ΚΕΦΑΛΑΙΑ :  26ο 27ο 28ο


 ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

 ΚΕΦΑΛΑΙO : 26ο

27ο 28ο

Ο Παύλος παίρνει την άδεια να απολογηθεί

1 Και ο Αγρίππας είπε στον Παύλο: 'Εχεις την άδεια να μιλήσεις για τον εαυτό σου.Τότε, ο Παύλος, αφού άπλωσε το χέρι, άρχισε να απολογείται:

2 Θεωρώ μακάριο τον εαυτό μου, βασιλιά Αγρίππα, επειδή πρόκειται να απολογηθώ μπροστά σου σήμερα για όλα όσα κατηγορούμαι από τους Ιουδαίους,

3 μάλιστα, επειδή γνωρίζεις όλα τα έθιμα και τα ζητήματα ανάμεσα στους Ιουδαίους* γι' αυτό, σε παρακαλώ, να με ακούσεις με μακροθυμία.

4 Τη ζωή μου, λοιπόν, από τα νεανικά χρόνια, που εξαρχής έζησα ανάμεσα στο έθνος μου στα Ιεροσόλυμα, ^την^ ξέρουν όλοι οι Ιουδαίοι,

5 επειδή, με γνωρίζουν απαρχής, (αν θέλουν να δώσουν μαρτυρία) ότι, σύμφωνα με την ακριβέστατη αίρεση της θρησκείας μας, έζησα ως Φαρισαίος.

6 Και, τώρα, παραστέκομαι να κριθώ για την ελπίδα τής υπόσχεσης, που έγινε από τον Θεό προς τους πατέρες μας

7 στην οποία ελπίζει να φτάσει το δωδεκάφυλο γένος μας, το οποίο ακατάπαυστα λατρεύει τον Θεό νύχτα και ημέρα γι' αυτή την ελπίδα κατηγορούμαι από τους Ιουδαίους, βασιλιά Αγρίππα.

8 Τι; Κρίνεται από σας απίστευτο, ότι ο Θεός ανασταίνει νεκρούς;

9 Εγώ μεν στοχάστηκα μέσα μου ότι, έπρεπε να πράξω πολλά ενάντια στο όνομα του Ιησού τού Ναζωραίου.

10 Το οποίο και έπραξα στα Ιεροσόλυμα και πολλούς από τους αγίους εγώ έκλεισα μέσα σε φυλακές, παίρνοντας εξουσία από τους αρχιερείς και όταν φονεύονταν έδωσα ψήφο εναντίον τους.

11 Και σε όλες τις συναγωγές, πολλές φορές, καθώς τους τιμωρούσα, τους ανάγκαζα να βλασφημούν και με υπερβολική μανία παραφερόμουν εναντίον τους, και τους καταδίωκα μέχρι και στις έξω πόλεις.

12 Και μέσα σ' αυτά, καθώς ερχόμουν στη Δαμασκό με εξουσία και άδεια, που είχα από τους αρχιερείς,

13 είδα, στο μέσον της ημέρας, καθ' οδόν, βασιλιά, ένα φως από τον ουρανό, που υπερέβαινε τη λαμπρότητα του ήλιου, το οποίο έλαμψε γύρω μου και γύρω σ' εκείνους που οδοιπορούσαν μαζί μου.

14 Και ενώ όλοι πέσαμε στη γη, άκουσα μια φωνή να μου μιλάει, και να λέει στην Εβραϊκή διάλεκτο: Σαούλ, Σαούλ, γιατί με καταδιώκεις; Είναι σκληρό σε σένα να κλοτσάς σε καρφιά.

15 Και εγώ είπα: Ποιος είσαι, Κύριε; Και εκείνος είπε: Εγώ είμαι ο Ιησούς, τον οποίο εσύ καταδιώκεις.

16 Αλλά, σήκω επάνω, και στάσου στα πόδια σου επειδή, γι' αυτό φάνηκα σε σένα, για να σε κάνω υπηρέτη και μάρτυρα και για όσα είδες, και για όσα θα φανερωθώ σε σένα,

17 καθώς σε διάλεξα από τον λαό και τα έθνη, στα οποία τώρα σε στέλνω,

18 για να ανοίξεις τα μάτια τους, ώστε να επιστρέψουν από το σκοτάδι στο φως, και από την εξουσία τού σατανά στον Θεό, για να πάρουν άφεση αμαρτιών, και κληρονομιά ανάμεσα στους αγιασμένους, διαμέσου τής πίστης σε μένα.

19 Γι' αυτό, βασιλιά Αγρίππα, δεν έγινα απειθής στην ουράνια οπτασία,

20 αλλά, πρώτα σ' αυτούς που ήσαν στη Δαμασκό και στα Ιεροσόλυμα, και σε ολόκληρη τη γη τής Ιουδαίας, και έπειτα στα έθνη, κήρυττα να μετανοούν, και να επιστρέφουν στον Θεό, κάνοντας έργα άξια της μετάνοιας.

21 Γι' αυτά, οι Ιουδαίοι, αφού με συνέλαβαν στο ιερό, επιχειρούσαν να με φονεύσουν.

22 'Εχοντας, όμως, αξιωθεί τής βοήθειας από τον Θεό, στέκομαι μέχρι τούτη την ημέρα, δίνοντας μαρτυρία και προς μικρόν και προς μεγάλον, μη λέγοντας τίποτε εκτός των όσων μίλησαν οι προφήτες και ο Μωυσής ότι επρόκειτο να γίνουν

23 ότι ο Χριστός επρόκειτο να πάθει, ότι, αφού αναστήθηκε πρώτος από τους νεκρούς, πρόκειται να κηρύξει φως στον λαό και στα έθνη.

Ο αντίκτυπος της απολογίας τού Παύλου

24 Και ενώ αυτός απολογείτο αυτά, ο Φήστος με μεγάλη φωνή είπε: Παραφρονείς, Παύλο τα πολλά γράμματα σε παρασύρουν σε παραφροσύνη.

25 Και εκείνος είπε: Δεν παραφρονώ, εξοχότατε Φήστο, αλλά προφέρω λόγια αλήθειας και νου υγιαίνοντα.

26 Ο βασιλιάς, βέβαια, στον οποίο και μιλάω με παρρησία, γνωρίζει καλά γι' αυτά επειδή, είμαι πεπεισμένος ότι τίποτε απ' αυτά δεν του διαφεύγει για τον λόγο ότι, αυτό δεν έχει γίνει σε μια γωνιά.

27 Βασιλιά Αγρίππα, πιστεύεις στους Προφήτες; Ξέρω ότι πιστεύεις.

28 Και ο Αγρίππας είπε στον Παύλο: Παρά λίγο με πείθεις να γίνω Χριστιανός.

29 Και ο Παύλος είπε: Θα το ευχόμουν στον Θεό, όχι μονάχα εσύ, αλλά και όλοι αυτοί που με ακούν σήμερα να γίνουν, και παρά λίγο και παρά πολύ, τέτοιοι, όπως είμαι και εγώ, εκτός βέβαια από τούτα τα δεσμά.

30 Και όταν αυτός τα είπε αυτά, σηκώθηκε ο βασιλιάς και ο ηγεμόνας, και η Βερνίκη, και εκείνοι που συγκάθονταν μαζί τους.

31 Και καθώς αναχωρούσαν μιλούσαν αναμεταξύ τους, λέγοντας ότι: Τίποτε άξιο δεσμών ή θανάτου δεν κάνει αυτός ο άνθρωπος.

32 Και ο Αγρίππας είπε στον Φήστο: Ο άνθρωπος αυτός μπορούσε να έχει απολυθεί, αν δεν είχε επικαλεστεί τον Καίσαρα.


ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

 ΚΕΦΑΛΑΙO : 27ο

26ο  28ο

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΤΕΛΝΕΤΑΙ ΩΣ ΔΕΣΜΙΟΣ ΣΤΗ ΡΩΜΗ

1. Ο Παύλος επιβιβάζεται σε πλοίο

1 ΚΑΙ όταν αποφασίστηκε να αποπλεύσουμε για την Ιταλία, παρέδωσαν τον Παύλο και μερικούς άλλους φυλακισμένους σε έναν εκατόνταρχο, με το όνομα Ιούλιος, από το τάγμα τού λεγόμενου Σεβαστού.

2 Και αφού ανεβήκαμε σε ένα Αδραμυττηνό πλοίο, σηκωθήκαμε μέλλοντας να παραπλεύσουμε τους τόπους προς την Ασία, έχοντας μαζί μας τον Μακεδόνα Αρίσταρχο, αυτόν από τη Θεσσαλονίκη.

3 Και την άλλη ημέρα φτάσαμε στη Σιδώνα, και ο Ιούλιος, φερόμενος φιλάνθρωπα προς τον Παύλο, του επέτρεψε να πάει στους φίλους του και να τύχει περίθαλψης.

4 Και από εκεί, αφού σηκωθήκαμε, πλεύσαμε από το κάτω μέρος τής Κύπρου, επειδή  οι άνεμοι ήσαν ενάντιοι.

5 Και καθώς διαπλεύσαμε το πέλαγος της Κιλικίας και της Παμφυλίας, ήρθαμε στα Μύρα τής Λυκίας.

6 Και εκεί, ο εκατόνταρχος, βρίσκοντας ένα Αλεξανδρινό πλοίο, που έπλεε προς την Ιταλία, μας έβαλε επάνω σ' αυτό.

7 Πλέοντας, όμως, με βραδύ ρυθμό αρκετές ημέρες, και φτάνοντας μόλις στην Κνίδο, επειδή δεν μας άφηνε ο άνεμος, πλεύσαμε από το κάτω μέρος τής Κρήτης προς τη Σαλμώνη

8 και μόλις την παραπλεύσαμε, ήρθαμε σε κάποιον τόπο, που ονομάζεται Καλοί Λιμένες, κοντά στον οποίο ήταν η πόλη Λασαία.

9 Και επειδή πέρασε αρκετός καιρός, και το θαλάσσιο ταξίδι ήταν ήδη επικίνδυνο, μια και είχε περάσει κιόλας η νηστεία, ο Παύλος τούς συμβούλευε,

10 λέγοντας: 'Ανδρες, βλέπω ότι το θαλάσσιο ταξίδι πρόκειται να γίνει με κακοπάθεια και πολλή ζημία, όχι μονάχα τού φορτίου και του πλοίου, αλλά και των ψυχών μας.

11 Ο εκατόνταρχος, όμως, πειθόταν περισσότερο στον κυβερνήτη και στον ναύκληρο, παρά στα λεγόμενα από τον Παύλο.

12 Και  επειδή το λιμάνι δεν ήταν κατάλληλο για να παραχειμάσει κανείς, οι περισσότεροι γνωμοδότησαν να σηκωθούν και από εκεί, ώστε, αφού φτάσουν, αν θα μπορούσαν, στον Φοίνικα, ένα λιμάνι τής Κρήτης, που βλέπει προς τον Λίβα και προς τον Χώρο, να παραχειμάσουν εκεί.

2. Το πλοίο με τον Παύλο μέσα σε μεγάλη τρικυμία

13 Και όταν έπνευσε ελαφρά νοτιάς, νομίζοντας ότι πέτυχαν τον σκοπό, σήκωσαν την άγκυρα, και έπλεαν κατά μήκος τής Κρήτης.

14 'Ομως, ύστερα από λίγο χτύπησε εναντίον της ένας Τυφωνικός άνεμος, που λέγεται Ευροκλείδωνας.

15 Και επειδή συναρπάχθηκε το πλοίο, και δεν μπορούσε να αντέχει απέναντι στον άνεμο, αφού αφεθήκαμε, φερόμασταν.

16 Και καθώς περάσαμε γρήγορα από ένα μικρό νησί, που ονομαζόταν Κλαύδη, μόλις μπορέσαμε να βάλουμε στην εξουσία μας τη βάρκα.

17 Την οποία, αφού την ανέβασαν, μεταχειρίζονταν βοηθήματα, ζώνοντας από κάτω το πλοίο και επειδή φοβόνταν μήπως και εκπέσουν στη Σύρτη, κατέβασαν τα πανιά, και φέρονταν έτσι.

18 Και επειδή  ταλαιπωρούμασταν υπερβολικά, την ακόλουθη ημέρα έρριχναν στη θάλασσα από το φορτίο

19 και την τρίτη ημέρα με τα ίδια μας τα χέρια ρίξαμε  τα σκεύη τού πλοίου.

20 Και επειδή για πολλές ημέρες δεν φαίνονταν ούτε ήλιος ούτε αστέρια, ο δε βαρύς χειμώνας συνεχιζόταν, αφαιρείτο πλέον από μας κάθε ελπίδα σωτηρίας.

3. Η παρέμβαση του Θεού ζωντανεύει την ελπίδα

21 'Υστερα δε από πολυήμερη ασιτία, ο Παύλος, αφού στάθηκε  ανάμεσά τους, είπε: 'Επρεπε, ω άνδρες, να με υπακούσετε, και να μη σηκωθείτε από την Κρήτη, και έτσι θα αποφεύγαμε τούτη την κακοπάθεια και τη ζημία.

22 Αλλά, και τώρα, σας προτρέπω να έχετε θάρρος επειδή, καμιά ψυχή από σας δεν θα χαθεί, παρά μονάχα το πλοίο.

23 Επειδή, αυτή τη νύχτα φάνηκε σε μένα ένας άγγελος του Θεού, του οποίου είμαι, τον οποίο και λατρεύω,

24 λέγοντας: Μη φοβάσαι, Παύλο πρέπει να παρασταθείς μπροστά στον Καίσαρα και δες, ο Θεός χάρισε σε σένα όλους αυτούς που πλέουν μαζί σου.

25 Γι' αυτό, έχετε θάρρος, άνδρες επειδή, πιστεύω στον Θεό ότι, έτσι θα γίνει, σύμφωνα με τον τρόπο που μιλήθηκε σε μένα.

26 Πρέπει, μάλιστα, να πέσουμε σε κάποιο νησί.

27 Και όταν ήρθε η 14η νύχτα, ενώ περιφερόμασταν στην Αδριατική Θάλασσα, γύρω στα μεσάνυχτα οι ναύτες συμπέραναν ότι πλησιάζουν σε κάποιον τόπο.

28 Και ρίχνοντας τη βολίδα, βρήκαν 20 οργιές και καθώς προχώρησαν λίγο διάστημα, ρίχνοντας και πάλι τη βολίδα, βρήκαν 15 οργιές

29 και έχοντας τον φόβο μήπως και πέσουμε έξω σε τραχείς τόπους, αφού από την πρύμη έρριξαν τέσσερις άγκυρες, εύχονταν να γίνει ημέρα.

30 Και επειδή οι ναύτες επιζητούσαν να φύγουν από το πλοίο, και κατέβασαν τη βάρκα στη θάλασσα, με την πρόφαση ότι επρόκειτο να απλώσουν άγκυρες από την πλώρη,

31 ο Παύλος είπε στον εκατόνταρχο και στους στρατιώτες: Αν αυτοί δεν μείνουν στο πλοίο, εσείς δεν μπορείτε να σωθείτε.

32 Τότε, οι στρατιώτες απέκοψαν τα σχοινιά τής βάρκας, και την άφησαν να πέσει έξω.

33 Και μέχρι να ξημερώσει, ο Παύλος παρακαλούσε όλους να πάρουν κάποια τροφή, λέγοντας: Σήμερα για 14 ημέρες προσδοκώντας, παραμένετε νηστικοί, και δεν φάγατε τίποτε.

34 Γι' αυτό, σας παρακαλώ, πάρτε τροφή μια κι αυτό είναι αναγκαίο για τη σωτηρία σας επειδή, σε κανέναν από σας δεν θα χαθεί ούτε μια τρίχα από το κεφάλι του.

35 Αφού δε είπε αυτά, και πήρε ψωμί, ευχαρίστησε τον Θεό μπροστά σε όλους, και κόβοντας άρχισε να τρώει.

36 Παίρνοντας δε όλοι θάρρος, πήραν κι αυτοί τροφή.

37 'Ημασταν, μάλιστα, όλες οι ψυχές μέσα στο πλοίο, 276.

38 Και αφού χόρτασαν από τροφή, ελάφρυναν το πλοίο, ρίχνοντας το σιτάρι στη θάλασσα.

4. Το πλοίο ρίχνεται έξω στην ξηρά

39 Και όταν έγινε ημέρα, δεν γνώριζαν τη γη παρατηρούσαν, όμως, κάποιον κόλπο που είχε γιαλό, στον οποίο θέλησαν, αν μπορούσαν, να ρίξουν έξω το πλοίο.

40 Και αφού έκοψαν τις άγκυρες, άφησαν το πλοίο στη θάλασσα, ενώ ταυτόχρονα έλυσαν τα σχοινιά των πηδαλίων και υψώνοντας τον αρτέμονα προς τον άνεμο, κατευθύνονταν προς τον γιαλό.

41 Και αφού έπεσαν σε έναν τόπο, όπου συνέρχονταν δύο θάλασσες, έρριξαν το πλοίο έξω και η μεν πλώρη κάθησε και έμεινε ασάλευτη η δε πρύμη διαλυόταν από τη βία των κυμάτων.

42 Και οι στρατιώτες θέλησαν να θανατώσουν τούς κρατούμενους, για να μη διαφύγει κανένας κολυμπώντας.

43 Ο εκατόνταρχος, όμως, θέλοντας να διασώσει τον Παύλο, τους εμπόδισε από τον σκοπό τους, και πρόσταξε, όσοι μπορούσαν να κολυμπούν, να ριχτούν πρώτοι και να βγουν στη στεριά

44 οι δε υπόλοιποι, άλλοι μεν επάνω σε σανίδες, άλλοι δε επάνω σε κάποια λείψανα του πλοίου. Κι έτσι, όλοι κατάφεραν να διασωθούν στη στεριά.


ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

 ΚΕΦΑΛΑΙO : 28ο

26ο 27ο

5. Ο Παύλος στη Μάλτα

1 ΚΑΙ όταν διασώθηκαν, τότε γνώρισαν ότι το νησί ονομάζεται Μελίτη.

2 Οι δε βάρβαροι έδειξαν σε μας όχι την τυχαία φιλανθρωπία επειδή, αφού άναψαν φωτιά, μας υποδέχθηκαν όλους εμάς, εξαιτίας τής επικείμενης βροχής, και του ψύχους.

3 Και όταν ο Παύλος, μαζεύοντας έναν σωρό από φρύγανα, τα έβαλε επάνω στη φωτιά, μια οχιά, βγαίνοντας λόγω τής θερμότητας, κόλλησε επάνω στο χέρι του.

4 Και καθώς οι βάρβαροι είδαν το θηρίο να είναι κρεμασμένο από το χέρι του, έλεγαν αναμεταξύ τους: Σίγουρα, ο άνθρωπος αυτός είναι φονιάς, ο οποίος, παρόλο ότι διασώθηκε από τη θάλασσα, η θεία δίκη δεν τον άφησε να ζει.

5 Κι αυτός μεν αποτίναξε το θηρίο στη φωτιά, και δεν έπαθε κανένα κακό.

6 Και εκείνοι περίμεναν ότι επρόκειτο να πρηστεί ή να πέσει ξαφνικά κάτω νεκρός αφού, όμως, περίμεναν πολλή ώρα, και έβλεπαν ότι δεν του γινόταν κανένα κακό, αλλάζοντας γνώμη, έλεγαν ότι είναι θεός.

7 Και στα γύρω μέρη εκείνου τού τόπου ήσαν κτήματα του πρώτου ανθρώπου τού νησιού με το όνομα Πόπλιος, ο οποίος, αφού μας υποδέχθηκε, μας φιλοξένησε φιλόφρονα τρεις ημέρες.

8 Συνέβηκε, μάλιστα, ο πατέρας τού Ποπλίου να είναι κατάκοιτος, πάσχοντας από πυρετό και δυσεντερία στον οποίο, όταν ο Παύλος μπήκε μέσα, και αφού προσευχήθηκε, έβαλε επάνω του τα χέρια, και τον γιάτρεψε.

9 'Οταν έγινε, λοιπόν, αυτό, και οι υπόλοιποι, όσοι είχαν ασθένειες στο νησί, προσέρχονταν και θεραπεύονταν

10 οι οποίοι μάς τίμησαν με πολλές τιμές, και όταν επρόκειτο να αναχωρήσουμε, μας εφοδίασαν με τα αναγκαία.

6. Ο Παύλος στον δρόμο προς τη Ρώμη

11 Και ύστερα από τρεις μήνες αποπλεύσαμε, επάνω σε ένα Αλεξανδρινό πλοίο, με σημαία των Διοσκούρων, που είχε παραχειμάσει στο νησί

12 και όταν φτάσαμε στις Συρακούσες, μείναμε τρεις ημέρες.

13 Και από εκεί, αφού κάναμε τον περίπλου, φτάσαμε στο Ρήγιο και ύστερα από μία ημέρα, όταν έπνευσε νότιος άνεμος, ήρθαμε τη δεύτερη ημέρα στους Ποτίολους

14 όπου, βρίσκοντας αδελφούς, μας παρακάλεσαν να μείνουμε μαζί τους επτά ημέρες και έτσι ήρθαμε στη Ρώμη.

15 Και από εκεί, ακούγοντας οι αδελφοί τα νέα για μας, βγήκαν έξω σε συνάντησή μας μέχρι τον 'Αππιο Φόρο και τις Τρεις Ταβέρνες τους οποίους, όταν είδε ο Παύλος, ευχαρίστησε τον Θεό, και πήρε θάρρος.

16 Και όταν ήρθαμε στη Ρώμη, ο εκατόνταρχος παρέδωσε τους κρατούμενους στον στρατοπεδάρχη στον Παύλο, όμως, επιτράπηκε να μένει μόνος του, μαζί με έναν στρατιώτη, που τον φύλαγε.

7. Η δραστηριότητα του Παύλου στη Ρώμη

17 Και ύστερα από τρεις ημέρες, ο Παύλος συγκάλεσε τους πρώτους από τους Ιουδαίους, που ήσαν εκεί και όταν συγκεντρώθηκαν, τους έλεγε: 'Ανδρες αδελφοί, εγώ, χωρίς να κάνω κάτι ενάντια στον λαό ή στα πατρώα έθιμα, παραδόθηκα από τα Ιεροσόλυμα κρατούμενος στα χέρια των Ρωμαίων

18 οι οποίοι, αφού με ανέκριναν, ήθελαν να με απολύσουν, επειδή καμιά αιτία θανάτου δεν υπήρχε σε μένα.

19 'Ομως, επειδή οι Ιουδαίοι αντέλεγαν, αναγκάστηκα να επικαλεστώ τον Καίσαρα όχι σαν να έχω να κατηγορήσω το έθνος μου σε κάτι.

20 Γι' αυτή, λοιπόν, την αιτία σάς κάλεσα για να σας δω και να μιλήσω επειδή, ένεκα της ελπίδας τού Ισραήλ φοράω τούτη την αλυσίδα.

21 Και εκείνοι είπαν σ' αυτόν: Εμείς ούτε γράμματα πήραμε για σένα από την Ιουδαία ούτε, ερχόμενος κάποιος από τους αδελφούς, ανήγγειλε ή μίλησε κάτι κακό εναντίον σου.

22 Επιθυμούμε, μάλιστα, να ακούσουμε από σένα τι φρονείς επειδή, για την αίρεση αυτή είναι σε μας γνωστό ότι, παντού αντιλέγεται.

23 Και αφού τού διόρισαν μία ημέρα, ήρθαν σ' αυτόν στο κατάλυμα πολλοί στους οποίους εξέθεσε με μαρτυρίες τη βασιλεία τού Θεού, και τους έπειθε στα σχετιζόμενα με τον Ιησού, και από τον νόμο τού Μωυσή και από τους προφήτες, από το πρωί μέχρι το βράδυ.

24 Και άλλοι μεν πείθονταν στα λεγόμενα, άλλοι όμως απιστούσαν.

25 Και καθώς ήσαν ασύμφωνοι αναμεταξύ τους, αναχωρούσαν, αφού ο Παύλος είπε έναν λόγο, ότι: Καλά μίλησε το Πνεύμα το 'Αγιο στους πατέρες μας διαμέσου τού προφήτη Ησαϊα

26 που έλεγε: <<Πήγαινε σε τούτο τον λαό και πες: Με την ακοή θα ακούσετε, και δεν θα εννοήσετε και βλέποντας θα δείτε, και δεν θα καταλάβετε.

27 Επειδή, η καρδιά τούτου τού λαού πάχυνε, και με τα αυτιά άκουσαν βαριά, και έκλεισαν τα μάτια τους μήπως κάποτε δουν με τα μάτια, ακούσουν με τα αυτιά, και εννοήσουν με την καρδιά, και επιστρέψουν, και τους γιατρέψω>>.

28 Ας είναι, λοιπόν, σε σας γνωστό ότι, στα έθνη στάλθηκε το σωτήριο μήνυμα του Θεού αυτοί και θα ακούσουν.

29 Και αφού είπε αυτά, οι Ιουδαίοι αναχώρησαν, έχοντας ανάμεσά τους πολλή συζήτηση.

30 Και ο Παύλος έμεινε δύο ολόκληρα χρόνια σε ένα ιδιαίτερο μισθωμένο σπίτι και δεχόταν όλους εκείνους που έρχονταν σ' αυτόν,

31 κηρύττοντας τη βασιλεία τού Θεού, και διδάσκοντας με κάθε παρρησία, χωρίς εμπόδιο, αυτά που σχετίζονταν με τον Κύριο Ιησού Χριστό.