είχε μείνει και εργαστεί εκεί για 1,1/2 χρόνο (50–51μ.Χ.), ανάγκασαν τον Απόστολο  να γράψει αυτήν την Επιστολή. Ο Απόστολος Παύλος τα έμαθε αυτά, όταν βρισκόταν στην Έφεσο.

Από την ίδια την Επιστολή καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι  ο Απόστολος Παύλος πρέπει να είχε ξαναγράψει στους Κορίνθιους αλλά η προηγούμενη Επιστολή, κατά πάσα πιθανότητα, χάθηκε, αφού μέχρι σήμερα δεν γνωρίζουμε τίποτα για την «τύχη της».

Ο Απόστολος Παύλος έγραψε την Επιστολή αυτή πιθανότατα το 54μ.Χ.

 

Προς ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β΄

 

Συγγραφέας και  αυτής της Επιστολής είναι ο Απόστολος Παύλος, ο οποίος πρέπει να έγραψε την Επιστολή ένα χρόνο μετά την Α΄ προς Κορινθίους, δηλαδή το 55–56μ.Χ., από μία πόλη με το όνομα Φίλιπποι.

Η προς Κορινθίους Β΄ είναι από τις πιο έντονα προσωπικές επιστολές. Βλέπουμε το γεμάτο αγωνία ενδιαφέρον του απόστολου για την πνευματική τους πρόοδο.

Ουσιαστικά, αυτή η επιστολή πρέπει να είναι η τρίτη ή η τέταρτη κατά σειρά. Οι προηγούμενες δεν έχουν διασωθεί.

 

Προς ΓΑΛΑΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

 

Η Γαλατία ήταν μία Ρωμαϊκή επαρχία στις πεδιάδες της σημερινής Τουρκίας. Ξέρουμε ότι ο Απόστολος Παύλος ίδρυσε Εκκλησίες στις πόλεις :  Αντιόχεια, Ικόνιο, Λύστρα και Δέρβη.

Θέμα της Επιστολής : Η σωτηρία είναι δώρο του Θεού σε όλους όσους πιστεύουν στον Ιησού Χριστό. Οι Γαλάτες όμως έλεγαν ότι η πίστη δεν αρκεί και ότι πρέπει να κάνουμε και κάτι για να αξίζουμε την Σωτηρία.

Ο Συγγραφέας είναι ο Απόστολος Παύλος και η χρονολογία συγγραφής της Επιστολής το 49 μ.Χ.

 

Προς ΕΦΕΣΙΟΥΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

 

Η προς Εφεσίους Επιστολή είναι ή πρώτη Επιστολή την οποία έγραψε ο Απόστολος Παύλος από την φυλακή της Ρώμης το 58–60μ.Χ.

Η Επιστολή αυτή δεν ξεκινά με τον χαρακτηριστικό χαιρετισμό που έχουν οι άλλες   Επιστολές του Αποστόλου Παύλου, και αυτό γιατί είναι μία εσωτερική εγκύκλιος προς μία ομάδα εκκλησιών. Η Επιστολή φανερώνει την δόξα της Εκκλησίας και τα σχέδια Του Θεού γι’ αυτήν.

 

Προς ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

 

Συγγραφέας της Επιστολής : ο Απόστολος Παύλος. Την Επιστολή αυτή την γράφει από την φυλακή της Ρώμης το 58–60μ.Χ.

Οι Φίλιπποι ήταν Ρωμαϊκή αποικία, πάνω στην Εγνατία Οδό, μια λεωφόρο η οποία οδηγούσε από την Ανατολή στην Δύση.

Την πόλη των Φιλίππων την κατέλαβαν μετανάστες από την Ιταλία μετά τις μάχες του Οκταβιανού, πρώτα ενάντια στον Βρούτο και τον Κάσιο, κατόπιν ενάντια στον Αντώνιο.

Οι γυναίκες κατείχαν υψηλή θέση και έπαιρναν ενεργό μέρος στην δημόσια ζωή. Αυτό καθρεφτίζεται μέσα στην εκκλησία.

Η Εκκλησία ιδρύθηκε το 50μ.Χ. στο δεύτερο Ιεραποστολικό ταξίδι του Αποστόλου Παύλου.

Η Επιστολή αποκαλύπτει μία Εκκλησία που περνά δοκιμασίες και κινδύνους διάσπασης.

 

Προς ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

 

Οι Κολοσσές ήταν μία μικρή πόλη στην κοιλάδα του Λύκου, ανατολικά της Εφέσου κοντά στο Ντενιζλί της σημερινής Τουρκίας. Πλησιέστερες σε αυτήν πόλεις ήταν οι Λαοδίκεια και η Ιεράπολη.

Παρά το ότι ο Απόστολος Παύλος δεν είχε πάει ποτέ στις Κολοσσές, εντούτοις ήξερε τα πάντα γι’ αυτές από τον Επαφρά.

Η Επιστολή προς τους Κολοσσαείς γράφτηκε το 60 μ.Χ. πιθανότατα από την φυλακή (Ρώμη).

Θέμα: τα προβλήματα από τους κατοίκους στις Κολοσσές, οι οποίοι ήθελαν να εισάγουν «νέες ιδέες» από άλλες φιλοσοφίες και θρησκείες στο ίδιο επίπεδο με την Χριστιανική αλήθεια. Ο Απόστολος Παύλος έπρεπε να στηρίξει τους Κολοσσαείς ξανά πάνω στο Χριστό, στην απόλυτη υπεροχή Του και στην υπέρτατη επάρκειά Του.

 

Προς ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α΄

 

Η Επιστολή αυτή είναι η πρώτη του Αποστόλου Παύλου και αυτό την καθιστά και την  αρχαιότερη.

Χρονολογία συγγραφής : το 51 μ.Χ.

Η Θεσσαλονίκη ήταν μία ελεύθερη πόλη, πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής επαρχίας της Μακεδονίας.

          Η Εκκλησία της Θεσσαλονίκης ιδρύθηκε το 50 μ.Χ.

Θέμα : Επαναλαμβάνει τη διδασκαλία του πάνω σε θέματα που η Εκκλησία είχε ανάγκη, και απαντάει σε ερωτήσεις που είχαν προκύψει. 

 

Προς ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Β΄

 

Συγγραφέας και σε αυτήν την Επιστολή ο Απόστολος Παύλος.

Η δεύτερη αυτή Επιστολή ακολούθησε μερικούς μήνες αργότερα, ξεκαθαρίζοντας διάφορες παρανοήσεις, που είχαν εμφανιστεί, σύμφωνα με την Δεύτερη έλευση του Ιησού Χριστού.

Χρονολογία συγγραφής : το 51 μ.Χ.

 

Προς ΤΙΜΟΘΕΟΝ Α΄

 

Ο Απόστολος Παύλος τον εκτιμούσε ιδιαίτερα και τον ονόμαζε «αγαπητό  παιδί» και «γνήσιο παιδί στην πίστη».

Ο πατέρας του Τιμόθεου ήταν Έλληνας και η μητέρα του, Ευνίκη, ήταν Ιουδαία. Η γιαγιά του ήταν επίσης Ιουδαία και το όνομά της ήταν Λωίδα.

Ο Τιμόθεος κατοικούσε στα Λύστρα ( Ρωμαϊκή επαρχία της Γαλατίας και σήμερα Κόνυα της Τουρκίας).

Στις δύο αυτές Επιστολές καθώς και σε αυτή του Τίτου μπορούμε να δώσουμε και τον τίτλο «ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ».

Ο τόπος συγγραφής της Επιστολής  δεν είναι γνωστός. Πιθανότατα να γράφτηκε στην Νικόπολη (σημερινή Πρέβεζα).

Θέμα της Επιστολής : Η οργάνωση της Εκκλησίας και  πώς αυτή μπορούσε να αντικρούει τις  διάφορες ψευδοδιδασκαλίες που προέκυπταν εκείνη την εποχή.

Χρόνος συγγραφής της Επιστολής πρέπει να θεωρηθεί το διάστημα ανάμεσα στο 64–67μ.Χ.

 

Προς ΤΙΜΟΘΕΟΝ Β΄

 

Πρόκειται για το τελευταίο γραπτό του Αποστόλου Παύλου.

Θέμα : οι αναμνήσεις τόσο για τον ίδιο όσο και για τον Τιμόθεο. Επίσης είναι γεμάτο προειδοποιήσεις για την νέα γενεά.

Χρόνος συγγραφής της επιστολής πρέπει να θεωρηθεί το 66–68μ.Χ.

Ο τόπος συγγραφής της είναι άγνωστος.

Συγγραφέας της, αν και αμφισβητήθηκε πάρα πολύ, είναι ο Απόστολος των Εθνών, ο Παύλος.

 

Προς ΤΙΤΟΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

 

Ο Τίτος, παρότι δεν αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων, φαίνεται  ότι ανήκε στον στενό και έμπιστο κύκλο τού Αποστόλου Παύλου.

Γράφτηκε ανάμεσα στο 64–67 μ.Χ.

Θέμα της : Η επίσκεψη του Αποστόλου Παύλου και του Τίτου στην Κρήτη, καθώς και η  τοποθέτηση από τον  Τίτο πρεσβυτέρων σε κάθε Εκκλησία και η καταπολέμηση των διαφόρων ψευδοδιδασκαλιών από αυτόν.

 

Προς ΦΙΛΗΜΟΝΑ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

 

Ο Συγγραφέας της Επιστολής, είναι ο Απόστολος Παύλος. Η Επιστολή προς Φιλήμονα είναι η πιο μικρή από όλες τις Επιστολές μέσα στην Καινή Διαθήκη.

Ο Απόστολος Παύλος την έγραψε μέσα από την φυλακή της Ρώμης το 58–60μ.Χ.

Ο Φιλήμονας ήταν άνθρωπος κάποιας κοινωνικής θέσης. Στο σπίτι του, το οποίο βρισκόταν στις Κολοσσές, συναθροιζόταν τακτικά μία ομάδα Χριστιανών. Ο δούλος του είχε κλέψει κάποια χρήματα και είχε φύγει για την Ιταλία (Ρώμη), όπου εκεί με κάποιον τρόπο (πιθανότατα από τον Ιωάννη Μάρκο) ήρθε σε επαφή με τον Απόστολο Παύλο. Ο Ονήσιμος «ΑΝΑΓΕΝΝΙΕΤΑΙ», και αρχίζει να υπηρετεί τον Απόστολο Παύλο.

Ο Απόστολος Παύλος δεν μπορούσε να τον κρατήσει χωρίς την σύμφωνη γνώμη του Φιλήμονα. Έγραψε λοιπόν αυτό «το συνοδευτικό σημείωμα», για τον Ονήσιμο. Την έδωσε στον Τυχικό, ο οποίος συνόδευσε τον Ονήσιμο στις Κολοσσές. Ο Απόστολος Παύλος ζήτησε από τον  Φιλήμονα να είναι επιεικής με τον Ονήσιμο, διότι τώρα δεν ήταν απλά ένας δούλος, αλλά ένας αδελφός στην πίστη.

 

Προς ΕΒΡΑΙΟΥΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

 

Η Προέλευση της Επιστολής προς τους Εβραίους είναι κάπως μυστηριώδης. Τα αρχαιότερα χειρόγραφα είναι ανώνυμα και δεν υπάρχει κανείς από τους γνωστούς χαιρετισμούς, με τους οποίους άρχιζαν οι επιστολές του 1ου αιώνα μ.Χ.

Η προς Εβραίους Επιστολή καθρεπτίζει το ύφος του Παύλου. Γνωρίζουμε επίσης από την Επιστολή ότι ο συγγραφέας ήξερε τον Τιμόθεο. 

Η επικρατέστερη απάντηση στην ερώτηση για το ποιος υπήρξε ο συγγραφέας της Επιστολής αυτής, είναι ο Απόστολος Παύλος.

Η Επιστολή πρέπει να γράφτηκε στο διάστημα ανάμεσα στο 60–63μ.Χ. Τόπος συγγραφής : η Ρώμη.

Η προς Εβραίους Επιστολή γράφτηκε για μία ομάδα Χριστιανών, που ταλαντεύονταν ανάμεσα στην Χριστιανική Πίστη και στον Ιουδαϊσμό.

 

Προς ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

 

Δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα για την Επιστολή του Ιακώβου, ούτε για το πώς γράφτηκε αλλά ούτε και σε ποιόν στάλθηκε. Πιθανός υποψήφιος συγγραφέας είναι ο Ιάκωβος, ο οποίος ήταν ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.

Έγινε Χριστιανός όταν είδε τον Ιησού Χριστό ΑΝΑΣΤΗΜΕΝΟ (Α΄ Κορινθίους 15/7). Στην συνέχεια έγινε Πρεσβύτερος στην Εκκλησία της Ιερουσαλήμ. Τον βλέπουμε στο ανώγειο μαζί με τους άλλους να περιμένει την υπόσχεση της Έλευσης του Αγίου Πνεύματος.

Η Επιστολή γράφτηκε σχετικά νωρίς, αλλά η ακριβής χρονολογία είναι άγνωστη. Πιθανή χρονολογία το 45–46 μ.Χ.

Εξω–βιβλικές μαρτυρίες αναφέρουν ότι ο Ιάκωβος πέθανε με μαρτυρικό θάνατο το 62 με 63 μ.Χ.

 

Προς ΠΕΤΡΟΥ ΕΠΙΣΤΟΛΗ Α΄

 

Ο Πέτρος συνάντησε τον Ιησού Χριστό μέσω του αδελφού του,  Ανδρέα. Ζούσαν στην Καπερναούμ ,βόριο τμήμα της Γαλιλαίας.

Ο Πέτρος σύντομα έγινε αρχηγός και εκπρόσωπος των 12. Ήταν αυτός ο οποίος, όταν ο Ιησούς δικάζονταν, αρνήθηκε ότι τον γνώριζε, κάτι το οποίο δεν το ξέχασε ποτέ. Ο Ιησούς εμφανίστηκε μετά την Ανάστασή Του πρώτα στον Πέτρο και μετά στους άλλους μαθητές. Ο Πέτρος ήταν ο πρώτος που κήρυξε το Ευαγγέλιο.

Συγγραφέας των Επιστολών ( Α΄ και Β΄ Πέτρου) είναι ο Απόστολος Πέτρος.

Η πρώτη Επιστολή γράφτηκε το χρονικό διάστημα 62–64 μ.Χ.

Ο Πέτρος ήταν παντρεμένος και μαζί του ζούσε και η πεθερά του. Ο Μάρκος ήταν πνευματικό του παιδί.

Η παράδοση λέει ότι ο Πέτρος σταυρώθηκε με το κεφάλι προς τα κάτω στην Ρώμη κατά την διάρκεια του τρομερού διωγμού του Νέρωνα, που άρχισε το 64 μ.Χ.

 

Προς ΠΕΤΡΟΥ ΕΠΙΣΤΟΛΗ Β΄

 

Συγγραφέας και της Β΄ Επιστολής  είναι ο Πέτρος .

Ο σκοπός της Α΄ Επιστολής ήταν να παρηγορήσει και να ενθαρρύνει.

Ο σκοπός της Β΄ Επιστολής ήταν να προειδοποιήσει και να διαφυλάξει.

Ο χρόνος συγγραφής της Επιστολής αυτής θεωρείται το χρονικό διάστημα ανάμεσα στο 66 με 67 μ.Χ.

Ο τόπος συγγραφής της μάς είναι άγνωστος.

 

Προς ΙΩΑΝΝΗ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Α΄, Β΄ και Γ΄

  

Οι επιστολές αυτές έχουν σκοπό να ανανεώσουν την εμπιστοσύνη των Χριστιανών, η οποία είχε κλονιστεί από τις ψευδοδιδασκαλίες.

           Ανήκουν στο κλείσιμο του 1ου αιώνα μ.Χ.

Σχεδόν καμία αμφιβολία δεν υπάρχει ότι και οι τρεις επιστολές είναι έργα του ίδιου συγγραφέα, αφού  τον καιρό κατά τον οποίο γράφτηκαν, δεν γνωρίζουμε να ζούσε κανείς άλλος Απόστολος.

Η τρίτη Επιστολή ήταν μία προσωπική Επιστολή προς ένα άτομο με το όνομα Γάιος ( πιθανότατα να ήταν πρεσβύτερος της εκκλησίας στην Πέργαμο). Ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος ζούσε πραγματικά «εν αληθεία».

Μέσα σ’ αυτή την Επιστολή, συναντούμε και ένα άλλο πρόσωπο,  παράδειγμα προς αποφυγή,   τον Διοτρεφή. Αυτός δυσφημεί τον ίδιο τον Ιωάννη, σκορπίζει ψέματα, εμποδίζει τη διακονία των ιεραποστόλων.

Ο Ιωάννης πέρασε τα τελευταία του Χρόνια στην Έφεσο, στην σημερινή Τουρκία, η  οποία ήταν ένα στρατηγικό κέντρο της Χριστιανικής Θρησκείας.

 

Προς ΙΟΥΔΑ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

 

Η Επιστολή αυτή έχει ως συγγραφέα τον Ιούδα, τον αδελφό του Ιακώβου και του Ιησού Χριστού.

Χρονολογία συγγραφής της το 65 με 67 μ.Χ.

Ο τόπος συγγραφής είναι άγνωστος.

Ο Ιούδας ήταν ο μικρότερος σε ηλικία από τ’ αδέλφια του Ιησού.

Η Επιστολή είναι καθαρά Ιουδαϊκή με συχνές αναφορές στην Παλαιά Διαθήκη.

Ο Ιούδας γράφει για μία ομάδα Χριστιανών οι οποίοι κινδύνευαν «εκ των έσω», αφού είχαν εισχωρήσει μέσα στην εκκλησία άνθρωποι, που  προκαλούσαν σχίσματα με τις ψευδοδιδασκαλίες του.

 

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ

 

Είναι το τελευταίο βιβλίο στην Καινή Διαθήκη καθώς και σε όλη την Αγία Γραφή.

Η Αποκάλυψη γράφτηκε το 94 με 96 μ.Χ.

Συγγραφέας της : ο Ιωάννης.

Το βιβλίο γράφτηκε σε μία περίοδο διωγμών. Το ύφος της Αποκάλυψης είναι τελείως διαφορετικό από αυτό του Ευαγγελίου.

Ο Ιωάννης το έγραψε στην Πάτμο,  όπου ήταν Εξορία.

Η Αποκάλυψη ανήκει σε ένα ξεχωριστό είδος λογοτεχνίας. Είναι ποιητική και οραματιστική, εκφράζοντας τη σημασία της μέσα από συμβολισμούς και εικόνες.

Η Αποκάλυψη έχει τις «ρίζες της» στην Παλαιά Διαθήκη. Εκεί βρίσκουμε τα νήματα προς τη σημασία των διάφορων συμβολισμών, αν συγκρίνουμε την Παλαιά με την Καινή Διαθήκη.

Το βιβλίο αυτό είχε και εξακολουθεί και σήμερα να έχει μεγάλη σπουδαιότητα για κάθε άνθρωπο, καθώς βλέπουμε γύρω μας να εκπληρώνονται οι προφητείες του.